Του Λάμπρου Αναγνωστόπουλου
Μία συναυλία – σταθμός για τη φετινή σεζόν θα λάβει χώρα στην πόλη μας, αφιερωμένη στον Μίκη Θεοδωράκη, μεθαύριο Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου, στο Κηποθέατρο Αλκαζάρ, στις 9:30 το βράδυ. Το αφιέρωμα θα εστιάσει στις μεγάλες λαϊκές δημιουργίες του αείμνηστου σπουδαίου συνθέτη.
Βασικός ερμηνευτής ο Αλέξανδρος Τσιωνάς και μαζί η Αντωνία Βισβίκη, συντροφιά με τους γνωστούς συνοδοιπόρους τους επί σειρά ετών μουσικούς.
Θα ακουστούν τραγούδια που αποτελούν πια έναν συνεκτικό κρίκο των σύγχρονων Ελλήνων, έναν κοινό τόπο αναφοράς, από οποιαδήποτε καταγωγή, τάξη ή πολιτικό χώρο κι αν προέρχονται. Παράλληλα όμως θα ακουστούν και κάποια όχι τόσο γνωστά λαϊκά τραγούδια του Μίκη από τους δίσκους «Στην Ανατολή», «Διόνυσος», «Ασίκικο Πουλάκι», τα οποία σπάνια παρουσιάζονται λόγω της ιδιαιτερότητάς τους και της ερμηνευτικής ωριμότητας που απαιτούν.
Για τη σημασία του έργου του Μίκη Θεοδωράκη, για το «αποτύπωμα» που άφησε ο ίδιος, για τα τραγούδια που θα ακουστούν και πολλά άλλα συνομιλήσαμε με την Αντωνία Βισβίκη και τους μουσικούς Σπύρο Καβαλλιεράτο, Πέτρο Παππά και Κώστα Ταμβακά.
Ο Μίκης Θεοδωράκης και το «αποτύπωμα» που έχει αφήσει
Η αλήθεια είναι ότι όλες οι προηγούμενες συναυλίες- αφιερώματα στους μεγάλους μας συνθέτες και καλλιτέχνες είχαν πολύ μεγάλη απήχηση. Στην ερώτηση όμως γιατί κάποιος να επιλέξει να παρακολουθήσει μια ακόμη συναυλία με τον Μίκη Θεοδωράκη, η απάντησή τους είναι αποστομωτική:
«Μπορεί να σκέφτονται πολλοί ότι υπάρχει ένας κορεσμός σε σχέση με τον Θεοδωράκη. Είναι σημαντικό να πούμε ότι ο ίδιος και η οικογένειά του αφήνουν ελεύθερο το έργο του να παιχτεί, σε αντίθεση με άλλους μεγάλους καλλιτέχνες που έχουν φύγει από τη ζωή. Ήταν όρος στη διαθήκη του η μουσική του να παίζεται ελεύθερα. Δεν νομίζουμε ότι ποτέ κανένας μετάνιωσε που παρακολούθησε μια συναυλία με τραγούδια του Θεοδωράκη οπότε ίσως και να μην υφίσταται καν ως ερώτημα. Πάντα υπάρχει η ανάγκη να ακουστούν τα τραγούδια του».
Για τη σημασία της μουσικής γλώσσας αλλά και το αποτύπωμα που άφησε ο Μίκης Θεοδωράκης:
«Το θέμα είναι ποια είναι η μουσική μας γλώσσα ως χώρα. Όταν θέλει ένας νέος να ξεκινήσει να παίζει έχουμε ζήτημα γλώσσας, δηλαδή που θα γράψει; Παλιά υπήρχε αυτό το ερώτημα. Μετά τον Θεοδωράκη και για κάποιο χρονικό διάστημα – γιατί σήμερα έχουν αλλάξει πάλι τα πράγματα – ένας συνθέτης μπορούσε να γράψει σε αυτό που λεγόταν έντεχνο λαϊκό. Αυτό που έκανε ο Ξαρχάκος, ο Μαρκόπουλος και ό,τι θεωρούμε έντεχνο μέχρι το 2000 περίπου έχει καθοριστεί από τη γλώσσα που επέβαλε ο Θεοδωράκης.
Μάλιστα ο ίδιος ήταν βαθιά πολιτικοποιημένο άτομο και ασχολούταν με τα προβλήματα της κοινωνίας, δεν έγραφε για αγάπες και λουλούδια μόνο. Γιατί στην πραγματική του ζωή κατατάχτηκε σε μια πλευρά της ιστορίας με εξορίες, με φυλακές, με πολλά εμπόδια που λέμε. Το επίτευγμα του Θεοδωράκη ήταν ότι κατάφερε να γίνει αποδεκτή ευρύτερα η λαϊκή μουσική η οποία μέχρι τότε τραγουδιόταν και παιζόταν μόνο από την εργατική τάξη, οπότε με έναν τρόπο κατάφερε να ενώσει όλους τους Έλληνες.
Είναι λοιπόν η επέτειος των 100 χρόνων από τη γέννησή του. Όταν κινείσαι σε αυτόν τον χώρο και αγαπάς τον Μίκη Θεοδωράκη, προφανώς και θέλεις κι εσύ να αποτίσεις τον δικό σου φόρο τιμής στο έργο ενός ανθρώπου ο οποίος έχει καθορίσει τη μουσική πραγματικότητα στην Ελλάδα και έχει συνδεθεί διαταξικά με τους Έλληνες. Είναι μια πρόκληση».
Η επιλογή των τραγουδιών
Ο Θεοδωράκης έχει γράψει χιλιάδες τραγούδια σε διαφορετικά είδη, οπότε τους ρωτάμε αν η επιλογή των τραγουδιών σε ένα μεγάλο μουσικό αφιέρωμα – ειδικά όταν πρόκειται για έναν συνθέτη όπως ο Μίκης Θεοδωράκης – είναι ένα σύνθετο και απαιτητικό θέμα για τους καλλιτέχνες και την ορχήστρα. Στη δική τους συναυλία μάλιστα έχουν επιλέξει «τα λαϊκά του Θεοδωράκη».
«Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι η ιδέα ξεκίνησε από τον Δημήτρη Καρβούνη, τον μεγάλο μαέστρο, εκείνος μας πρότεινε να ασχοληθούμε με κάποια τραγούδια που θεωρούσε επίσης σημαντικά. Αποφασίσαμε λοιπόν να κάνουμε μια συναυλία με τα λαϊκά του τραγούδια κυρίως.
Προσπαθήσαμε να έχουμε μια ισορροπία ανάμεσα στα γνωστά και αγαπημένα τραγούδια του Θεοδωράκη και κάποια ίσως πιο άγνωστα. Είμαστε τυχεροί που ζούμε σε μια μικρή χώρα με μεγάλους όμως ανθρώπους και μουσικούς. Ο Θεοδωράκης και ο Χατζηδάκις είχαν πολλά πεδία, γνώριζαν να γράψουν συμφωνική μουσική αλλά ταυτόχρονα αγάπησαν και το λαϊκό τραγούδι. Και είχαν και την τόλμη μπορούμε να πούμε να το πραγματοποιήσουν, να βάλουν δηλαδή ένα μπουζούκι σε μια συμφωνική ορχήστρα».
Προετοιμασία, δουλειά και πρόβες
H διαδικασία των προβών για μια συναυλία, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για αφιέρωμα σε έναν τέτοιο συνθέτη μοιάζει να είναι δύσκολη, απαιτητική και συχνά επίπονη, τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Τι απαντούν οι μουσικοί;
«Είμαστε μεγάλη ορχήστρα, χρειαζόμαστε έναν μπούσουλα γιατί δεν είμαστε μόνο μια κιθάρα και ένα μπουζούκι. Οι πρόβες είναι επίπονες αλλά χαιρόμαστε κιόλας γιατί βρισκόμαστε μετά από κάποιο διάστημα όλοι μαζί και είναι μια διαδικασία θα λέγαμε που την απολαμβάνουμε με κορύφωση τη συναυλία. Παίζουμε μαζί περίπου 15-20 χρόνια, έχουμε παίξει από λαϊκά μέχρι βραζιλιάνικα, οπότε το καλό μέσα από τη γόμωση που έχει προκύψει αυτά τα χρόνια είναι ότι πολλά πράγματα λειτουργούν εύκολα.
Μας βοηθάει και η πόλη με την έννοια ότι εδώ μπορείς εύκολα να βρεθείς. Αν ήμασταν στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη ίσως να ήταν διαφορετικά τα πράγματα, οπότε νιώθουμε μια λαρισαϊκή ορχήστρα.
Πολλοί από το κοινό της πόλης μας έχουν αγκαλιάσει μέσα στα χρόνια, υπάρχει ωραία ανατροφοδότηση κι αυτό μας έχει δώσει και ένα μεγάλο κίνητρο, να συνεχίζουμε. Η ανταπόκριση του κόσμου τον χειμώνα που κάναμε μερικές συναυλίες στο Circus ήταν πολύ μεγάλη. Ήταν μια ευχάριστη έκπληξη για εμάς».
Η αισθητική του ήχου
Ο ρόλος της αισθητικής του ήχου συνήθως σε μια μουσική συναυλία και ιδίως σε ένα αφιέρωμα σε έναν μεγάλο συνθέτη είναι κεντρικός και καθοριστικός. Δεν αφορά μόνο το τι παίζεται, αλλά πώς παίζεται και πώς φτάνει αυτό στον ακροατή.
«Δίνουμε μεγάλη βαρύτητα σε αυτό. Δεν κουμπώνουμε που λέμε απλώς τα καλώδια και παίζουμε. Ξεκινήσαμε με πρωταρχικό στόχο να κρατήσουμε την αισθητική του ήχου και για εμάς και για το κοινό. Θυμάμαι συναυλίες του Χατζηδάκι όπου δεν ακούγονταν ούτε τα τζιτζίκια, τέτοια δυναμική υπήρχε στον ήχο, στο δυνατό και στο σιγανό. Είναι κι αυτή βεβαίως μια αισθητική, μια ροκ πιθανώς αισθητική, δεν είναι μια αισθητική όμως που μπορεί να περιγράψει το είδος που παίζουμε.
Προσπαθούμε επίσης να ξεφύγουμε από τον αθηνοκεντρικό χαρακτήρα των περισσότερων συναυλιών που γίνονται στο Κηποθέατρο. Οι οποίες είτε από τους δημόσιους είτε από τους ιδιωτικούς φορείς καθορίζονται από κάποια γραφεία των Αθηνών πολλές φορές. Δεν σημαίνει ότι δεν γίνονται αξιόλογες συναυλίες. Γίνονται και με το παραπάνω αλλά δεν είναι όλες, απλώς διαφημίζονται και προβάλλονται αρκετά. Έχει λοιπόν ιδιαίτερη σημασία για εμάς ότι είναι μια προσπάθεια που γίνεται από εδώ. Είναι ένα μεγάλο στοίχημα και για τον Βασίλη Λιάπη που έχει αναλάβει την παραγωγή και μας στηρίζει. Είναι σημαντικό να δουλεύεις με ανθρώπους που καταλαβαίνουν τη δική σου πλευρά και ως μουσικός να έχεις εν λευκώ την κατανόηση και την εμπιστοσύνη του παραγωγού. Μας αφήνει να επικεντρωνόμαστε στη δουλειά μας και να μην ανακατευόμαστε με άλλα πράγματα».
Σε μια εποχή λοιπόν που η μνήμη συχνά παραμερίζεται για χάρη της ταχύτητας, κάποιοι επιμένουν να την κρατούν ζωντανή μέσα από την μουσική τέχνη τους. Μια τέτοια στιγμή μνήμης και τιμής ετοιμάζεται να ζήσει η Λάρισα, με αφορμή τη συναυλία-αφιέρωμα στον Μίκη Θεοδωράκη, την Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου στο Κηποθέατρο Αλκαζάρ.
Την ορχήστρα στελεχώνουν συνολικά οι µουσικοί: Αντωνία Βισβίκη τραγούδι, Αλέξανδρος Τσιωνάς τραγούδι, Βαγγέλης Τσιαπλές µπουζούκι, Κώστας Παλάγκας μπουζούκι, Πέτρος Παππάς φλάουτο, Σπύρος Καβαλλιεράτος κιθάρα, Γιώργος Αγγελάκης ακορντεόν και τροµπόνι, Ρήγας Μακρόπουλος µπαγλαµάς, Νίκος Έξαρχος πιάνο, Κώστας Ταµβακάς μπάσο, Γιάννης Μακρυγιάννης κρουστά.
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.