Του Μάξιμου Χαρακόπουλου
Η υπερψήφιση από τη βουλή των μέτρων που υλοποιούν τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, αποτελεί, δίχως υπερβολή, τομή στην ιστορία των φορολογικών μεταρρυθμίσεων της χώρας.
Πρώτον, λόγω των γενναίων προνοιών για τη μεγάλη πλειοψηφία των φορολογουμένων, καθώς επηρεάζει τουλάχιστον 4 εκατομμύρια συμπολίτες μας.
Δεύτερον, διότι έρχεται λίγα μόλις χρόνια μετά από τη ζοφερή περίοδο της χρεωκοπίας και των μνημονίων, σηματοδοτώντας, καθ’ αυτόν τον τρόπο, εμπράκτως και αμετακλήτως -εφόσον βεβαίως δεν επαναλάβουμε τα ίδια τραγικά λάθη-, την είσοδό μας σε μια νέα, ενάρετη εποχή υγιούς και στέρεης ανάπτυξης. Απότοκο, ασφαλώς για να μην το λησμονούμε, και της πολιτικής σταθερότητας που απολαμβάνουμε την ίδια περίοδο.
Οι φοροελαφρύνσεις καταδεικνύουν περίτρανα την ορθότητα της οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη από το 2019 μέχρι σήμερα. Μακριά από τις λανθασμένες πρακτικές που μας οδήγησαν στον γκρεμό. Όταν με δανεικά διαμορφώναμε ψευδή ευμάρεια.
Ορθώς η κυβέρνηση επιστρέφει στην κοινωνία το μέρισμα της ανάπτυξης των τελευταίων ετών, αποτέλεσμα της κοινής προσπάθειας όλων των Ελλήνων. Όχι άκριτα, αλλά εντός των δημοσιονομικών δυνατοτήτων. Ούτε, όμως, προσωρινά. Αντιθέτως, στοχευμένα και μόνιμα. Κι αυτό επιτυγχάνεται μέσω της μείωσης των φόρων, εκεί που οι κοινωνικές και εθνικές ανάγκες το επιβάλλουν, με σκοπό την ενίσχυση των πιο ευάλωτων στρωμάτων αλλά και την εν γένει άνοδο της ευημερίας των πολιτών. Έτσι, εκατομμύρια φορολογούμενοι θα δουν σύντομα σημαντικό όφελος στην τσέπη τους.
Ανάμεσα στα πολλά θετικά του νόμου διακρίνω δύο συν ένα σημεία που τα θεωρώ μείζονος σημασίας.
Το ένα είναι η σαφέστατη στόχευση για την τόνωση των δημογραφικών δεικτών. Δυστυχώς, είναι πλέον κοινός τόπος -όχι μόνον εντός της χώρας αλλά και στο εξωτερικό, όπως είδαμε από καταθλιπτικά για το μέλλον μας δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου και τα δυσοίωνα σχόλια του Έλον Μασκ- ότι η δημογραφική συρρίκνωση συνιστά τον μεγάλο εφιάλτη που απειλεί να εξαφανίσει την ίδια την εθνική μας υπόσταση. Εκτός κι ανληφθούν γενναία μέτρα για την αντιστροφή του κλίματος.
Το δημογραφικό ζήτημα, όμως, είναι συνυφασμένο πρωτίστως με την οικογένεια και με τη δυνατότητα των ζευγαριών να αποκτήσουν παιδιά. Επίσης, επηρεάζεται από τις ευνοϊκές ή μη συνθήκες παραμονής των νέων μας στην πατρίδα ή και επιστροφής όσων -και ήταν πολλοί- τα προηγούμενα χρόνια μετανάστευσαν.
Είναι σαφές ότι στα παραπάνω στοχεύουν τα ψηφισθέντα μέτρα, που περιλαμβάνουν μια κλιμακωτή μείωση της φορολογίας για τις οικογένειες, ανάλογα με τα παιδιά που έχουν. Βλέπουμε, δηλαδή, τον φόρο να πέφτει από 20% στο 18% για όσους έχουν ένα παιδί, στο 16% με δύο παιδιά, στο 9% με τρία παιδιά, και από 4 παιδιά και άνω ο φόρος να είναι μηδενικός. Ένα ουσιαστικό κίνητρο επομένως για όσους σκοπεύουν να αποκτήσουν παιδιά, και ιδιαίτερα αν θέλουν να γίνουν τρίτεκνοι ή και πολύτεκνοι. Και έρχεται το κράτος, όπως οφείλει, να τους επιβραβεύσει.
Αναμφίβολα, όλα αυτά θα έπρεπε να είχαν θεσπιστεί πολύ νωρίτερα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, γίνονται πραγματικότητα με αυτή την κυβέρνηση, που και αντιλαμβάνεται το πρόβλημα και θέλει να συμβάλει στην επίλυσή του και μπορεί να ασκεί ανάλογες πολιτικές.
Εδώ, άλλωστε, στοχεύει και η κατάργηση της φορολόγησης για όλους τους νέους μας μέχρι 25 ετών και με ετήσιο εισόδημα έως 20.000 ευρώ. Αλλά και ο φορολογικός συντελεστής για νέους έως 30 ετών, με ετήσιο εισόδημα από 10.000 έως 20.000 ευρώ, που μειώνεται στο 9%. Μπορεί κάποιοι να αναρωτηθούν πόσοι είναι οι νέοι που έχουν αυτά τα εισοδήματα. Ας κοιτάξουμε, όμως, πόσοι νέοι μας, με καλές σπουδές, συνεχίζουν να μεταναστεύουν, καθώς αναζητούν υψηλότερες αποδοχές. Η μηδενική ή η μειωμένη φορολόγηση συνιστά επομένως έναν παράγοντα που θα τον λάβουν υπόψη τους στο δίλημμα να φύγουν ή να μείνουν στην πατρίδα. Κι εμείς τους θέλουμε να μείνουν, να εργαστούν και να προσφέρουν στον τόπο τους.
Το δεύτερο σημείο είναι η αδήριτη ανάγκη αναζωογόνησης της ελληνικής περιφέρειας, η οποία φθίνει και μαραζώνει λόγω της πληθυσμιακής απίσχνασης. Η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 50% και από το 2027 η πλήρης απαλλαγή της κύριας κατοικίας σε οικισμούς έως 1.500 κατοίκους κινείται προς αυτή την κατεύθυνση. Όπως επίσης και η μείωση του ΦΠΑ κατά 30% στα νησιά του Βορείου Αιγαίου, του Έβρου και των Δωδεκανήσων με πληθυσμό έως 20.000 κατοίκους. Πρόκειται για μέτρα που δίνουν μια ανάσα στους κατοίκους αυτών των περιοχών. Ελπίζουμε, βέβαια, ότι σε αυτά θα προστεθούν και άλλα, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της πρωτογενούς παραγωγής, η οποία εσχάτως περνάει σοβαρή κρίση, λόγω πολλών αρνητικών συγκυριών.
Το τελευταίο σημείο των μέτρων, που προβλέπονται στον νέο νόμο και που θεωρώ ότι έπρεπε οπωσδήποτε να συμπεριληφθούν, αφορά στην ενίσχυση των εισοδημάτων για τα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος και της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, αλλά και του Διπλωματικού Σώματος. Οι υπηρεσίες αυτές, όπως βεβαίως και οι ένοπλες δυνάμεις και η δημόσια υγεία, συνιστούν τη ραχοκοκαλιά του κράτους. Για να επιτελούν το έργο τους, για να προσελκύουμε υψηλών προσόντων νέες και νέους σε αυτές τις υπηρεσίες πρέπει να υπάρχουν και ανάλογες αποδοχές. Η περίοδος των μνημονίων ψαλίδισε τα εισοδήματα κι αυτών των κατηγοριών. Όμως, η ανάπτυξη μάς επιτρέπει πλέον να αποκαθιστούμε σταδιακά τις μειώσεις.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μόνο όποιος είναι προκατειλημμένος θα αρνηθεί ότι τα μέτρα για την φορολογία δεν είναι υπέρ των πολιτών, δεν φέρνουν περισσότερη δικαιοσύνη στον τρόπο κατανομής των εισοδημάτων, δεν προσφέρουν ανακούφιση κυρίως στην μέση ελληνική οικογένεια και στους νέους μας. Εξάλλου, του λόγου το αληθές θα το δουν οι πολίτες σύντομα στην τσέπη τους. Η επιτυχία αυτή πιστώνεται στην συνετή οικονομική πολιτική που με συνέπεια εφαρμόζει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι Γενικός Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Λαρίσης, πρώην υπουργός.
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
























