Η πλατεία ήταν γεμάτη από τρακτέρ που είχαν κάτι από οργή …από οργή που δεν ξανάδα στη ζωή μου τη μισή…
Αυτή η παράφραση των στίχων του Διονύση γεννήθηκε στο μυαλό μου, σαν Χριστουγεννιάτικα, στη μεγάλη πλατεία της βασίλισσας του κάμπου, τρακτέρ ήρθαν και στήθηκαν απέναντι από το φωτισμένο έλατό της και στα μεγάφωνα ακουγόταν από τη μία ο Παπακωνσταντίνου, «…τα ίδια θάμαστε ακόμα μια χρονιά, δεν πουλάμε…», από την άλλη η Βανδή, «Χριστούγεννα ευτυχισμένα δεν γίνονται χωρίς εσένα…» και πάνω από τις μουσικές επιλογές των αγροτών και του Δήμου ηχούσαν, βροντούσαν μάλλον, οι κόρνες των τρακτέρ.
Τέτοια εικόνα δεν θυμάμαι να ματάδα, ούτε παρόμοιο σκηνικό. Στο μεταξύ η πόλη ολόφωτη μεν ψιλοέρημη δε.. .η αγορά άδεια σαν να πέρασε ίωση και δεν έγινε καλά, άμα γίνει κάποτε πείτε το μου να το ξέρω…
Και πώς να γίνει καλά; Τα είπαμε, τα γράψαμε, τα κουβεντιάσαμε, δεν έχει λεφτά ο κόσμος, δεν του φτάνουν, τελείωσε και το τσίμα τσίμα του, έφτασε στο αμήν…
Πού; Σε μια χώρα που από τη μία γεννάει χασαπάκια κι από την άλλη γιουροπροεδράκια, σε μια χώρα που έκανε(;) το θαύμα της επιστροφής στην οικονομική κανονικότητα, που από θαύμα ακόμη αντέχουν μικρομεσαίοι και μεροκαματιάρηδες, σε μια χώρα όπου φραπέδες και σαλτιμπάγκοι κάνουν πάρτυ με τα λεφτά άλλων, σε μια χώρα όπου περισσεύουν τα πτυχία και τα διδακτορικά, αλλά μάλλον έγιναν,-πάρτα Λίζα και κάντα κορνίζα*- σε μια χώρα που είναι ο παράδεισος για όλους τους άλλους εκτός από αυτούς που σε αυτήν ζούνε, όπως ζουν κι αν ζουν…
Σε μια χώρα που δεν μπορεί να προστατέψει τα δεκαπεντάχρονα που πάνε σχολείο και παίζουν ξύλο για πλάκα, που βγάζουν μαχαίρια, που αν επικρατήσουν απόψεις για νόμιμη οπλοκατοχή, σαν του συγγραφέα της Ρώμης, του ανακαινισμένου συζύγου της μαέστρου πια κι όχι τηλεπερσόνας θα βγάζουν και όπλα, σε μια χώρα που επέστρεψε τίτλοις στην Ευρώπη και που ζει μια συνεχιζόμενη φτωχοποίηση, παράλληλα με την ερημοποίηση της γης της που κάποτε ήταν έμορφη…Σε τούτη τη χώρα πώς οι άνθρωποί της να κάνουν στο σύνολό τους χορτάτες από όλα γιορτές;
Οι μισοί στα μπλόκα και οι άλλοι μισοί στα γρανάζια του νυχτομεροκάματου…τα φετινά Χριστούγεννα.
Έκανα ένα μικρό διάλειμμα και χαζεύοντας στα κοινωνικά δίκτυα είδα σε ένα βιντεάκι έναν νεαρό κτηνοτρόφο να χαϊδεύει την ουρίτσα από ένα αρνάκι και να λέει, «ένα αρνάκι αν του χαϊδεύεις την ουρά, νομίζει ότι είναι η μαμά του και πίνει περισσότερο γάλα!».
Το είδα και ένοιωσα να με αγκαλιάζει η χώρα που αγαπάμε, η χώρα η έμορφη, η αγαπησιάρικη… και ξέχασα λίγα από τα παραπάνω…Με κύκλωσε η άδολη η αγάπη…!
*Σταμάτης Κραουνάκης, Μακεδόνας Κώστας.
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.























