Για περισσότερα από τρία χρόνια, ο θάνατος της Ελένης Παπαδοπούλου παρουσιαζόταν ως ένα θολό, αμφίβολο περιστατικό. Ένα γεγονός χωρίς ξεκάθαρες απαντήσεις.
Όταν όμως η υπόθεση εξιχνιάστηκε και αποκαλύφθηκε ότι ο γιος της ήταν εκείνος που της αφαίρεσε τη ζωή, το σοκ δεν αφορούσε μόνο το ίδιο το έγκλημα.
Αφορούσε και το παρελθόν του δράστη, έναν άνθρωπο που τη δεκαετία του ’90 είχε μετατραπεί σε θρύλο της underground σκηνής, διοργανώνοντας τα πιο ακραία rave party που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα, στα Οινόφυτα. Αυτή είναι και η ιστορία της ζωής του. Από την ψευδαίσθηση της απόλυτης ελευθερίας, μέχρι την απόλυτη κατάρρευση.
Τη δεκαετία του ’90 τον ήξεραν με ένα μικρό όνομα. Για τη γενιά των ravers ήταν ο άνθρωπος που «άνοιξε» έναν τόπο έξω από τα όρια της πόλης και της λογικής. Για τους γύρω του, όμως, ζούσε μια ζωή βαθιά αντιφατική, που τότε λίγοι έβλεπαν.
Στα Οινόφυτα, σε μια απομονωμένη έκταση μακριά από κατοικημένες περιοχές, γεννήθηκε ένας αυτοσχέδιος κόσμος. Εκεί όπου η μουσική δεν σταματούσε ποτέ, όπου οι ρυθμοί της techno και της ψυχεδελικής trance κάλυπταν τα πάντα και όπου η έννοια του χρόνου χανόταν εξαιτίας και της κατανάλωσης σκληρών ναρκωτικών. Τα πάρτι ξεκινούσαν νύχτα και τελείωναν-αν τελείωναν, την επόμενη μέρα. Ο ίδιος παρουσιαζόταν ως κάτι περισσότερο από διοργανωτής.
Μιλούσε για «εμπειρία», για «ένωση», για έναν τρόπο ζωής έξω από κοινωνικούς κανόνες. Σε μια από τις συνεντεύξεις που έδωσε χρόνια αργότερα, περιέγραφε τα rave ως μια εμπειρία μαζικής εκτόνωσης. Έλεγε ότι ο κόσμος δεν ερχόταν απλώς για να χορέψει, αλλά για να χαθεί. Να αφήσει πίσω του ό,τι τον βάραινε. Να νιώσει ότι ανήκει κάπου. Η μουσική, έλεγε, λειτουργούσε σαν τελετουργία. Πίσω όμως από τη ρομαντική αφήγηση, τα Οινόφυτα είχαν αποκτήσει και μια άλλη φήμη. Στα πάρτι γινόταν ευρεία χρήση και διακίνηση ψυχεδελικών χαπιών. MDMA, LSD σε χαρτάκια, συνθετικές ουσίες που κυκλοφορούσαν χέρι με χέρι, χωρίς κανέναν έλεγχο.
Για πολλούς, τα συγκεκριμένα rave ήταν από τα πρώτα σημεία στην Ελλάδα όπου η χρήση ψυχοτρόπων έγινε μαζική, σχεδόν οργανωμένη. Οι συμμετέχοντες μιλούσαν για «ταξίδια», για εμπειρίες που άλλαζαν την αντίληψη της πραγματικότητας. Ο ίδιος ποτέ δεν αρνήθηκε ότι υπήρχαν ουσίες. Υποστήριζε όμως ότι δεν ήταν το επίκεντρο. Ότι απλώς συνόδευαν μια κουλτούρα που ήδη υπήρχε. Στην πραγματικότητα, εκείνη η περίοδος έμοιαζε με μια διαρκή υπέρβαση ορίων: σωματικών, ψυχικών, κοινωνικών. Και αυτή η υπέρβαση είχε κόστος. Με το πέρασμα των χρόνων, τα πάρτι σταμάτησαν. Ο μύθος ξεθώριασε. Εκείνος αποσύρθηκε από το προσκήνιο, προσπαθώντας να χτίσει μια άλλη εικόνα για τον εαυτό του. Μια ζωή πιο «κανονική», μακριά από τη δημόσια έκθεση. Όμως οι εντάσεις δεν εξαφανίστηκαν.
Μεταφέρθηκαν στο εσωτερικό του περιβάλλον, στο σπίτι, στις σχέσεις με τους πιο κοντινούς του ανθρώπους. Η μητέρα του ήταν πάντα παρούσα. Μια γυναίκα που για χρόνια βρισκόταν στη σκιά του, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στην προστασία και την ανοχή. Όταν εκείνη βρέθηκε νεκρή, η υπόθεση καλύφθηκε αρχικά από ασάφειες. Σενάρια, αμφιβολίες και σιωπές. Η αλήθεια ήρθε πολύ αργότερα. Και όταν αποκαλύφθηκε, κατέρρευσε μαζί της και ολόκληρο το αφήγημα της «ελεύθερης ζωής». Ο άνθρωπος που μιλούσε για οικολογία, συνείδηση και ένωση, αποδείχθηκε ικανός για την πιο ακραία πράξη βίας. Το έγκλημα δεν ακύρωσε απλώς το παρελθόν του. Το επαναπροσδιόρισε.
Πώς οι Αρχές εξιχνίασαν την υπόθεση
Ως φυσική συνέχεια του προηγούμενου αφηγήματος, η εικόνα που άρχισε να ξεδιπλώνεται για τους αξιωματικούς που χειρίστηκαν την υπόθεση της Ελένη Παπαδοπούλου δεν άφηνε πλέον περιθώρια για παρερμηνείες. Το καθοριστικό σημείο καμπής ήρθε από τα ευρήματα της Πυροσβεστικής στο διαμέρισμα της οδού Λυκαβηττού. Η έρευνα κατέδειξε ότι τόσο το σώμα της ηλικιωμένης γυναίκας όσο και ο χώρος γύρω της είχαν διαβραχεί με μεγάλη ποσότητα εύφλεκτου υγρού πριν εκδηλωθεί η φωτιά, μια πρακτική που παρέπεμπε ξεκάθαρα σε οργανωμένη ενέργεια και όχι σε ατύχημα της στιγμής. Παράλληλα, τα αποτελέσματα των τοξικολογικών εξετάσεων ήρθαν να ενισχύσουν τις υποψίες.
Στη σορό της 87χρονης εντοπίστηκε ηρεμιστική ουσία, ενώ το ποσοστό μονοξειδίου του άνθρακα στο αίμα της ήταν εξαιρετικά χαμηλό, μόλις 5%. Το εύρημα αυτό δεν συνάδει με θάνατο από εισπνοή καπνού, αλλά δείχνει ότι η γυναίκα είχε ήδη καταλήξει πριν η φωτιά εξελιχθεί. Την ίδια ώρα, στο μικροσκόπιο μπήκαν και οι καταθέσεις του γιου της. Οι αντιφάσεις του, κυρίως σε ό,τι αφορούσε το πότε επισκέφθηκε τελευταία φορά τη μητέρα του και πότε αντιλήφθηκε το περιστατικό, προκάλεσαν έντονο προβληματισμό στους αστυνομικούς.
Επιπλέον, η απουσία οποιουδήποτε ίχνους παραβίασης στο διαμέρισμα αποδυνάμωνε πλήρως το σενάριο εμπλοκής τρίτου προσώπου. Σταδιακά, η έρευνα ανέδειξε και το οικονομικό υπόβαθρο της υπόθεσης. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο γιος της χήρας του γνωστού πλαστικού χειρουργού και πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ, Γιάννη Παπαδόπουλου, αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, με χρέη που φέρεται να ξεπερνούσαν τις 400.000 ευρώ. Την ίδια στιγμή, επιθυμούσε την πώληση του διαμερίσματος στο Κολωνάκι, ένα σχέδιο στο οποίο η μητέρα του αντιδρούσε, παρά το γεγονός ότι είχε ήδη μπει πωλητήριο στο ακίνητο.
Όλα αυτά τα κομμάτια, τα εργαστηριακά ευρήματα, οι καταθέσεις, η έλλειψη ίχνους διάρρηξης και το οικονομικό κίνητρο, συντέθηκαν σε ένα παζλ που οδήγησε τις Αρχές στο συμπέρασμα ότι η φωτιά δεν ήταν παρά η τελευταία πράξη μιας προσεκτικά σχεδιασμένης σκηνοθεσίας. Έτσι, το πρωί της Παρασκευής, μετά την έκδοση σχετικού εντάλματος από τον εισαγγελέα που είχε ενημερωθεί αναλυτικά για την πορεία της έρευνας, οι αστυνομικοί προχώρησαν στη σύλληψη του γιου της 87χρονης, βάζοντας το πρώτο οριστικό τέλος σε ένα αφήγημα που επί τρία χρόνια παρουσιαζόταν ως τραγικό ατύχημα.
Πηγή: protothema.gr
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.























