«Κλιματικά ουδέτερο προϊόν είναι αυτό για το οποίο υπολογίζονται οι εκπομπές CO₂ που προκύπτουν σε όλο τον κύκλο ζωής του, από την παραγωγή πρώτων υλών μέχρι και την τελική του χρήση, την απόρριψη ή ανακύκλωσή του. Οι επιχειρήσεις που παράγουν και διακινούν τέτοια προϊόντα προχωρούν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για μείωση εκπομπών (π.χ. επιλογή βιώσιμων υλικών, χαμηλή κατανάλωση ενέργειας) και αντιστάθμιση των υπολοίπων εκπομπών σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του προϊόντος, έτσι ώστε το προϊόν να καταλήγει να έχει μηδενικό «καθαρό» αποτύπωμα άνθρακα».
Αυτά μεταξύ άλλων τονίζει στο Αθηναϊκό -Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κ. Μάριος Τρίγκας, στο πλαίσιο μίας πρώτης σχετικής έρευνας που υλοποιήθηκε με επικεφαλής τον ίδιο, αναπληρωτή καθηγητή Δασικής Οικονομικής και Καινοτομίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας όπου επιχειρείται να καλυφθούν αυτά τα κενά, διερευνώντας τις γνώσεις, τις αντιλήψεις, τα κίνητρα και τα εμπόδια των Ελλήνων καταναλωτών σχετικά με τα κλιματικά ουδέτερα προϊόντα.
Όπως αναφέρει ο κ. Τρίγκας, η ανάλυση αυτών των παραγόντων είναι κρίσιμη για την προώθηση της βιώσιμης κατανάλωσης και την επίτευξη των στόχων για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και στη χώρα μας. Η έρευνα διεξήχθη στις αρχές του 2025 (Ιανουάριος – Μάρτιος) και περιλαμβάνει απαντήσεις 200 συμμετεχόντων.
Από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι οι συμμετέχοντες στην έρευνα διαθέτουν περιορισμένη ως μέτρια γνώση για το τί είναι ένα κλιματικά ουδέτερο προϊόν ενώ γνωρίζουν επίσης σε μέτριο βαθμό, ότι η ΕΕ έχει εκδώσει οδηγία και μεθοδολογίες για τον υπολογισμό του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των προϊόντων και των οργανισμών.
Χαρακτηριστικά είναι τα ευρήματα κατά τα οποία οι συμμετέχοντες δεν είναι σίγουροι για το τι είναι οι αντισταθμίσεις εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και ότι οι απομακρύνσεις διοξειδίου του άνθρακα (carbon removals) μπορούν να επιτευχθούν από διαφορετικά έργα/προϊόντα όπως είναι τα έργα δασοκομίας και τα προϊόντα ξύλου. Επιπλέον, τείνουν να αγνοούν ότι οι πιστώσεις άνθρακα (carbon credits) μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εμπορίας σε υποχρεωτικές και εθελοντικές αγορές (compliance and voluntary carbon markets) και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και η χώρα μας έχουν δεσμευτεί να επιτύχουν κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Σύμφωνα με την έρευνα, τα κριτήρια με τα οποία οι Έλληνες καταναλωτές θα προχωρούσαν στην αγορά κλιματικά ουδέτερων προϊόντων, αφορούν δύο βασικές κατηγορίες που αφορούν κριτήρια ποιότητας και κριτήρια περιβαλλοντικής προστασίας μέσα από την επιλογή τους αυτή.
Πιο συγκεκριμένα προκύπτει ότι θεωρούν σημαντικό το βαθμό ασφάλειας και υγιεινής που τους προσφέρει ένα προϊόν προκειμένου να προβούν στην αγορά του, την ποιότητα των υλικών και τη λειτουργικότητα του προϊόντος. Μέτρια σημαντική έως σημαντική θεωρούν τη σχέση ποιότητας-τιμής καθώς και την αντοχή του στο χρόνο. Αναφορικά με το κριτήριο της περιβαλλοντικής προστασίας, η έρευνα ανέδειξε πως οι συμμετέχοντες θεωρούν σημαντικό κριτήριο τον βαθμό περιβαλλοντικής προστασίας που επιτυγχάνει ένα προϊόν.
Μέτρια σημαντικούς έως σημαντικούς παράγοντες θεωρούν την αειφορία στην αξιοποίηση των φυσικών πόρων, τη δυνατότητα επανάχρησης – ανακατασκευής – ανακύκλωσης του προϊόντος και την ύπαρξη περιβαλλοντικής πιστοποίησής. Μέτρια σημαντικό θεωρούν το βαθμό μείωσης αερίων του θερμοκηπίου και μετριασμού της κλιματικής αλλαγής.
Ωστόσο, το 23% δήλωσε ότι θα ήταν διατεθειμένο να πληρώσει 50% και άνω σε σχέση με ένα συμβατικό προϊόν, το 35% δήλωσε πως θα ξόδευε 20-50% παραπάνω, και το 9,5% ανέφερε μικρές αυξήσεις της τάξης έως 10%. Σημαντικό είναι επίσης πως το 63,5% των ερωτηθέντων θα άλλαζαν ένα προϊόν καθημερινής χρήσης με ένα αντίστοιχο βασισμένο στην κλιματική ουδετερότητα προκειμένου να βοηθήσουν το περιβάλλον και να βελτιώσουν την καθημερινότητα τους, το 16,5% θα το αντάλλαζαν αν βοηθούσε στην καθημερινότητά τους, το 9,5% πιθανόν να το αντάλλαζαν γιατί τους ενδιαφέρει το περιβάλλον, το 7,5% αν ήταν απαραίτητο για την υγεία τους και το 3% αν ήταν φθηνότερο. Επιπλέον, θεωρούν σημαντικά ως χαρακτηριστικά του κλιματικά ουδέτερου προϊόντος τις μειωμένες εκπομπές αεριών του θερμοκηπίου καθώς και την μειωμένη κατανάλωση ενέργειας σε όλα τα στάδια του κύκλου ζωής του.
Ποια θεωρούν οι καταναλωτές πως είναι τα αναμενόμενα οφέλη από την αγορά κλιματικά ουδέτερων προϊόντων;
Οι ερωτηθέντες, σύμφωνα με τον κ. Τρίγκα, θεωρούν μέτρια έως σημαντική την εμπιστοσύνη των καταναλωτών ότι οι ισχυρισμοί των επιχειρήσεων σχετικά με τη βιωσιμότητα υποστηρίζονται από επιστημονική αξιολόγηση. Μέτρια σημαντική είναι η πρόσβαση των καταναλωτών σε αξιόπιστες και ολοκληρωμένες περιβαλλοντικές πληροφορίες σχετικά με τα προϊόντα και τους οργανισμούς, η διασφάλιση της συμμόρφωσης με τους επικείμενους κανονισμούς και νόμους για τις επιχειρήσεις, η αξιόπιστη υποστήριξη για αξιόπιστους και επαληθεύσιμους ισχυρισμούς βιωσιμότητας, η ενίσχυση της φήμης των επιχειρήσεων και η προσέλκυση καταναλωτών με οικολογική συνείδηση, η βελτίωση της αποδοτικότητας των πόρων με αποτέλεσμα την εξοικονόμηση κόστους.
Επιπλέον, αναδείχθηκαν οφέλη όπως η ενδυνάμωση της λήψης ενημερωμένων και περιβαλλοντικά υπεύθυνων αποφάσεων αγοράς, η αυξημένη διαφάνεια στις δηλώσεις βιωσιμότητας, μείωση του κινδύνου προβολής ψευδούς οικολογικής ταυτότητας και ότι οι εταιρείες αξιολογούν με ακρίβεια και μειώνουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των προϊόντων και των δραστηριοτήτων τους.
Συνολικά, καταλήγει τονίζοντας ο ίδιος, οι απαντήσεις των γυναικών ανέδειξαν μεγαλύτερη ευαισθησία για τα θέματα αειφορίας. Αναφορικά με την ηλικία, υψηλά επίπεδα γνώσεων για τα κλιματικά ουδέτερα προϊόντα και την κλιματική ουδετερότητα παρατηρήθηκαν σε άτομα ηλικίας 16-20 ετών και άνω των 60. Συνολικά, πιο θετική στάση για την αειφορία ανέδειξαν άτομα με πολύ υψηλό εισόδημα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.