Στο Φεστιβάλ αυτό γίνονται παρουσιάσεις, συζητήσεις, πολλές εκδηλώσεις και δεν κυριαρχεί το εμπορικό στοιχείο. Υπάρχει φυσικά κόστος το οποίο αναλαμβάνουν ο Δήμος και η Περιφέρεια, κάτι που είναι πολύ σημαντικό. Αποφασίσαμε ότι πρέπει να εστιάζουμε στον συγγραφέα και στα βιβλία, πάντα μας ενδιέφερε να υπάρχει διάλογος και δημόσια συζήτηση για τα πράγματα
Συνέντευξη στον Λάμπρο Αναγνωστόπουλο
Το Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων εδώ και τέσσερα χρόνια διεξάγεται στην πόλη των Χανίων με μεγάλη επιτυχία. Εκατοντάδες συγγραφείς, εκδότες και άνθρωποι που αγαπούν και «υπηρετούν» το βιβλίο συγκεντρώνονται στην Κρήτη και συζητούν γύρω από ένα συγκεκριμένο θέμα κάθε χρόνο. Κεντρικό θέμα του φετινού Φεστιβάλ που διεξάγεται στα Χανιά από 25 έως 29 Ιουνίου και με τιμώμενο πρόσωπο τον σπουδαίο ποιητή Τίτο Πατρίκιο, είναι η Οικολογία, με τίτλο «Το σπίτι μας, ο πλανήτης». Όπως τονίζουν οι άνθρωποί του «Η αξία ενός Φεστιβάλ είναι η δημιουργία ενός άλλου κόσμου μέσα στον γνωστό κόσμο, η ένωση της ατομικής υπαρξιακής αγωνίας με το συλλογικό όραμα», δίνοντας το παράδειγμα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας που θα μπορούσαν μελλοντικά να ακολουθήσουν αυτά τα βήματα.
Στην πόλη μας για παράδειγμα, στη Λάρισα, όπου αυτή την περίοδο διεξάγεται η Έκθεση Βιβλίου στην Πλατεία Ταχυδρομείου. Η larissanet συνομίλησε με τον κο Μανώλη Πιμπλή, δημοσιογράφο και διευθυντή του Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων, άνθρωπο του βιβλίου, παρουσιάζοντας μεταξύ άλλων τα τελευταία χρόνια την εκπομπή «Βιβλιοβούλιο» στο Κανάλι της Βουλής. Ο κος Πιμπλής αναλύει τι γίνεται στο Φεστιβάλ κάθε χρόνο, μιλάει για τη φετινή διοργάνωση, ενώ δίνει το στίγμα των βιβλίων και των αναγνωστών στη σημερινή εποχή.
Αναλυτικά η συνέντευξη έχει ως εξής:
Κύριε Πιμπλή, 4ο Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων, τι γίνεται και κάθε χρόνο ακούγεται όλο και περισσότερο το συγκεκριμένο Φεστιβάλ;
Είμαστε μια ομάδα η οποία είχε δουλέψει στην Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης την οποία προσωπικά διηύθυνα από το 2017 έως το 2020, οπότε γνωρίζαμε περίπου πως οργανώνεται κάτι τέτοιο. Αυτό που σκεφτήκαμε για τα Χανιά είναι κάτι διαφορετικό, ένα Φεστιβάλ με τη διαφορά ότι δεν υπάρχουν περίπτερα εκδοτών, υπάρχει μόνο ένα βιβλιοπωλείο το οποίο είναι μάλιστα συνεταιριστικό και έχει τα βιβλία αυτών που συμμετέχουν. Στο Φεστιβάλ αυτό γίνονται παρουσιάσεις, συζητήσεις, πολλές εκδηλώσεις και δεν κυριαρχεί το εμπορικό στοιχείο. Υπάρχει φυσικά κόστος το οποίο αναλαμβάνουν ο Δήμος και η Περιφέρεια, κάτι που είναι πολύ σημαντικό. Αποφασίσαμε ότι πρέπει να εστιάζουμε στον συγγραφέα και στα βιβλία, πάντα μας ενδιέφερε να υπάρχει διάλογος και δημόσια συζήτηση για τα πράγματα. Συζητάμε για όσα προκύπτουν από τα βιβλία και γενικά για κοινωνικά θέματα τα οποία επίσης προκύπτουν από τα βιβλία.
Ποιο είναι το φετινό θέμα του; Aπ’ όσο γνωρίζω υπάρχει κάθε χρόνο και ένα διαφορετικό κεντρικό θέμα.
Φέτος το θέμα είναι η Οικολογία, ο τίτλος είναι «Το σπίτι μας, ο πλανήτης». Είναι ένα θέμα που το προσεγγίζουμε και από λογοτεχνική και από δοκιμιακή άποψη. Έχουμε δηλαδή επιστήμονες, ανθρώπους που έχουν γράψει δοκίμια πάνω σ’ αυτό το θέμα, αλλά και λογοτέχνες που προσεγγίζουν το θέμα της φύσης αρκετά στα βιβλία τους. Για παράδειγμα ο Αντόνιο Μορέσκο που έρχεται από την Ιταλία έχει γράψει δυο βιβλία λογοτεχνικά που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά και είναι για τη φύση και το περιβάλλον.
Διαβάζουμε πάρα πολλές ειδήσεις στα κοινωνικά δίκτυα και στο κινητό κι αυτό είναι κάτι που μας απασχολεί για ώρες. Είναι βέβαια μια πρόσθετη ανάγνωση κειμένων κι έχει ένα ενδιαφέρον αυτό αλλά όχι λογοτεχνικό. Αν το δει κανείς από μια πιο ιστορική θεώρηση είναι δύσκολο να εκτιμήσεις αν αυτό το φαινόμενο θα είναι μόνιμο και θα έχει μεγάλη διάρκεια
Εκδοτικά τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη παραγωγή σε όλη τη χώρα. Τι γίνεται όμως με τους αναγνώστες;
Είναι δύσκολη η απάντηση γιατί δεν έχουμε στιβαρά στοιχεία από έρευνες. Έκανε κάποιες ο ΟΣΔΕΛ (Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου) που έχουν ένα ενδιαφέρον, οπότε θα έλεγα περισσότερο διαισθητικά παρά βασισμένος σε στοιχεία ότι αναγνώστες υπάρχουν πάνω κάτω όσοι υπήρχαν και πριν 15 χρόνια. Μπορεί να μην έχει αλλάξει ιδιαίτερα ο αριθμός, έχει αλλάξει όμως το πεδίο των πωλήσεων. Νομίζω ότι για κάποιους λόγους σύνθετους δεν έχουμε πια τα πολύ μεγάλα best sellers, αλλά αυτό έχει να κάνει με το ότι μάλλον έχει «σπάσει» η αγορά σε μεγαλύτερα κομμάτια. Έχουμε περισσότερους εκδότες, περισσότερα βιβλία και τους ίδιους αναγνώστες. Επίσης έχει μεσολαβήσει και μια μεγάλη οικονομική κρίση.
Σ’ αυτά τα χρόνια της κρίσης όμως ταυτόχρονα έχουμε και την εξέλιξη της τεχνολογίας. Για παράδειγμα πριν 15 χρόνια δεν είχαμε την επιλογή των e–books που έχουμε σήμερα.
Τα e-books δεν έχουν επηρεάσει ιδιαίτερα την αγορά. Είναι ελάχιστο το ποσοστό των e-books στην αγορά του βιβλίου. Εκείνο όμως που έχει επηρεάσει σίγουρα είναι η χρήση της οθόνης για άλλους λόγους. Διαβάζουμε πάρα πολλές ειδήσεις στα κοινωνικά δίκτυα και στο κινητό κι αυτό είναι κάτι που μας απασχολεί για ώρες. Είναι βέβαια μια πρόσθετη ανάγνωση κειμένων κι έχει ένα ενδιαφέρον αυτό αλλά όχι λογοτεχνικό. Αν το δει κανείς από μια πιο ιστορική θεώρηση είναι δύσκολο να εκτιμήσεις αν αυτό το φαινόμενο θα είναι μόνιμο και θα έχει μεγάλη διάρκεια. Είναι κάτι καινούργιο που έχει για την ώρα τεράστια διάδοση αλλά δεν γνωρίζουμε τι θα γίνει στο μέλλον, μπορεί όμως να συνυπάρχει με τις υπόλοιπες μορφές ανάγνωσης. Η οθόνη μετατρέπεται σε ένα είδος εθισμού και ταυτόχρονα αυτό γίνεται και δωρεάν, οπότε σε διευκολύνει να είσαι επικεντρωμένος εκεί.
Το βιβλίο επηρεάστηκε με διαφορετικό τρόπο από την οικονομική κρίση καθώς ο πολύς κόσμος δεν έχει την αγοραστική δύναμη που είχε για παράδειγμα το 2008. Επίσης υπάρχει στην αγορά και πολύ μεταχειρισμένο βιβλίο, ειδικά στην Αθήνα που κυκλοφορώ. Επομένως είναι μια σύνθετη κατάσταση με πολλά καινούργια στοιχεία. Μου έλεγε ένας εκδότης όμως ότι ο αριθμός των αναγνωστών δεν έχει αλλάξει και το πιστεύω και εγώ αυτό. Και είναι ένα μικρό ποσοστό των ανθρώπων στη χώρα μας που διαβάζουν σε σχέση με την Κεντρική και τη Βόρεια Ευρώπη. Όλες οι έρευνες δείχνουν ότι το 1/3 του πληθυσμού δεν έχει πιάσει ποτέ στη ζωή του βιβλίο, το οποίο δεν συμβαίνει αλλού και άλλο 1/3 διαβάζει ελάχιστα. Επομένως έχουμε μόνο ένα 30% που διαβάζει κάπως περισσότερο και από αυτό το ποσοστό μάλλον έχουμε ένα 10% που διαβάζει πολύ και συστηματικά. Αυτό όμως ίσχυε πάντα και μπορεί τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 να ήταν ακόμη χειρότερα τα πράγματα καθώς ήταν και η πρόσβαση διαφορετική. Όλα αυτά βέβαια πρέπει να εξεταστούν από τη σκοπιά του ρόλου της παιδείας, των συγγραφέων και της θέσης του βιβλίου στην εκπαίδευση. Όλα όσα δηλαδή δημιουργούν μια κατάσταση κάπως προβληματική στον χώρο.
Σας ευχαριστώ θερμά για τη συζήτηση.
Εγώ σας ευχαριστώ.
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.