Tη νύχτα της 4ης Δεκεμβρίου του 1950 δυνάμεις της –τότε- Αστυνομίας Πόλεων, συνοδευόμενοι από αντιεισαγγελέα, δικαστή και ιατροδικαστή εισβάλουν στη μονή Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσας την οποία διοικούσε η διαβόητη «Μητέρα της Κερατέας». Μετά από μια επιχείρηση που κράτησε ως τις πρώτες πρωινές ώρες απελευθερώνονται 36 παιδιά και όπως αναφέρει ο τύπος της εποχής «αρκετές ημίγυμνες υποσιτισμένες και άρρωστες ηλικιωμένες γυναίκες δεμένες σε υπόγεια».
Στην ουσία επιβεβαιώνονται οι ψίθυροι που αργότερα έγιναν καταγγελίες σχετικά με τα όσα συνέβαιναν για πολλά χρόνια πίσω από τις κλειστές πόρτες του μοναστηριού. Βασανιστήρια, υποσιτισμός και αρπαγές περιουσιών που έκαναν την Ελλάδα της δεκαετίας του ’50 να ανατριχιάσει από την διαβολική δράση της Μαριάμ Σουλακιώτη, η οποία θεωρείται υπεύθυνη για δεκάδες ή κατά άλλους εκατοντάδες φρικτούς θανάτους.
Το παρελθόν της «Μητέρας της Κερατέας»
Υπολογίζεται ότι γεννήθηκε γύρω στο 1883 στην περιοχή και για τα πρώτα χρόνια της ζωής της ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε, πέρα από το γεγονός ότι σε νεαρή ηλικία εργάστηκε σε εργοστάσιο πριν χειροτονηθεί μοναχή.
Καθοριστικό για τη ζωή της αποδείχθηκε το σχίσμα στην Ορθόδοξη εκκλησία μετά την εισαγωγή του νέου ημερολογίου. Αρχικά η Μαριάμ Σουλακιώτη εντάχθηκε στους Παλαιοημερολογίτες το 1924, όμως δεν έμεινε εκεί, καθώς στη συνέχεια ακολούθησε τον επίσκοπο Ματθαίο, τον αυτοαποκαλούμενο αρχιεπίσκοπο Βρεσθένης, από τον οποίο πήραν απόσταση ακόμη και τα υπόλοιπα μέλη της εκκλησίας του παλαιού ημερολογίου.
Αυτή η απομόνωση οδήγησε ουσιαστικά στην αίσθηση ότι πάνω στο μοναστήρι (το οποίο ιδρύθηκε το 1927) δεν υπήρχε κανένας έλεγχος σχετικά με τις πρακτικές που υιοθετούνταν και σε μια εποχή με ελάχιστη πληροφόρηση, η δράση τους μπορούσε να μένει κρυφή.
Αν και επίσημα η θητεία της ως ηγουμένης αρχίζει το 1950, στην πραγματικότητα εκείνη ασκούσε ανάλογα καθήκοντα ήδη από το 1939 και κέρδιζε συνεχώς δύναμη και εξουσία όσο μεγάλωνε σε ηλικία ο Ματθαίος, τον οποίο τελικά διαδέχθηκε μετά τον θάνατό του. Ωστόσο σύμφωνα με τις μαρτυρίες αρκετά χρόνια νωρίτερα είχε αναλάβει πλήρως τα ηνία και είχε μετατρέψει ήδη ένα χώρο που θεωρητικά ανήκει στον Θεό, σε κολαστήριο.
Η σατανική δράση της
Ουδέποτε απαντήθηκε πλήρως το αν η Μαριάμ Σουλακιώτη ήταν μια απατεώνισσα που στόχευε στην υφαρπαγή περιουσιών προς όφελός της ή ένα σαδιστικό πλάσμα που ικανοποιούσε τις διαστροφές της βασανίζοντας κόσμο με πρόσχημα τον «εξαγνισμό». Πιθανότατα ήταν ένας συνδυασμός και των δύο που τελικά οδήγησε άγνωστο αριθμό ανθρώπων στο θάνατο (κάποιοι κάνουν λόγο ακόμη και για 500 θύματα) και άλλους σε μια ζωή στην εξαθλίωση.
Αρχικά φαίνεται ότι τα κίνητρα ήταν οικονομικά. Η Μαριάμ στόχευε στον προσηλυτισμό εύκολων θυμάτων, όπως χήρες ή ανύπαντρες γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας. Υποσχόταν ένα μέρος γεμάτο αγάπη και φροντίδα, αλλά στην πραγματικότητα εκείνο που επιζητούσε ήταν οι περιουσίες τους.
Σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά, έχοντας τον ουσιαστικό έλεγχο της μονής, οργάνωσε μια ομάδα που στην πραγματικότητα προσέγγιζε τραυματισμένες και μοναχικές ψυχές. Όταν έφταναν στο μοναστήρι επιχειρούσε να τις πείσει να δωρίσουν τα υπάρχοντά τους και αν δεν τα κατάφερνε έτσι, τότε ακολουθούσε το δρόμο των βασανιστηρίων…
Για παράδειγμα, μία από τις γυναίκες που την κατήγγειλαν αργότερα και οδήγησαν στη σύλληψή της, με το όνομα Ευγενία Μαργέτη, αποκάλυψε τα όσα πέρασε στα χέρια αυτής της στυγερής μοναχής, μέχρι να της παραχωρήσει 118.000.000 δραχμές… Όπως αναφέρει μάλιστα το πρακτορείο Reuters σε αφιέρωμά του, υπολογίζεται ότι με αυτόν τον τρόπο πέρασαν στα χέρια της περισσότερα από 300 ακίνητα αλλά και χρυσαφικά και κοσμήματα τεράστιας αξίας, πέρα φυσικά από τα μετρητά.
Οι δίκες
Συνολικά η Μαριάμ Σουλακιώτη κάθισε τρεις φορές στο εδώλιο για να λογοδοτήσει για τις πράξεις της. Τουλάχιστον για όσες μπόρεσαν οι Αρχές να στοιχειοθετήσουν κατηγορητήριο αφού τα πιο πολλά από τα θύματά της ήταν ήδη νεκρά.
Αρχικά οι πρώτες κατηγορίες αφορούσαν μόνο παράνομη εξαγωγή ελαιόλαδου στην Κύπρο και παράνομη εισαγωγή ελαστικών. Σταδιακά οι εισαγγελείς και οι ανακριτές προσέθεταν νέα στοιχεία στη δικογραφία, σε μια προσπάθεια να καταδικαστεί παραδειγματικά.
Στην δεύτερη και την τρίτη δίκη τα πράγματα άλλαξαν προς το δυσμενέστερο για εκείνη αφού πλέον αντιμετώπιζε κατηγορίες για ανθρωποκτονία, απάτη, πλαστογραφία διαθήκης, εκβιασμό, βασανιστήρια αλλά και τον εξ αμελείας θάνατο 150 παιδιών από φυματίωση. Μαζί της κατηγορήθηκαν ακόμη 13 μοναχοί και μοναχές, εκ των οποίων μόνο ένα άτομο καταδικάστηκε τελικά.
Όσο για την ίδια την διαβολική ηγουμένη, επέμεινε στην αθωότητάς της, υποστηρίζοντας ότι οι μάρτυρες κατηγορίας ξεστόμισαν «σατανικές μυθοπλασίες». Ωστόσο δεν έπεισε τους δικαστές, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί και τις 3 φορές. Την πρώτη της επιβλήθηκε ποινή 26 μηνών, την δεύτερη 10 χρόνια και την τρίτη άλλα 4.
«Έχω τη συνείδησή μου ήσυχη απέναντι στον θεό, ότι έπραξα το καθήκον μου απέναντι στα αδύνατα αυτά πλάσματα τα οποία με κατηγόρησαν στη δίκη» ήταν τα τελευταία λόγια που βγήκαν δημόσια από το στόμα της, πριν οδηγηθεί στις φυλακές Αβέρωφ όπου τελικά άφησε την τελευταία πνοή της στις 23 Νοεμβρίου 1954, σε ηλικία περίπου 71 ετών.
Ακόμη και σήμερα ο ακριβής αριθμός των ανθρώπων που έφυγαν από τη ζωή και μαρτύρησαν στα χέρια της παραμένει άγνωστος…
Πηγή: menhouse.gr
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
























