Γράφει ο Γιώργος Καούνας
Η ποικιλομορφία των ετικετών καλπάζει ασύστολα σε μια οινική αγορά δίχως όρια. Οι επιλογές είναι φυσικό να αγκαλιάζουν μια ευρεία γκάμα φιαλών οι οποίες παρουσιάζουν, τα δικά τους χαρακτηριστικά ατόφια, εντός κι εκτός των συνόρων. Η λεπτομέρεια οπού κάνει τη διαφορά είναι η εξής. Το κριτήριο που επιλέγουμε την κάθε φιάλη! Τυχαία και μη. Υπάρχουν δυο δρόμοι. Εκείνος που κατευθύνεται συγκεκριμένα και εν γνώσει του, είναι και η εκάστοτε επιλογή του, κι εκείνος που αφήνεται στον παράγοντα τύχη. Παρατηρώντας στους χώρους του οίνου κάποιο -λαϊκό προσκύνημα- μας είναι δύσκολο να μαντέψουμε, ποια κριτήρια πρωταγωνιστούν στον εκάστοτε οινόφιλο κατά την επιλογή του. Η επιλογή ωστόσο παραμένει επιλογή.
Ο ελληνικός αμπελώνας και τα ελληνικά κρασιά παραμένουν στο προσκήνιο σε μια ευρωπαϊκή και παγκόσμια κλίμακα η οποία δείχνει να τα αγκαλιάζει συνεχώς. Τα εδάφη μας κάτι κάνουν σωστά. Και η προεργασία τους επίσης. Ο καθένας μπορεί να συντροφεύει τη δική του άποψη, ωστόσο η πραγματικότητα μιλάει από μόνη της. Είτε έτσι, είτε αλλιώς, το ελληνικό κρασί έχει ανοίξει εδώ και κάποια χρόνια τα φτερά του για νέους οινικούς ορίζοντες και γευσιγνωσίες, σε μέρη ξένα, όπου η ταυτότητα του φαίνεται πως αγαπιέται πλήρως.
Έχει σκεφτεί ποτέ κανείς να έχει δοκιμάσει κάποιος οινόφιλος εκτός συνόρων ( ευρωπαίος και μη) μια ελληνική ετικέτα δίχως να έχει προλάβει ο ίδιος ο Έλληνας να τη δοκιμάσει εντός των οινικών του συνόρων; Είναι μια τροφή για σκέψη αυτό. Σκεφτείτε έναν οινόφιλο τουρίστα να μας έβαζε στη θέση μας, περιγράφοντας άριστα μια ελληνική ετικέτα την οποία είτε δεν την έχει πάρει το μάτι μας, είτε δεν προλάβαμε να τη δοκιμάσουμε. Θα το χαρακτήριζε κανείς γκολ από τα αποδυτήρια. Ωστόσο δεν είναι κατακριτέο. Η ανάπτυξη και η συνεχής ανάδειξη νέων ποικιλιών- ετικετών πραγματοποιείται με ραγδαίους ρυθμούς.
Σ’ έναν παγκόσμιο χάρτη η Ελλάδα ίσα που φαίνεται. Ίσα που ξεχωρίζει. Μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό της ποσοτικά είναι ικανό να κάνει τα επόμενα οινικά βήματα εκτός συνόρων. Οι ποσότητές της δεν το επιτρέπουν εύκολα. Ωστόσο, έστω και με αυτές τις ποσότητες, μπορούμε να αφήσουμε το οινικό μας στίγμα να καλπάζει και να εντυπωσιάζει στα παγκόσμια και ευρωπαϊκά ποτήρια. Ασχέτως εάν δεν έχουμε προλάβει να δοκιμάσουμε όλες μας τις ετικέτες!!!
Αυτό θα μπορούσαμε να τονίσουμε πως στοχεύει σε δυο παραμέτρους. Από τη μια, αυτή η συνθήκη, αυτό το γεγονός, μας γεννά από το -τώρα- την επόμενη κληρονομιά και διαχρονικότητα. Το βαρύ φορτίο (με την καλή έννοια) που θα πρέπει να εξελίξουμε και να διαφυλάξουμε σαν ένα κομμάτι της ταυτότητάς μας. Μια παρακαταθήκη. Μας καλεί να αποκτήσουμε κουλτούρα και να γνωρίσουμε την κάθε ελληνική γουλιά. Να δώσουμε την αξία που αρμόζει στα ποιοτικά μας ποτήρια. Και από την άλλη παράλληλα, μας τοποθετεί σ’ έναν χώρο ακόμη πιο ανταγωνιστικό που καλούμαστε να αναμετρηθούμε με τις νέες για εμάς γεύσεις εκτός συνόρων. Οφείλουμε να γευόμαστε και τις οινικές λεπτομέρειες εκτός συνόρων, για να αναγνωρίζουμε τον προσανατολισμό μας. Τον γευστικό και αρωματικό. Να γίνουμε μέρος υπολογίσιμο σ’ έναν οινικό συναγωνισμό που η κάθε προσπάθεια θα είναι αποτέλεσμα κουλτούρας και φιλοσοφίας.
Η επιλογή πάντα θα παραμένει επιλογή. Είτε διαλέγουμε την εντός ή την εκτός πλευρά. Οφείλουμε όμως να κατανοήσουμε πως ο οινικός κόσμος, είναι ένας κόσμος χωρίς σύνορα και στοχεύει μόνον σ’ ένα πράγμα. Στην ανάδειξη των γεύσεων και της κουλτούρας. Της προσπάθειας και της φιλοσοφίας. Και πως μέσα σ’ αυτή την οινική κοινωνία, οφείλουμε να γνωρίσουμε τις γουλιές από άκρη σ’ άκρη.
Παρατηρώντας παράλληλα, πως από κάποιες αμυδρές κουκίδες στον χάρτη παρουσιάζονται τα μεγαλύτερα θαύματα και πως οι οινικές αυτοκρατορικές περιοχές πάντα θα καινοτομούν σ’ έναν κόσμο γεμάτο γεύσεις και αρώματα.
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
























