Γράφουν οι Κώστας Γκούμας – Τάσος Μπαρμπούτης*
Α. Το πρώτο μισό της δεκαετίας που διανύουμε υπήρξε οδυνηρό για την Θεσσαλία. Οι τρείς κυκλώνες (Ιανός, Ντάνιελ και Ελίας) που την έπληξαν προκάλεσαν έντονα πλημμυρικά φαινόμενα με αποτέλεσμα πολλαπλές καταστροφές σε όλη της την έκταση, αφήνοντας ανεπούλωτες πληγές και βαθύ το αποτύπωμα στην κοινωνία αλλά και στην οικονομία της περιοχής.
Μοιραία πλέον οδηγούμαστε στο ερώτημα εάν και σε ποιο βαθμό μπορούμε να αισθανόμαστε ασφαλείς απέναντι σε παρόμοιες καταστάσεις. Και μια αντικειμενική απάντηση σίγουρα δεν δημιουργεί αίσθηση ασφάλειας και αισιοδοξίας. Ορισμένοι αποδίδουν συλλήβδην στην εντεινόμενη κλιματική κρίση όλα όσα μας συμβαίνουν. Κατά κόρον οι κυβερνήσεις που αναζητούν άλλοθι για την εγκληματική τους ανεπάρκεια. Πλημμύρες υπήρχαν ανέκαθεν. Η κλιματική κρίση δεν «ευθύνεται» για την δημιουργία τους αλλά για την σημαντική αναβάθμιση της έντασης και της επικινδυνότητάς τους, καθώς και για την αυξημένη συχνότητα εκδήλωσης των φαινομένων. Κατ’ επέκταση αυξημένες είναι και οι υποχρεώσεις του κράτους για την προστασία μας.
Να όμως που η κυβέρνηση, όπως και στον τομέα της διαχείρισης των υδάτων, δεν επέδειξε την απαραίτητη για τόσο κρίσιμα ζητήματα υπευθυνότητα. Ουδέποτε υπήρξε μια συνολική αξιολόγηση των συμβάντων και της επάρκειας του όποιου αντιπλημμυρικού σχεδιασμού, μία εκτίμηση της συμπεριφοράς των υποδομών, ένας απολογισμός ανταπόκρισης της διοίκησης στην αντιμετώπιση των δύσκολων καταστάσεων που δημιουργήθηκαν. Ούτε βεβαίως υπήρξε ένας συνολικός και τεκμηριωμένος οικονομικός απολογισμός των ζημιών, είτε αυτές αφορούν σε κρατικές υποδομές, είτε σε ιδιωτικές περιουσίες.
Αλλά και η ανταπόκριση στις οικονομικές και κοινωνικές της υποχρεώσεις (άμεσες ενισχύσεις, καταβολή αποζημιώσεων, στέγαση πληγέντων κλπ.) υπήρξε προβληματική. Ακόμη και σήμερα για παράδειγμα οι κάτοικοι της Μεταμόρφωσης αναμένουν λύση στο πρόβλημά τους, ενώ αγρότες και κτηνοτρόφοι χρειάστηκε να οργανώσουν αγωνιστικές κινητοποιήσεις διεκδικώντας την καταβολή των οφειλόμενων και την τήρηση των υπεσχημένων.
Αντίθετα, σε αξιόλογα επίπεδα κινήθηκε η κυβέρνηση στον τομέα της επικοινωνίας. Συχνές, κατά κανόνα άσκοπες, παρουσίες υπουργικών κλιμακίων, έντονη προβολή των πρώτων έργων αποκατάστασης και καθαρισμού, καλλιέργεια ελπίδων και εφησυχασμού, καμία αναφορά ή εξήγηση για όσα (παρά τις υποσχέσεις) δεν έγιναν. Και βεβαίως απουσία συγκεκριμένων δεσμεύσεων για τους πόρους που πρέπει και θα διατεθούν για την ασφάλειά μας από πλημμύρες στο μέλλον.
Β. Πολλοί μας ρωτάνε εάν υπάρχει σχεδιασμός για την αντιπλημμυρική προστασία.
Η αλήθεια είναι πως υπάρχει ευρωπαϊκή οδηγία που υποχρεώνει τα κράτη-μέλη να εκπονούν Σχέδια προσδιορισμού και Διαχείρισης των Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ) σε όλα τα υδατικά διαμερίσματα της κάθε χώρας. Τέτοια Σχέδια εκπονήθηκαν και εγκρίθηκαν και από τις ελληνικές κυβερνήσεις και μάλιστα συνοδεύονται από εγκεκριμένη Στρατηγική μελέτη για την αντιμετώπιση των όποιων περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Όμως, παρότι με αυτά μία κυβέρνηση ανταποκρίνεται στις θεσμικές της υποχρεώσεις προς την ΕΕ, στην πράξη μόνο του ένα ΣΔΚΠ δεν προσφέρει ΑΣΦΑΛΕΙΑ από τις πλημμύρες. Απαιτείται στη συνέχεια να συγκεκριμενοποιηθούν τα έργα και οι επεμβάσεις που πρέπει να γίνουν για να προστατέψουν ανθρώπους, οικισμούς, εγκαταστάσεις στην ύπαιθρο (κτηνοτροφικές και βιομηχανικές μονάδες, οδικά έργα, γέφυρες, σιδηροδρομικές υποδομές κοκ), καθώς και την πολύτιμη αγροτική γη. Αυτό απαιτεί εφαρμοστικό πλάνο (masterplan), με κατάταξη των έργων κατά προτεραιότητα, τεχνικές μελέτες, χρηματοδότηση και τελικά κατασκευή και λειτουργία τους. Δυστυχώς από την κυβέρνηση δεν δρομολογήθηκαν τέτοιες διαδικασίες για την Θεσσαλία.
Και επειδή και η νυν και οι παλαιότερες κυβερνήσεις επικαλούνται συνεχώς την έλλειψη χρημάτων, παρατηρούμε την αντίφαση να δαπανούνται χρήματα που θα μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν σε αντιπλημμυρικά έργα.
Ενδεικτικά, αυξάνονται σημαντικά οι επενδύσεις για στρατιωτικούς σκοπούς που ενδεχόμενα υπερβαίνουν τις ανάγκες της εθνικής μας άμυνας.
Βιώνουμε επίσης από διαδοχικές κυβερνήσεις μία υπέρμετρη στήριξη «πράσινων» πολιτικών για την επιδοτούμενη από ΑΠΕ παραγωγή ενέργειας, παρότι όπως και οι ίδιοι οι μεγαλοπαραγωγοί ομολογούν πως σημαντικό μέρος της πάει κυριολεκτικά χαμένο (πρόσφατες δηλώσεις Ευ. Μυτιληναίου : «…έως και το 25% της παραγόμενης ενέργειας από ΑΠΕ χάνεται, καθώς το δίκτυο δεν μπορεί να την απορροφήσει»). Το αποτέλεσμα είναι οι καθημερινοί άνθρωποι της δουλειάς να πληρώνουν πανάκριβα το ηλεκτρικό ρεύμα και ταυτόχρονα τα κέρδη των ολιγοπωλίων της ενέργειας σταθερά να ενισχύονται.
Και φυσικά δύσκολα μπορεί κανείς να ξεχάσει τα «πάρτι» με τα σκάνδαλα, όπως πχ. στον ΟΠΕΚΕΠΕ, που τα πρόστιμα ανέρχονται σε δεκάδες εκατ. ευρώ (ίσως κάποια δις).
Αυτά λοιπόν αποδεικνύουν πως «λεφτά υπάρχουν» όταν οι κυβερνήσεις και η διοίκηση κάνουν σωστά τη δουλειά τους και είναι δική τους η ευθύνη που οι λοβιτούρες τους μας στερούν άκρως αναγκαία έργα για την ασφάλεια και την προκοπή στον τόπο μας.
Γ. Ας δούμε όμως τι έγινε έως σήμερα για τις πρόσφατες πλημμύρες.
Σε ότι αφορά στην αποκατάσταση οδικών και σιδηροδρομικών υποδομών, η κυβέρνηση δρομολόγησε έργα ύψους 1,35 δις ευρώ και ήδη εκτελούνται.
Επίσης για αποκαταστάσεις και καθαρισμούς ποταμών δόθηκαν χρήματα ύψους 100-110 εκατ. ευρώ στην Περιφέρεια που εκτελεί ήδη τις σχετικές εργολαβίες. Θετική οπωσδήποτε εξέλιξη. Όμως ας μην μας διαφεύγει πως με τις αποκαταστάσεις αυτές τα υφιστάμενα (πληγέντα) έργα που μας προστάτευαν από τις πλημμύρες (και που, δυστυχώς, δεν είχαν την κατάλληλη συντήρηση), απλά και μόνο θα επανέλθουν στην πρότερη κατάστασή τους. Εννοείται όμως πως αυτό δεν αρκεί. Από την ένταση των φαινομένων και τις αναμενόμενες αυξημένες πλημμυρικές ροές αποδείχθηκε ότι σε πολλές περιοχές απαιτείται επανεξέταση των παλαιών αντιπλημμυρικών έργων και συγκεκριμένα σημαντική διεύρυνση ζωνών πλημμύρας, ανύψωση αντίστοιχων αναχωμάτων, άρση μόνιμων ή/και περιστασιακών εμποδίων (ακόμη και κτισμάτων !), επανασχεδιασμός γεφυρών κλπ.
Αυτά τα έργα, δηλαδή οι ουσιαστικές υποδομές για την μελλοντική προστασία μας, εκτιμάται πως θα απαιτήσουν πολλαπλάσια από όσα διατέθηκαν για τις αποκαταστάσεις, χρήματα ή, έστω, δεσμεύσεις που δεν έχουμε δει έως σήμερα. Και να σκεφθεί κανείς πως εάν προγραμματισμένα και συστηματικά το κράτος είχε κατασκευάσει όλα αυτά τα χρόνια (πριν την εκδήλωση των ισχυρών πλημμυρικών φαινομένων) τις κατάλληλες υποδομές, οι καταστροφές θα ήταν αρκετά λιγότερες και οι σημερινές απαιτήσεις χρηματοδότησης κατά πολύ μικρότερες.
Ας μην παραλείψουμε ακόμη τις αυξημένες απαιτήσεις σε τεχνικό προσωπικό για τις ανάγκες τακτικών ελέγχων και συντήρησης των υποδομών αυτών, που στα πρόσφατα φαινόμενα των τελευταίων ετών βρέθηκαν σε αρκετές περιπτώσεις χωρίς εσωτερική προστατευτική επένδυση (λιθορριπές), με απομείωση ύψους, αναχώματα «κομμένα» αυθαίρετα για ανεμπόδιστη διέλευση κάποιων ασυνείδητων κοκ.
Τέλος από την κυβέρνηση βρίσκεται σε εξέλιξη η εκπόνηση μελετών για τα χρήσιμα έργα ορεινής υδρονομίας, ενώ παράλληλα εξασφαλίστηκε χρηματοδότηση 200 εκατ. ευρώ για την κατασκευή τους που, όπως ανακοινώθηκε, θα αρχίσει εντός του 2026.
Σε ότι αφορά στην Περιφέρεια, προχώρησε από μόνη της σε αυτό που στα προηγούμενα εντοπίσαμε ως προϋπόθεση για τα επόμενα βήματα, δηλαδή την εκπόνηση ενός επιχειρησιακού Σχεδίου (masterplan), για το σύνολο των αναγκαίων έργων αντιπλημμυρικής προστασίας στις διάφορες υπολεκάνες του Πηνειού [δες σχετική συνέντευξη, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ,14/9/25].
Μια ενέργεια που εξασφαλίζει το βασικό εργαλείο στρατηγικού σχεδιασμού για την αντιπλημμυρική μας θωράκιση. Μια ενέργεια όμως που θεσμικά ήταν υποχρέωση της κεντρικής διοίκησης (απορρέει από τον εγκεκριμένο ΣΔΚΠ), υποχρέωση στην οποία η κυβέρνηση δεν ανταποκρίθηκε.
[Το ίδιο δυστυχώς συμβαίνει με όλα τα υδατικά έργα στη Θεσσαλία, εφόσον ο σχεδιασμός που εγκρίθηκε δεν εφαρμόζεται και η κυβέρνηση, χωρίς το απαραίτητο masterplan, συνεχίζει να επιδίδεται σε επικοινωνιακά τρυκ και να κρύβεται πίσω από το Σχέδιο υδάτων (ΣΔΛΑΠ), όπως και με το ΣΔΚΠ, παριστάνοντας πως με αυτά εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της….].
Ενόψει αυτού του του επιχειρησιακού σχεδιασμού, η Περιφέρεια εξασφάλισε περίπου 45 εκ ευρώ ώστε ένα μέρος των έργων που θα προκύψουν από τις μελέτες αυτές να δημοπρατηθούν ενιαία και μάλιστα να αρχίσει η κατασκευή τους τον επόμενο χρόνο.
Θετική οπωσδήποτε πρωτοβουλία και πολύ σημαντικό βήμα στην αντιπλημμυρική μας προστασία, που θέτει και την κυβέρνηση προ των ευθυνών της υποδεικνύοντας τον δρόμο του προγραμματισμού, της μελέτης και κατασκευής όλων αυτών των αντιπλημμυρικών έργων (που απαιτούνται και είναι της αρμοδιότητάς της).
Συνεπώς, με καθαρούς πλέον στόχους, από κοινού οι φορείς της Θεσσαλίας και η Περιφέρεια, οφείλουν να ασκήσουν πίεση προς την κυβέρνηση, τον πρωθυπουργό και το επιτελείο του για εξασφάλιση των αναγκαίων οικονομικών πόρων και ένα δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης των έργων, ώστε ο επόμενος κυκλώνας να μην προκαλέσει και πάλι θανάτους και οικονομικές καταστροφές στη Θεσσαλία.
Και σε αυτά θα πρέπει να προταχθούν και εκείνα τα έργα πολλαπλού σκοπού που ευθέως συνδέονται τόσο με την λειψυδρία, όσο και με την αντιπλημμυρική προστασία (ενδεικτικά : Μουζάκι, Σκοπιά Φαρσάλων, Πύλη, Νεοχώρι), τα οποία επανειλημμένα (ακόμη από την περίοδο της αντιπολίτευσης της ΝΔ) ο πρωθυπουργός υποσχέθηκε στους θεσσαλούς, χωρίς όμως στο σύντομο μέλλον να είναι ορατή η κατασκευή και λειτουργία τους.
*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ
*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.