«Η κατάσταση που υπάρχει σήμερα επιτρέπει την επιβολή προσωπικών γούστων και γνωμών. Να μη μιλήσω για το γεγονός ότι μπορεί να παίζονται στο παρασκήνιο και οικονομικά συμφέροντα ή άθλια παραπολιτικά παιχνίδια εναντίον δημάρχων, παρατάξεων, μελετητών, διευθυντών και πάει λέγοντας…»
Γράφει ο Γιώργος Σούλτης
Είναι αλήθεια ότι στην Ελλάδα πολύ αργά αρχίσαμε σαν πολιτεία και σαν δήμοι να ενδιαφερόμαστε για τον δημόσιο χώρο. Όλοι γνωρίζουμε πως αναπτύχθηκαν μεταπολεμικά οι ελληνικές πόλεις οι οποίες παραδόθηκαν στην αντιπαροχή χωρίς κανέναν επί της ουσίας περιορισμό, με άλλοθι τις οικονομικές κρίσεις και την στεγαστική πίεση λόγω του αυξανόμενου πληθυσμού προς τις πόλεις. Οι διαχρονικές ευθύνες ανήκουν κυρίως στο ελληνικό κράτος αφού η τοπική αυτοδιοίκηση των δήμων επί της ουσίας πολύ λίγα πράγματα μπορούσε να κάνει στην καθημερινή πράξη λόγω της άμεσης εξάρτησης από το κράτος σε όλα, από τους πόρους έως την διοίκηση. Στην χώρα μας αρχίσαμε να ενδιαφερόμαστε για το δημόσιο χώρο (τουλάχιστον στη θεωρία) μετά το 1980, όπου άρχισαν να υπάρχουν κάποιες νομοθετικές προσπάθειες. Μετά το 2000 και υπό την πίεση των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και επειδή έπρεπε να τηρούμε κάποιους κανόνες για να πάρουμε τις χρηματοδοτήσεις, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν κάπως. Για να δει κάποιος πόσο τραγικά ήταν τα πράγματα αρκεί να πούμε ότι πριν την ένταξη στην Ε.Ε τα δημόσια κτήρια χτίζονταν χωρίς καν οικοδομική άδεια!!! Στην αλλαγή της νοοτροπίας έπαιξε σημαντικό ρόλο και η αναβάθμιση του θεσμικού πλαισίου για την τοπική αυτοδιοίκηση (κυρίως των δήμων) με τους νόμους του Καποδίστρια (1997) και στην συνέχεια του Καλλικράτη (2010), κυρίως λόγω της γεωγραφικής επέκτασης των ορίων των δήμων.
Την τελευταία εικοσαετία για κάθε δημόσιο «αξιόλογο» έργο που θα γίνει στο δημόσιο χώρο είναι υποχρεωτικό να προηγηθεί της οποιαδήποτε μελέτης, αρχιτεκτονικός διαγωνισμός. Η νομοθεσία αυτή περιλαμβάνει τα δημόσια κτηριακά έργα αλλά και τις παρεμβάσεις σε πλατείες, πάρκα κλπ. Ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός μπορεί να είναι «αρχιτεκτονικός διαγωνισμός ιδεών» ή «προσχεδίων». Ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός ιδεών ζητάει αρχιτεκτονικές ιδέες-προτάσεις για το έργο, χωρίς να περιλαμβάνει τις μελέτες εφαρμογής οι οποίες πρέπει στην συνέχεια να εκπονηθούν. Ο διαγωνισμός ιδεών αξιολογείται από επιτροπή η οποία είναι θεσμοθετημένη και η πλειοψηφία της αποτελείται, σύμφωνα με το νόμο, από μηχανικούς οι οποίοι ορίζονται εκτός της υπηρεσίας που προκήρυξε τον διαγωνισμό. Η αξιολόγηση καταλήγει σε τρία συνήθως βραβεία πρώτο δεύτερο και τρίτο, τα οποία λαμβάνουν την αντίστοιχη αμοιβή η οποία συμπεριλαμβάνεται στην προκήρυξη. Στην συνέχεια θα πρέπει η υπηρεσία είτε ή ίδια είτε με προκήρυξη να εκπονήσει τις μελέτες οι οποίες θα πρέπει να ανταποκρίνονται στο βραβείο που κέρδισε τον διαγωνισμό. Η αρχιτεκτονική ιδέα η οποία κέρδισε τον διαγωνισμό δεν είναι υποχρεωτικό να τηρηθεί ακριβώς από την υπηρεσία, μπορεί ακόμα να ενσωματώσει και στοιχεία από τα επόμενα βραβεία, αρκεί βέβαια να ζητηθούν οι αντίστοιχες άδειες από τους βραβευθέντες μηχανικούς.
Οι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί προσχεδίων διαφέρουν στο εξής σημείο: εκτός από την αρχιτεκτονική ιδέα ζητούνται και οι πλήρεις μελέτες του έργου. Γίνεται κατανοητό ότι οι διαγωνισμός αυτός είναι πιο δύσκολος γιατί η κατάθεση των πλήρων μελετών απαιτεί και χρόνο και χρήμα από τους συμμετέχοντες. Είναι λογικό ότι τα βραβεία στον διαγωνισμό προσχεδίων πρέπει να είναι πολύ υψηλότερα (σε αμοιβή) από αυτά του διαγωνισμού ιδεών, αφού απαιτούνται πλήρεις μελέτες. Για να καταθέσει μια ομάδα συμμετοχή σε έναν διαγωνισμό προσχεδίων πρέπει να εργαστεί πολύ και να ρισκάρει, επομένως πρέπει να αξίζει τον κόπο το ρίσκο της συμμετοχής με μια καλή αμοιβή, αν κερδίσει κάποιο από τα τρία βραβεία.
Μπορεί κάποιος ακούγοντας όλα αυτά να σκεφτεί ότι μόνο θετικό μπορεί να είναι το γεγονός της θέσπισης των υποχρεωτικών αρχιτεκτονικών διαγωνισμών. Επιτέλους να αρχίσει να μπαίνει κάποια σειρά για το θέμα του δημόσιου χώρου και στη χώρα μας. Το κακό όμως στη χώρα μας δεν είμαι η έλλειψη νομοθεσίας, αλλά η μη εφαρμογή των νόμων! Κατά κανόνα για τη μην εφαρμογή των νόμων δεν ευθύνονται οι πολίτες αλλά η ίδια η πολιτεία διότι:
1) Οι νόμοι τις περισσότερες φορές είναι δαιδαλώδεις και περιέχουν σοβαρές ασάφειες, οι οποίες χωρούν εναλλακτικές ερμηνείες. Λες και τους νόμους τους συντάσσουν άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με την ελληνική πραγματικότητα (ή μήπως όλα αυτά γίνονται επίτηδες;)
2) Η εφαρμογή του κάθε νόμου πέφτει στα γρανάζια της ελληνικής γραφειοκρατίας με αποτέλεσμα οι νόμοι να «αχρηστεύονται» στην πράξη. Ακριβώς αυτό συνέβη και με τον νόμο για τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς. Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να γίνεται αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για το κάθε μικρό έργο. Πράγματι ο νόμος λέει ότι αρχιτεκτονικός διαγωνισμός είναι υποχρεωτικός για τα «αξιόλογα» έργα. Ο ορισμός όμως του αξιόλογου έργου δεν γίνεται ακριβώς σαφής και έτσι ο χαρακτηρισμός ενός έργου ως αξιόλογου επαφίεται στις διάφορες επιτροπές και εκεί υπάρχει το πρόβλημα.
Οι επιτροπές αυτές είναι κυρίως μη επαγγελματικές επιτροπές (δηλαδή δεν είναι αμειβόμενες ) οι οποίες απαρτίζονται από μέλη των συλλόγων αρχιτεκτόνων τόσο τοπικά όσο και κεντρικά. Οι επιτροπές αυτές είναι υπεύθυνες κατ’ αρχήν να χαρακτηρίσουν ένα έργο ως αξιόλογο και άρα να αποφασίσουν αν απαιτείται πριν την εκπόνηση μελέτης αρχιτεκτονικός διαγωνισμός. Θεωρητικά θα μπορούσε κάποιος να πει πολύ σωστά είναι όλα, για να δούμε όμως στην πράξη τη γίνεται: Πρώτα από όλα ο νόμος δεν ορίζει αυστηρές ημερομηνίες για την κάθε πράξη (και πως θα μπορούσε άλλωστε να πιέσει με ποινές μια επιτροπή στην ουσία «εθελοντών»). Ας υποθέσουμε λοιπόν για παράδειγμα ότι ένα δήμος θεωρώντας ότι μια μικρή πλατεία σε μια απομακρυσμένη γειτονία δεν είναι αξιόλογο έργο προχωράει στην σύνταξη μίας μελέτης για το έργο. Αν η επιτροπή κρίνει ότι το έργο είναι «αξιόλογο», η μελέτη είναι άχρηστη γιατί πρέπει να προηγηθεί ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός. Ακόμα και αν ο δήμαρχος αναγνωρίσει ότι θα «πετάξει» τα λεφτά της μελέτης και θα κάνει αρχιτεκτονικό διαγωνισμό, ξεκινώντας από την αρχή. Οι χρόνοι που απαιτούνται για να γίνουν όλα αυτά οδηγούν στην ματαίωση του έργου.
Κάποιος θα πει ότι αν η επιτροπή έκρινε ότι είναι το έργο είναι αξιόλογο καλώς να ματαιωθεί, μέχρι πότε θα συνεχίσουμε στην Ελλάδα να καταστρέφουμε τον δημόσιο χώρο! Αυτό θα μπορούσαμε να το πούμε αν: 1) O νόμος όριζε σαφώς ποιο είναι το «αξιόλογο» έργο και δεν χρειαζόταν κάθε φορά ερμηνεία. 2) Αν ο νόμος όριζε σαφώς και με αυστηρότητα τήρηση ενός χρονοδιαγράμματος, τόσο όσον αφορά την διενέργεια των διαγωνισμών, όσο και για την έκδοση των αποφάσεων των επιτροπών και 3) Αν για την επιλογή των μελών των επιτροπών υπήρχαν συγκεκριμένα κριτήρια και δεν επαφίονταν ο διορισμός τους σε μια απόφαση του προέδρου του συλλόγου (γιατί σήμερα όλες οι συλλογικότητες έχουν καταντήσει μια προεδρική σφραγίδα). Η κατάσταση που υπάρχει σήμερα επιτρέπει την επιβολή προσωπικών γούστων και γνωμών. Να μη μιλήσω για το γεγονός ότι μπορεί να παίζονται στο παρασκήνιο και οικονομικά συμφέροντα ή άθλια παραπολιτικά παιχνίδια εναντίον δημάρχων, παρατάξεων, μελετητών, διευθυντών και πάει λέγοντας…
Όλα τα παραπάνω συμπεράσματα δεν είναι αυθαίρετες θεωρητικές σκέψεις και απόψεις, αλλά η απόρροια μιας σημαντικής εμπειρίας που προκύπτει από την εννεαετή θητεία μου σαν αντιδημάρχου και μάλιστα με αντικείμενο τα τεχνικά έργα και άλλα οκτώ χρόνια σαν αντιπροέδρου του ΤΕΙ Λάρισας. Η προσωπική μου πεποίθηση αλλά και η πολιτική της Συμπαράταξης η οποία για 9 χρόνια διοίκησε το δήμο Λάρισας, ήταν η επιμονή στην διενέργεια των αρχιτεκτονικών διαγωνισμών για τα πραγματικά αξιόλογα έργα, όπως διακηρύσσαμε και για 8 χρόνια από τα έδρανα της αντιπολίτευσης στο δήμο. Αναφέρω εν συντομία τους διαγωνισμούς που έγιναν στα 9 αυτά χρόνια και τις τεράστιες δυσκολίες που συναντήσαμε. Κατ αρχήν έγιναν 2 αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί ιδεών: 1) Για την ανάδειξη του κτηρίου «Κονάκι Αβέρωφ» στη Νέα Πολιτεία και 2) για την ανάδειξη του χώρου του ΕΘΙΑΓΕ. Μιλάμε για δύο σημαντικούς διαγωνισμούς που έδωσαν πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Για το κονάκι Αβέρωφ και την μετατροπή του σε πολιτιστικό κέντρο υπάρχει έτοιμη η μελέτη και ήδη το έργο έχει κατατεθεί για χρηματοδότηση στο πρόγραμμα ΒΑΑ του ΕΣΠΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ (και από την νέα διοίκηση Μαμάκου). Για το πολύ σημαντικό και πολύμορφο έργο του ΕΘΙΑΓΕ, ήδη έχει εκπονηθεί η μελέτη για τις παλιές αποθήκες και την μετατροπή του σε έναν πολυχώρο, με συνεδριακό κέντρο και πολλούς άλλους χώρους πολιτισμού και όχι μόνο. Έχει επίσης προκηρυχτεί η μελέτη για το πάρκο του ΕΘΙΑΓΕ, το Μουσείο εδαφών και άλλους χώρους προ προβλέπονταν στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Για το Συνεδριακό κέντρο ήδη υπάρχει εξαγγελία από την δημοτική αρχή Μαμάκου και από τον περιφερειάρχη για χρηματοδότηση… Μακάρι να προχωρήσει. Οι δύο αυτοί αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί έγιναν μεταξύ 2014 και 2017, αναλογιστείτε τους χρόνους που απαιτούνται… Κατά τη γνώμη μου είναι θέμα τροποποίησης του νόμου να συντομευτούν!
Οι επόμενοι δύο διαγωνισμοί που έγιναν από το 2019 έως το 2023 ήταν ο Διεθνής Αρχιτεκτονικός διαγωνισμός ιδεών για την διαμόρφωση του χώρου πέριξ του Αρχαίου θεάτρου και ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός προσχεδίων για το νέο ρολόι-σύμβολο της πόλης. Ο κάθε αρχιτεκτονικός διαγωνισμός από την ετοιμασία της διακήρυξης έως και την ανακοίνωση των βραβείων απαίτησε μια σειρά από σημαντικές ενέργειες και βέβαια πολύ χρόνο. Για τους «απλούς» διαγωνισμούς (κονάκι, ΕΘΙΑΓΕ) μας πήρε περίπου 3 χρόνια από την ιδέα μέχρι τα βραβεία. Η ιδέα του Διεθνούς διαγωνισμού και οι προσπάθειες υλοποίησης ξεκίνησαν το 2015 η υλοποίηση έγινε το 2022! Με αυτόν το διαγωνισμό τα είδα όλα! Ο διαγωνισμός ετοιμάστηκε και ακυρώθηκε την πρώτη φορά γιατί λέτε; Γιατί δεν μπορούσε η ελληνική γραφειοκρατία να πληρώσει ένα ασήμαντο ποσό (που ήταν υποχρεωτικό) στην διεθνή Ένωση Αρχιτεκτόνων (UIA)! Πιστέψτε με κανένας σχετικός φορέας δεν βοήθησε, αν δεν υπήρχε μία εξωτερική συνεργάτης που είχε εμπειρία από την διενέργεια διεθνών διαγωνισμών, όπως και κάποιοι υπάλληλοι μηχανικοί της υπηρεσίας του δήμου οι οποίοι όλοι έτρεξαν πιο πολύ εθελοντικά, ο διαγωνισμός δε θα γινόταν. Η αδιαφορία των τοπικών σχετικών φορέων συνεχίστηκε και μετά την σημαντική επιτυχία του διαγωνισμού. Και είχε μεγάλη επιτυχία ο διαγωνισμός γιατί παρά το γεγονός ότι προκηρύχτηκε εν μέσω του covid, είχε 80 συμμετοχές από κάθε γωνία του πλανήτη. Δεν μιλάω για τον πλούτο των ιδεών! Μόνο το γεγονός ότι η Λάρισα και το θέατρό της απασχόλησε τόσους μηχανικούς σε όλο τον κόσμο ήταν μια πολύ σημαντική επιτυχία της πόλης!
Ο διαγωνισμός για το ρολόι της πόλης ήταν μία άλλη μεγάλη οδύσσεια. Κάναμε το λάθος να προκηρύξουμε το διαγωνισμό σαν διαγωνισμό προσχεδίων που απαιτούσε πολύ περισσότερη εργασία στην σύνταξη της προκήρυξης. Οι σχετικοί φορείς της πόλης αντί να βοηθήσουν την εξέλιξη του διαγωνισμού έβαλαν τόσα εμπόδια που και πάλι ήταν άθλος ότι ο διαγωνισμός ολοκληρώθηκε. Μάλιστα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πολλοί από τους σχετικούς φορείς ξιφούλκησαν για το « άχρηστο» του έργου… «ακούς ρολόι τον 21ο αιώνα!!!» Ο διαγωνισμός ολοκληρώθηκε, οι συμμετοχές παρά το γεγονός ότι απαιτούσε μελέτες (αφού ήταν προσχεδίων) ήταν οκτώ. Το πρώτο βραβείο κέρδισε μια αξιόλογη ομάδα μηχανικών από την πόλη μας. Πόσοι αλήθεια είδαν τη δουλειά των παιδιών αυτών; Τα παιδιά αυτά είναι δικά μας και μέλη του ΤΕΕ και των συλλόγων μηχανικών ή μήπως στη σημερινή εποχή υπερτερεί ο επαγγελματικός ή και ο πολιτικός ανταγωνισμός αντί των συλλογικοτήτων και του δημοσίου συμφέροντος;
Αγαπητοί συνάδελφοι μηχανικοί όταν κατηγορείτε έναν δήμο ότι δεν κάνει αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς κάντε πρώτα την αυτοκριτική σας!
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.