Γράφει ο Ευάγγελος Λ. Ντάβας, Φιλόλογος
Ο θεατής των παραστάσεων, που ανά διαστήματα παρουσιάζει το Λύκειο των Ελληνίδων Λάρισας, έρχεται αντιμέτωπος με το εξής παράδοξο. Έχει τη σιγουριά πως η αρτιότητα του θεάματος που παρακολουθεί είναι ανέφικτο να ξεπεραστεί στο μέλλον. Μια βεβαιότητα που διαρκεί όσο ο χρόνος που μεσολαβεί μέχρι την επόμενη παράσταση.
Την ισχύ του παράδοξου αυτού είχαμε την καλή τύχη να συνειδητοποιήσουμε προ ημερών, παρακολουθώντας την τελευταία δουλειά του Λυκείου, με τίτλο «Αέρας, γη, νερό, φωτιά! Στοιχεία αχάλαστα», αντλούμενο από το δωδέκατο παρνασσιακό σονέτο των Πατρίδων του Κωστή Παλαμά (1904). Η επιλογή τού εν λόγω τίτλου αποτελεί δείγμα εξαίρετης ευφυΐας, καθώς υπογραμμίζει εμφαντικά πως η λόγια –που εκπροσωπεί ο παλαμικός στίχος- και η λαϊκή παράδοση δεν είναι ασύνδετες ούτε αντίπαλες συνιστώσες αλλά ισοβαρή στοιχεία της εθνικής μας ταυτότητας. Παράλληλα, ανασκάπτει τις ρίζες του απώτατου παρελθόντος μπολιάζοντας απηχήσεις της προσωκρατικής φιλοσοφίας (η θεωρία των τεσσάρων στοιχείων) με παραδοσιακούς χορούς και τραγούδια. Στο ίδιο κλίμα ανάδειξης της διαρκούς συνέχειας και ενότητας του πολιτισμού μας, η υψηλής αισθητικής αφίσα της παράστασης, που συνενώνει το αρχαιοελληνικό με το βυζαντινό και το λαϊκό στοιχείο.
Απευθυνόμενο όχι μονάχα στα βιολογικά μάτια αλλά πρωτίστως σε αυτά της ψυχής, το πλούσιο θέαμα αρθρώθηκε σε τέσσερα μέρη, όσα δηλαδή και τα θεμελιώδη φυσικά στοιχεία του τίτλου. Σε καθένα από τα τμήματα αυτά απουσίαζε η μονομέρεια. Δεν προβάλλονταν, δηλαδή, τραγούδια και χοροί ενός μόνο τόπου, μα δόθηκε η ευκαιρία πανοραμικής ενατένισης τόσο του ελλαδικού χώρου όσο και περιοχών όπου άνθιζε κάποτε το ελληνικό στοιχείο, όπως η Μικρά Ασία, η Καππαδοκία και ο Πόντος. Οι καλά ασκημένοι χορευτές -η προσήλωση των οποίων άγγιζε τα αυστηρά όρια του επαγγελματισμού-, οι εξαιρετικοί μουσικοί και τραγουδιστές, o πλούτος των ενδυμασιών, οι υποβλητικοί φωτισμοί μετέτρεψαν την ενατένιση αυτή σε μαγευτικό ταξίδι. Στη διάρκειά του αισθανθήκαμε πως «η Μοίρα των ανθρώπων δεν είναι ο θάνατος» μονάχα αλλά και η εξακολουθητική αναγέννηση. Και τούτο γιατί η παράσταση πρόβαλε τη φθαρτότητα όχι ως στοιχείο τέλους αλλά ως αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση συνέχισης της ζωής. Για παράδειγμα, τα τραγούδια του θερισμού και του αλωνίσματος ανέδειξαν το χοϊκό στοιχείο της ύπαρξης σε βασική συνθήκη (ανα)δημιουργίας, όπως το στάρι που με τον θάνατό του -την πτώση στο χώμα- αποτελεί τη μήτρα του νέου καρπού ∙ ενώ, μετά από ένα ανατριχιαστικό ηπειρώτικο μοιρολόγι, οι χοροί του νόστου στα πατρώα χώματα σηματοδότησαν πέρα από την επιστροφή στην πατρίδα και τον –διαρκώς παρόντα στο διάβα του βίου- γυρισμό στην ‘ενεγκαμένη χώρα’, τη χωμάτινη αγκαλιά της γης.
Η εμπνευσμένη σκηνοθεσία πέτυχε να παρουσιάσει τον βίο ως ένα αρμονικό ταξίδι στο διηνεκές, απαλλαγμένο από κάθε υποψία δυϊσμού. Είδαμε να ξεπηδούν από την ίδια φωτιά ταυτόχρονα η ηδονή του έρωτα και η μανία της μάχης∙ η κατάνυξη των θρησκευτικών τελετουργιών και η παραφορά των πολεμικών συγκρούσεων. Πέρα από κάθε ποιοτικά φορτισμένη σημασιοδότηση, το ελληνικό πνεύμα πρόβαλε ως πρότυπο εναρμόνισης και ισορροπίας. Όχι έρωτας ή πόλεμος αλλά και έρωτας και πόλεμος. Ή, για να μιλήσουμε με τα λόγια του Ελύτη «Τι το καλό; Τι το κακό; Ένα σημείο Ένα σημείο».
Το θέαμα, λοιπόν, που παρακολουθήσαμε ξεχώρισε όχι μόνο για την τεχνική του υπεροχή αλλά και για τη θαρραλέα στάση που έλαβε απέναντι στον κατακερματισμένο και χωρίς πυξίδα σύγχρονο τρόπο ζωής. Πρόβαλε τη φύση ως στοιχείο σύμφυτο με τον πολιτισμό. Αντιμετώπισε με σεβασμό όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης παρουσίας, χωρίς να εκπίπτει σε ένα στείρο εγκεφαλικό δημιούργημα. Προσέγγισε το ατελές των ανθρώπων με τρυφερότητα. Έδωσε στη ζωή τις διαστάσεις που την αναγάγουν σε μέγεθος για το οποίο αξίζει κανείς να παλεύει «και με φως και με θάνατον ακαταπαύστως».
Για όλους αυτούς του λόγους η παράσταση του Λυκείου των Ελληνίδων θα αποτελεί παντοτινό εφόδιο στη φαρέτρα της μνήμης μας…
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
























