«Αν πράγματι κάποιος δήμαρχος πιστέψει σε όλο αυτό και το πετύχει, τότε ανοίγουν πολλοί δρόμοι, όπως η δημιουργία στη Λάρισα μιας «Ακαδημίας της Παράδοσης»»
Του Γιώργου Σούλτη
Όταν σήμερα λέμε «παράδοση» εννοούμε τον παραδοσιακό λαϊκό πολιτισμό μιας χώρας. Ο παραδοσιακός αυτός πολιτισμός δεν είναι μονοδιάστατος, συμπεριλαμβάνει από την λαϊκή μουσική και τον χορό έως τα ήθη και τα έθιμα, την διατροφή, την ενδυμασία, τους θρύλους και την μυθολογία, τα λαϊκά παραμύθια, την λαϊκή λογοτεχνία και κάθε έκφραση της ζωής ενός λαού. Η γλώσσα και η παράδοση αποτελούν τον πυρήνα της εθνικής συνείδησης ενός λαού. Η ύπαρξη, η εξέλιξη και το μέλλον ενός λαού αποτελούν αδιάσπαστη συνέχεια του παρελθόντος του. Το μέλλον ενός λαού οικοδομείται υποχρεωτικά πάνω στην παράδοση του, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα.
Στη χώρα μας (όπως και σε όλες τις χώρες του κόσμου) η παράδοση αντιμετωπίζεται ανάλογα με την πολιτικοκοινωνική κατάσταση της κάθε εποχής. Για πολλά χρόνια στην Ελλάδα η αστική και μικροαστική τάξη περιφρονούσε σαν «χωριάτικες συνήθειες» ή σαν «φτωχολογιά», κάθε εκδήλωση της λαϊκής παράδοσης. Κατά καιρούς η Λαϊκή παράδοση χρησιμοποιήθηκε σαν προπαγάνδα για εθνικιστικούς λόγους, κυρίως από τα δικτατορικά καθεστώτα, με μια μορφή μουσειακή και προπαγανδιστική. Στην Ελλάδα ακόμα και αυτή η αντιδραστική χρήση της παράδοσης ήταν επιλεκτική αφού η ζωντανή ρεμπέτική και λαϊκή μουσική ή ακόμα και τα λαϊκά έθιμα που «ενοχλούσαν» (π.χ. αποκριάτικα έθιμα) ήταν απαγορευμένα. Οι απαγορεύσεις και η λογοκρισία συνεχίστηκε στην ουσία έως την πτώση της χούντας το 1974. Το γλωσσικό ζήτημα της Ελλάδας (η διαμάχη καθαρεύουσας και δημοτικής) εντάσσεται στην ίδια πολιτική υποβάθμισης και αλλοίωσης κάθε λαϊκού στοιχείου, θέμα το οποίο στην Ελλάδα λύθηκε τελεσίδικα μετά την μεταπολίτευση.
Τον Ελληνικό λαϊκό πολιτισμό κατέγραψαν και διέσωσαν οι μεγάλοι μας λαογράφοι, οι συλλέκτες και οι ερευνητές όπως ο Νικόλαος Πολίτης, ο Σιμών Καράς, η Δόμνα Σαμίου και πολλοί άλλοι. Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι ο λαϊκός πολιτισμός παραμένει πάντα ζωντανός και δεν μπορεί να «καθοδηγηθεί» και να εξαφανιστεί. Ακόμα και στα πέτρινα χρόνια, ο λαϊκός πολιτισμός παρέμενε ζωντανός και αυθεντικός και με αυτόν τον τρόπο επηρέασε και διαμόρφωσε τον σύγχρονο πολιτισμό της Ελλάδας. Οι λαϊκοί οργανοπαίχτες και οι δεξιοτέχνες τόσο στο δημοτικό όσο και στο αστικό-ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι, πάντα διασκέδαζαν τους Έλληνες σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, στα πανηγύρια των χωριών και στις ταβέρνες της πόλης.
Η ελευθερία μετά την μεταπολίτευση και η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού, οδήγησε σε μια μοναδική στροφή προς την παράδοση, η οποία οδήγησε στη μουσική άνθηση μέσα από τους μεγάλους συνθέτες, έντεχνους, λαϊκούς, ροκ και κάθε μουσικού είδους. Παράλληλα σε όλη την Ελλάδα οι πολίτες άρχισαν να στρέφονται προς την παράδοση, έτσι είδαμε:
1) Σε όλη την Ελλάδα δημιουργήθηκαν εκατοντάδες πολιτιστικοί σύλλογοι οι οποίοι προσπαθούσαν να διασώσουν και να διαδώσουν τις τοπικές παραδόσεις, τους παραδοσιακούς χορούς, τα τοπικά έθιμα, τις παραδοσιακές ενδυμασίες και την παραδοσιακή διατροφή.
2) Οι δήμοι σε όλη την Ελλάδα μπήκαν σε αυτό το παιχνίδι βοηθώντας ενεργά την υπόθεση της παράδοσης.
3) Ιδρύθηκαν αξιόλογες μουσικές σχολές παραδοσιακής μουσικής, χορευτικοί σύλλογοι και κέντρα διδασκαλίας παραδοσιακών χορών.
4) Η ίδρυση των Μουσικών σχολείων (το πρώτο ιδρύθηκε το 1988) και των μουσικολογικών πανεπιστημιακών σχολών (με την καθοδήγηση κάποιων φωτισμένων εκπαιδευτικών) έδωσαν μια τεράστια ώθηση στην παραδοσιακή μουσική. Σήμερα στην εποχή του Ιντερνέτ και της παγκοσμιοποίησης η παράδοση αναδεικνύεται παγκόσμια σε κυρίαρχο πολιτιστικό παράγοντα, καθώς μακροχρόνια οδηγούμαστε σε έναν «παγκόσμιο πλανητικό πολιτισμό». Η Ελληνική παράδοση είναι ισχυρή, δυνατή και ζωντανή και θα μπορούσε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο παγκόσμιο στερέωμα. Όλα αυτά όπως πάντα στηριζόμενα στον «πατριωτισμό των Ελλήνων», με την απουσία βοήθειας από κάθε επίσημο κρατικό φορέα!
Η Λάρισα στην μακραίωνη ιστορία της ήταν πάντα μια «ανοιχτή πόλη», μια πολυπολιτισμική πόλη η οποία συγκέντρωνε πολλές και διαφορετικές τοπικές «φατρίες» και εθνότητες. Ακριβώς αυτή είναι η μορφή της πόλης και σήμερα στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Όλες αυτές οι διαφορετικές «ομάδες» που ζουν στην πόλη είναι ενεργές πολιτισμικά μέσα από τις τοπικές πολιτισμικές συλλογικότητες τους.
Πιστεύω ότι η Λάρισα έχει μια πρωτιά στην Ελλάδα: είναι η πόλη η οποία έχει τους πιο πολλούς και διαφορετικούς πολιτιστικούς συλλόγους (εξαιρούμε βέβαια την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη λόγω μεγέθους). Όταν ετοιμάζαμε τον φάκελο για την υποβολή της πρότασης για την υποψηφιότητα: «Λάρισα – πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης», με έκπληξη είδαμε το πλήθος των πολιτιστικών συλλόγων που υπάρχουν στην πόλη, με τον αριθμό τους να φτάνει περίπου στο νούμερο των 130 συλλόγων. Μιλάμε για ενεργούς συλλόγους (και όχι μόνο σφραγίδες), οι οποίοι καλύπτουν τοπικές ομάδες από όλη την Ελλάδα και την Κύπρο (Κρητικοί, Πελοποννήσιοι, Κερκυραίοι κλπ), αλλά και σύλλογοι ξένων εθνοτήτων.
Ο Δήμος Λαρισαίων με πρωταγωνιστή την δημοτική αρχή του αείμνηστου Λαμπρούλη έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της «παράδοσης» στη πόλη. Η «ορχήστρα παραδοσιακής μουσικής» που ιδρύθηκε σαν τμήμα του Δημοτικού Ωδείου την μακρινή δεκαετία του 1980, είχε μια λαμπρή πορεία και δημιούργησε στην πόλη ένα κλίμα που έφερε άνθιση των πολιτιστικών συλλόγων, του παραδοσιακού χορού και δημιούργησε μια σειρά σημαντικών καλλιτεχνών και δεξιοτεχνών. Το κλίμα αυτό έδωσε ακόμα ώθηση και στην τέχνη των κατασκευαστών παραδοσιακών οργάνων με εξαιρετικούς κατασκευαστές την πόλη. Θυμάμαι την δεκαετία του ’80 το «Φεστιβάλ Βαλκανικών παραδοσιακών χορών» που διοργάνωσε με επιτυχία για δύο χρονιές ο δήμος, χωρίς δυστυχώς να έχει την συνέχεια που του άξιζε (δεν βρήκα κανένα στοιχείο καταγεγραμμένο στο ιντερνετ).
Η εξαιρετική πορεία που έχει το Μουσικό Σχολείο Λάρισας που ιδρύθηκε το 1994, οφείλεται και σε αυτό το θετικό κλίμα που διαμορφώθηκε στη Λάρισα για τα θέματα της παράδοσης. Θα ήταν άδικο να μην αναφέρουμε την μεγάλη προσφορά στα πράγματα της τοπικής παράδοσης που έχει το τμήμα του Λυκείου Ελληνίδων στην Λάρισα. Και βέβαια πρέπει να κάνουμε λόγο για τους μεγάλους Θεσσαλούς δεξιοτέχνες που όπως σε κάθε περιοχή της Ελλάδας άφησαν μια μεγάλη παρακαταθήκη σε όλη τη Θεσσαλία. Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε και την ρεμπέτικη-λαϊκή πλευρά της παράδοσης στη Λάρισα, μια ιστορία η οποία παραμένει τελείως άγνωστη και κάποια στιγμή θα πρέπει να διερευνηθεί με προσοχή.
Σήμερα οι πολιτιστικοί σύλλογοι της Λάρισας έχουν μια εξαιρετική δραστηριότητα. Πρώτα απ’ όλα υπάρχει ένα μεγάλο πλήθος φορέων διδασκαλίας παραδοσιακών χορών, τόσο από τους πολιτιστικούς συλλόγους όσο και από ιδιώτες και από τις λέσχες πολιτισμού του δήμου. Οι σύλλογοι διοργανώνουν συχνά παραδοσιακά δρώμενα, με διάφορες αφορμές (τοπικά δρώμενα, γιορτές κλπ). Υπάρχουν επίσης ιδιωτικές σχολές παραδοσιακής μουσικής. Η Δημοτική σχολή παραδοσιακής μουσικής μετά την μεγάλη άνθηση της μέχρι και την πρώτη δεκαετία του 2000, είχε περιπέσει σε αδράνεια, μέχρι την πλήρη κατάργηση της. Στην θητεία της δημοτικής αρχής Καλογιάννη, προσπαθήσαμε να ξαναζωντανέψουμε την Σχολή παραδοσιακής μουσικής, σαν τμήμα του δημοτικού ωδείου Λάρισας.
Πρώτα από όλα διαμορφώσαμε το παραδοσιακό «τούβλινο» κτήριο της οδού Σκαρλάτου Σούτσου (παλιά στέγαζε την δημόσια βιβλιοθήκη και στην συνέχεια ένα τμήμα των Γενικών Αρχείων του κράτους) και εγκαταστήσαμε εκεί την σχολή, η οποία άρχισε να λειτουργεί και πάλι. Η σχολή παραδοσιακής μουσικής αποτελεί παρακαταθήκη για την Λάρισα, πρέπει να βοηθηθεί από κάθε δημοτική αρχή και επειδή πίσω από κάθε επιτυχημένη ενέργεια πάντα κρύβεται κάποιος «μερακλής» άνθρωπος, η προσπάθεια του δήμου πρέπει να επικεντρωθεί εκεί ακριβώς, να βρεθεί αυτός ο άνθρωπος. Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι άνθρωποι στην πόλη μας, όπως είναι βετεράνοι της σχολής (όπως είναι ο Γιώργος Δεληγιάννης, συνταξιούχος πια), πολλοί είναι εδώ να βοηθήσουν το σοβαρό αυτό εγχείρημα, αρκεί να τους ζητηθεί.
Τα θέμα της παράδοσης αποτελεί κατά τη γνώμη μου ένα ακόμα κρυφό δυνατό χαρτί για τη Λάρισα. Η πόλη μας θα μπορούσε να αναδειχθεί σε «πανελλήνιο κέντρο της παράδοσης», με ότι αυτό συνεπάγεται για την πολιτιστική αλλά και την πολύπλευρη οικονομική ανάπτυξη της. Δυστυχώς η πλούσια αυτή δραστηριότητα της πόλης διασπάται σε πολλές μεμονωμένες ενέργειες. Τα τελευταία πέντε χρόνια με πρωτοβουλία συλλόγων της πόλης, αλλά και ιδιωτικών σχολών χορού και χοροδιδασκάλων διοργανώνονται μια σειρά από φεστιβάλ χορού με την συμμετοχή χορευτικών ομάδων από όλο τον κόσμο. Πραγματικά πρόκειται για μια εξαιρετική πρωτοβουλία, αλλά να είστε σίγουροι φίλοι μου ότι δεν πρόκειται η ενέργεια αυτή να μετεξελίχθη σε θεσμό.
Για να γίνει κάποια τέτοιου είδους δραστηριότητα θεσμός χρειάζεται:
1) Να τεθούν όλες αυτές οι δραστηριότητες κάτω από την ομπρέλα του δήμου (ή της περιφέρειας), ή τέλος πάντων ενός συλλογικού φορέα ο οποίος θα ενισχυθεί από το δήμο ή την περιφέρεια.
2) Ο δήμος θα πρέπει να προσπαθήσει να πείσει να συμμετέχουν όλοι οι σχετικοί φορείς του παραδοσιακού πολιτισμού της ευρύτερης περιοχής, αλλά να κινητοποιήσει και γενικά όλες τις συλλογικότητες της πόλης, εμπορικοί σύλλογοι, επιμελητήρια κλπ.
3) Ο δήμος θα πρέπει να πιστέψει την δραστηριότητα αυτή, να θέσει την μικροκομματική επικοινωνία σε δεύτερη μοίρα και να κάνει σε συνεργασία με τους φορείς ένα μακροχρόνιο και πολυετές σχεδιασμό.
4) Την υπόθεση ενός τέτοιου φεστιβάλ πρέπει να αναλάβει αποκλειστικά μια υπηρεσία του δήμου, η οποία θα έχει μόνο αυτό τον αντικείμενο ή ο αναπτυξιακός οργανισμός.
5) Για το καλλιτεχνικό κομμάτι θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα γνωμοδοτικό συμβούλιο από τους σχετικούς πολιτιστικούς συλλόγους και να αναλάβει ένας διευθυντής που να πιστεύει σε αυτό. Στην πόλη μας υπάρχουν πολλά τέτοια πρόσωπα και μάλιστα σε όλους τους πολιτικούς χώρους (αν κάποια δημοτική αρχή το σκέφτεται και αυτό).
6) Το Φεστιβάλ αυτό σταδιακά θα μπορεί να επεκταθεί πέραν του χορού σε κάθε θέμα που άπτεται της παράδοσης και να κρατάει περισσότερες μέρες. Κάθε χρόνο θα μπορεί να έχει συγκεκριμένο θέμα π.χ. Βαλκάνια, Μεσόγειος, Ευρώπη κλπ. Μπορεί παράλληλα να γίνεται φεστιβάλ δεξιοτεχνών παραδοσιακής μουσικής ή ακόμα και φεστιβάλ παραδοσιακής κουζίνας για την κάθε περιοχή στην οποία αναφέρεται το φεστιβάλ.
7) Το Φεστιβάλ μπορεί να ανοίξει σταδιακά και στην σύγχρονη μουσική που εμπνέεται από την παράδοση της κάθε χώρας. Όποιος παρακολουθεί τα μουσικά πράγματα στο ιντερνέτ γνωρίζει τις διαστάσεις που λαμβάνει αυτό το είδος παγκόσμια, και κυρίως μεταξύ της νέας γενιάς. Άλλωστε στη Λάρισα ζει και δημιουργεί εδώ και χρόνια ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς της Ελλάδας σήμερα. Πρόκειται για τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, ο οποίος εμπνέεται από την παράδοση. Για μένα αποτελεί ο ίδιος ένα «κρυφό» πολύ δυνατό χαρτί για την Λάρισα.
Αν πράγματι κάποιος δήμαρχος πιστέψει σε όλο αυτό και το πετύχει, τότε ανοίγουν πολλοί δρόμοι, όπως η δημιουργία στη Λάρισα μιας «Ακαδημίας της Παράδοσης». Θυμάμαι την δεκαετία του ‘90 όταν σαν αντιπρόεδρος του ΤΕΙ συνεργαστήκαμε με ανθρώπους της δημοτικής σχολής παραδοσιακής μουσικής και υποβάλαμε πρόταση για ίδρυση στα ΤΕΙ «Τμήμα παραδοσιακής μουσικής και οργάνων». Το τμήμα τελικά δημιουργήθηκε και λειτούργησε στην Άρτα με μεγάλη επιτυχία. Αν η πόλη είχε κινητοποιηθεί τότε πιθανόν να το πετυχαίναμε και η παράδοση στη Λάρισα θα είχε άλλη πορεία.
Φίλοι μου που παλεύετε για την παράδοση και τα διάφορα φεστιβάλ, έζησα το τρέξιμό σας και τον αγώνα σας και σας αξίζουν συγχαρητήρια. Αν καταφέρετε να βάλετε στην άκρη τους καλλιτεχνικούς εγωισμούς σας και ενωθείτε όλοι σε αυτές τις διοργανώσεις να είστε σίγουροι ότι και ο δήμος και η περιφέρεια θα πιεστούν να αναλάβουν πρωτοβουλίες.
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.