«Αυτό που επείγει για τα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι όχι να αναπτύξουν μια δική τους επικοινωνιακή ατζέντα (μόνο αυτό κάνουν μέχρι σήμερα και μάλιστα ανεπιτυχώς), αλλά να μελετήσουν και να παρουσιάσουν ένα ολοκληρωμένο εναλλακτικό και ρεαλιστικό κυβερνητικό σχέδιο!»
Γράφει ο Γιώργος Σούλτης
Στην Ελλάδα όταν ακούμε για συνεργασία κομμάτων κουνάμε το κεφάλι με περίσκεψη. Θεωρούμε ότι είναι στα μειονεκτήματα της φυλής μας το γεγονός να μην μπορούμε γενικά να συνεργαστούμε, πόσο μάλλον στην πολιτική. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι οι συνεργασίες των κομμάτων σε όλο τον κόσμο είναι δύσκολες και ειδικά σε δύσκολους πολιτικά καιρούς όπως είναι η εποχή μας. Η διεθνής εμπειρία των κομματικών συνασπισμών είναι μάλλον αρνητική και η γνώμη μου είναι ότι αυτό συμβαίνει επειδή οι περισσότερες συνεργασίες είναι περιστασιακές και γίνονται από ανάγκη για να επιτευχθεί κυβερνητική συνεργασία. Όλα αυτά κατά τη γνώμη μου είναι μέσα στα χαρακτηριστικά και τις πρακτικές της δημοκρατίας και με αυτή την έννοια πάντα συνέβαιναν και θα συμβαίνουν σε όλα τα δημοκρατικά πολιτεύματα.
Στη χώρα μας η εμπειρία από τις κομματικές συνεργασίες είναι ίσως περισσότερο αρνητική από τις ευρωπαϊκές πρακτικές. Όσο και αν σκέφτομαι δεν μπορώ να εντοπίσω ούτε ένα επιτυχημένο παράδειγμα τέτοιας συνεργασίας στην περίοδο μετά τη μεταπολίτευση. Μπορούμε να ταξινομήσουμε τις κομματικές συνεργασίες σε δύο κατηγορίες: 1) Μετεκλογική συνεργασία για την συγκρότηση κυβερνητικής πλειοψηφίας ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση. 2) Προεκλογική συνεργασία με την από κοινού κάθοδο στις εκλογές με σχήματα που παίρνουν διάφορες μορφές. Η συνηθέστερη μορφή είναι μέσω κομματικών συνασπισμών με στόχο την κατάκτηση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και το σχηματισμό κυβέρνησης. Πολύ πιο σπάνια είναι μια προεκλογική συμφωνία η οποία προαναγγέλλει την μετεκλογική κυβερνητική συνεργασία, πράγμα το οποίο αποφεύγεται, γιατί κάτι τέτοιο επηρεάζει την εκλογική διαδικασία.
Οι πιο πρόσφατες μετεκλογικές συνεργασίες στην Ελλάδα είναι: η κυβερνητική συνεργασία της ΝΔ του Σαμαρά με το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου το 2012 και η συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με το κόμμα των ΑΝΕΛ το 2015. Και οι δύο αυτές συνεργασίες έγιναν μέσα στην δύσκολη περίοδο της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων. Στην πρώτη περίπτωση το σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ έδωσε στήριξη σε μια δεξιά κυβέρνηση και μάλιστα στην δύσκολη εκείνη περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Ο μεγάλος χαμένος αυτής της συνεργασίας ήταν το ΠΑΣΟΚ και αυτό είναι απολύτως λογικό, αφού το κόμμα στήριξε χωρίς καμία αντίρρηση (ούτε στα λόγια) ακραίες πολιτικές των μνημονίων τις οποίες επέβαλε η τρόικα.
Η δεύτερη περίπτωση μετεκλογικής συνεργασίας είναι ακόμα πιο παράδοξη αφού συγκυβέρνησαν ο αριστερός ΣΥΡΙΖΑ με το εθνικιστικό δεξιό κόμμα των ΑΝΕΛ. Οι συνέπειες ήταν αρνητικές και για τα δύο κόμματα και φάνηκαν μετά την λήξη της κυβερνητικής θητείας. Το κόμμα των ΑΝΕΛ αυτοδιαλύθηκε και ο ΣΥΡΙΖΑ επανήλθε τελικά μετά από πολλές περιπέτειες στα ποσοστά που είχε προ του 2012. Το πιο παράδοξο στην περίπτωση του ΑΝΕΛ ήταν ότι στην διάλυση του κόμματος συνέβαλε το γεγονός ότι οι βουλευτές του έγιναν μέλη του ΣΥΡΙΖΑ και σχεδόν όλοι επανεκλέχθηκαν στις επόμενες εκλογές. Και στις δύο παραπάνω συνεργασίες το επιχείρημα των κομμάτων ήταν ότι υπήρχε εθνική ανάγκη σχηματισμού κυβέρνησης. Ακόμα και έτσι όμως αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι δεν υπήρξαν προγραμματικές συμφωνίες σε βασικά κυβερνητικά θέματα πέραν της συμφωνίας για τα μέτρα που απαιτούνταν για τα μνημόνια. Είναι αλήθεια ότι εκτός από το θέμα των Πρεσπών σε όλα τα άλλα νομοθετήματα δεν υπήρξαν ιδιαίτερες διαφωνίες αλλά έτσι και αλλιώς δεν υπήρξε και καμία τολμηρή νομοθετική ρύθμιση για να μπορέσει αυτό να εκτιμηθεί. Από ότι φαίνεται οι συμφωνίες των δύο κομμάτων μάλλον ήταν «επαγγελματικές» και αφορούσαν μόνο την κατανομή των πολιτικών θέσεων των δύο κομμάτων (υπουργεία, διοικητές, γραμματείς κλπ).
Πιστεύω ότι είναι απαράδεκτο και τελείως αντιδημοκρατικό όταν τα κόμματα σε οποιαδήποτε συνεργασία δίνουν την προτεραιότητά τους όχι στις αρχές και το πολιτικό σχέδιο διακυβέρνησης αλλά στην νομή της εξουσίας, δηλαδή τις κυβερνητικές θέσεις και τις θέσεις στελέχωσης της δημόσιας διοίκησης. Σε ένα τέτοιας μορφής κόμμα οι αρχές, η πολιτική, το κυβερνητικό σχέδιο και οι ιδεολογίες έρχονται σε δεύτερη προτεραιότητα. Σε αυτής της μορφής τα κόμματα, τα ενεργά μέλη αποτελούν εμπόδιο για το κόμμα και αυτός είναι ο λόγος που τα κόμματα σήμερα κρατούν ανενεργές τις οργανώσεις βάσης και κλειστές τις πύλες τους σε νέα ενεργά μέλη. Ένα τέτοιας μορφής κόμμα έχει μετατραπεί σε κόμμα επαγγελματιών της πολιτικής όπου προτεραιότητα είναι η εξασφάλιση της επαγγελματικής θέσης των στελεχών τους. Πως αλλιώς μπορείς να εξηγήσεις το γεγονός ότι οι βουλευτές των ΑΝΕΛ έγιναν «φανατικά» μέλη του ΣΥΡΙΖΑ; Σε τι συμφώνησαν; σε ποιο σχέδιο; Προσχώρησαν σε ένα αριστερό-σοσιαλιστικό σχέδιο διακυβέρνησης; Ή αυτό θα συνέβη ή ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εγκαταλείψει τις αριστερές ιδεολογίες και πρακτικές ή ακόμα χειρότερα δεν έχει κανένα συγκεκριμένο σχέδιο διακυβέρνησης!
Είναι αλήθεια ότι μετά την μεταπολίτευση όλες οι προεκλογικές συνεργασίες στην Ελλάδα έχουν αριστερό πρόσημο. Οι ομάδες της ανανεωτικής αριστεράς είχαν πάντα παράδοση στα προεκλογικά σχήματα συνεργασιών (ΣΥΜΑΧΙΑ, ΕΑΡ) αλλά χωρίς να καταφέρουν ποτέ να αποκτήσουν κυβερνητική πλειοψηφία. Ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ είναι το σχήμα στο οποίο για μία και μοναδική φορά συμμετείχε και το ΚΚΕ το οποίο πολύ γρήγορα αποχώρησε και αποκήρυξε μετά βδελυγμίας το εγχείρημα αυτό. Ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ παρέμεινε και υπήρξε ο πυρήνας του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος κατάφερε να προσελκύσει στο σχήμα του πάρα πολλές ομάδες της αριστεράς και της οικολογίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τελικά να φέρει την αριστερά στην κυβέρνηση για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Μπορούμε άραγε να μιλήσουμε για ένα επιτυχημένο εγχείρημα;
Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ και κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης (συγκυβέρνηση με το κόμμα των ΑΝΕΛ) αλλά κυρίως οι εξελίξεις μετά την απώλεια της κυβέρνησης, μάλλον δεν δικαιώνει το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ. Πρώτα από όλα οι συνεχείς διαρροές και αποχωρήσεις συνιστωσών από ΣΥΡΙΖΑ από το 2015 ακόμα, αποτελούν τα πρώτα αρνητικά σημάδια. Οι μετεκλογικές εξελίξεις απέδειξαν ότι η συνεργασία αυτή των μικρών κομμάτων και ομάδων ήταν συγκυριακή, χωρίς συμφωνία σε μια πολιτική στόχευση, χωρίς ενιαίο κυβερνητικό σχέδιο, χωρίς καν μια ουσιαστική πολιτική διακήρυξη. Σίγουρα υπάρχει η δικαιολογία της έκτακτης κατάστασης που υπήρχε λόγω της οικονομικής κρίσης και το μικρό χρονικό διάστημα που υπήρξε για την συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως στα τέσσερα χρόνια της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ υπήρχε άπειρος χρόνος ώστε να συγκροτηθεί ο συνασπισμός σε μια ενιαία μορφή, να γίνουν ουσιαστικές συζητήσεις για την «ομογενοποίηση» όλων των συνιστωσών και να συγκροτηθεί ένα νέο πολιτικό σχέδιο διακυβέρνησης το οποίο θα αποτελούσε παρακαταθήκη για το μέλλον, όταν η Ελλάδα θα ήταν απαλλαγμένη από τα μνημόνια.
Στα πολλά δημοσιεύματα που με την ευκαιρία των 10 χρόνων από την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ δημοσιεύτηκαν στα μέσα, όλοι τονίζουν και επαναλαμβάνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρά το λυσσαλέο πόλεμο που δέχτηκε, κατάφερε να βγάλει τη χώρα από τα μνημόνια και να λύσει το Σκοπιανό! Συμφωνώ ότι έτσι έχει γίνει αλλά αυτό είναι που θέλαμε από ένα κόμμα της αριστεράς που πρώτη φορά κατάφερε να πάρει την διακυβέρνηση στην Ελλάδα; Αυτό ακριβώς άλλωστε ήταν το σχέδιο όλης της «αντίδρασης» να βγάλει ο ΣΥΡΙΖΑ την χώρα από την κρίση. Η αποτυχία του ΣΥΡΙZA ήταν ότι δεν κατάφερε να δείξει ότι υπάρχει και άλλος δρόμος για τη χώρα, δεν κατάφερε να προτείνει ένα άλλο σχέδιο διακυβέρνησης. Η αποτυχία είναι ότι το ΣΥΡΙΖΑ δεν άφησε καμία παρακαταθήκη στην Ελλάδα! Μέσα στα διάφορα άρθρα που διάβασα μεγάλο μέρος καταλαμβάνουν και οι απόψεις των κουμουνιστών ότι αλλαγή δε γίνεται με εκλογές! Είναι δυνατόν αυτό να γράφεται ακόμα σήμερα που στον κόσμο ήρθε το πάνω κάτω; Πόσες γενιές ακόμα θα περιμένουν κάποιοι για να πέσει το σύστημα; Η πρακτική αυτή ρίχνει τον κόσμο στην αγκαλιά της ακροδεξιάς!
Η συζήτηση για τις συνεργασίες των κομμάτων δεν έφυγε από την επικαιρότητα μετά τις εκλογές του 2019. Σε μια από πιο δύσκολες εποχές στο παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό η ΝΔ κυβερνά χωρίς επί της ουσίας αντιπολίτευση. Τα δύο κόμματα του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ (του κεντροαριστερού πόλου) προσπαθούν να επιλύσουν τα εσωτερικά τους προβλήματα, εδώ και έξι χρόνια! Το πρόβλημα είναι τεράστιο, η δυσαρέσκεια των πολιτών από μια αυταρχική διακυβέρνηση με μια επικοινωνιακή πολιτική η οποία έχει επιβάλει μια ιδιότυπη δικτατορία στα ΜΜΕ συνεχώς αυξάνεται, χωρίς να μπορεί να βρει έκφραση στα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης. Επόμενο ήταν οι συζητήσεις για μια συνεργασία των κομμάτων να αποτελεί αντικείμενο συζητήσεων και να αποτελεί μια ελπίδα για μια μεγάλη μερίδα πολιτών. Η αρνητική εμπειρία των συνεργασιών που προαναφέραμε αλλά και η επικοινωνιακή πολιτική στην οποία επιδίδονται και τα δύο αυτά κόμματα είναι οι αιτίες για την κορώνες άρνησης που ακούγονται και από τα δύο κόμματα.
Η αλήθεια που δε λέγεται όμως και η οποία κατά τη γνώμη μου έχει αποδειχτεί στην πράξη είναι ότι κάθε «ευκαιριακή» συνεργασία είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Αυτό που δεν κάνουν και τα δύο κόμματα είναι: 1)Να οργανώσουν το κόμμα τους ώστε να λειτουργεί συλλογικά με όργανα και ενεργή βάση ενεργών μελών και όχι το κόμμα να είναι μόνο ο αρχηγός, οι βουλευτές και οι επαγγελματίες τεχνοκράτες του. Να φτιάξουν ένα πραγματικά «αριστερό» κόμμα ανοιχτό σε ενεργά μέλη, με δομή, οργανώσεις και πολιτικές συζητήσεις. 2)Να καταρτίσουν ένα εναλλακτικό πρόγραμμα διακυβέρνησης το οποίο να είναι ρεαλιστικό μέσα στα πλαίσια του διεθνούς πολιτικού-οικονομικού συστήματος. Το πρόγραμμα πρέπει να αγγίζει κάθε τομέα της κοινωνίας και του κράτους και πρέπει να μελετηθεί ουσιαστικά και με μεγάλη λεπτομέρεια. Το σχέδιο αυτό πρέπει να δείχνει μια πολιτική κατεύθυνση (για να μην πω ιδεολογία και παρεξηγηθώ) η οποία πρέπει να κωδικοποιηθεί σε μια πολιτική διακήρυξη.
Μια συνεργασία κομμάτων αν θέλουμε να έχει κάποιες πραγματικές προοπτικές επιτυχίας, πρέπει να σχεδιαστεί πάνω σε μια σαφέστατη πολιτική κατεύθυνση και ένα λεπτομερές σχέδιο διακυβέρνησης. Η συζήτηση για μια τέτοια συνεργασία απαιτεί μήνες προετοιμασίας και δουλειάς των κομμάτων και θα πρέπει να μείνει μακριά από την δημοσιότητα μέχρι να καταλήξει σε ένα αποτέλεσμα. Η συνεργασία στην οποία θα καταλήξουν θα πρέπει να ανακοινωθεί με λεπτομέρεια στους πολίτες και θα πρέπει: 1)Να είναι σαφές το κοινό πολιτικό πρόγραμμα το οποίο θα εφαρμόσουν στην πιθανή διακυβέρνηση όπως και οι αρχές που θα διέπουν αυτή την συγκυβέρνηση 2) Η συμφωνία της συνεργασίας θα πρέπει να καλύπτεται από μια πολιτική διακήρυξη της συνεργασίας. 3) θα πρέπει να ανακοινωθούν οι αρχές με τις οποίες στην συγκυβέρνηση θα μοιράσουν τις κυβερνητικές και διοικητικές θέσεις. 4)Θα πρέπει να περιγραφούν με ακρίβεια οι όροι η παραβίαση των οποίων θα σημαίνουν την καταγγελία και διάλυση της συνεργασίας.
Οι συνεργασίες των κομμάτων πρέπει να γίνονται με αυτούς τους όρους και να είναι προεκλογικές. Οι μετεκλογικές συνεργασίες κατά τη γνώμη μου δεν έχουν καμία πολιτική σκοπιμότητα, ειδικά με κόμματα τα οποία βρίσκονται σε εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις στο πολιτικό φάσμα. Οι συνεργασίες που γίνονται σε έκτακτες εθνικές καταστάσεις είναι κάτι το διαφορετικό. Ακόμα και οι συγκυβερνήσεις για έκτακτες συνθήκες θα πρέπει να έχουν συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, να περιγράφονται συγκεκριμένες πολιτικές πράξεις, να μην περιέχουν καμία νομοθετική παρέμβαση πέραν των έκτακτων νομοθετημάτων και να έχουν σαφή κατανομή των κυβερνητικών θέσεων.
Η στήριξη μιας κυβέρνησης από ένα κόμμα με αντίθετη πολιτική κατεύθυνση είναι εξ΄ ορισμού αποτυχημένη, σημαίνει «επαγγελματισμό» του μικρού κόμματος και είναι σίγουρο ότι το κόμμα αυτό θα καταποντιστεί στη συνείδηση των πολιτών και στα εκλογικά του ποσοστά. Αν το κόμμα που στηρίζει μία κυβέρνηση βρίσκεται στην κατεύθυνση του ίδιου πολιτικού φάσματος τότε σίγουρα σύντομα θα απορροφηθεί από το κυβερνών κόμμα. Στην περίπτωση αυτή είναι περίπου φανερό ότι το μικρό κόμμα ιδρύθηκε σαν σκαλοπάτι για την ανέλιξη κάποιον στελεχών του και όχι γιατί είχε πολιτικές διαφορές με το βασικό κόμμα στο οποίο επί της ουσίας ανήκει! Όλα αυτά τα έχουμε δει αρκετές φορές με τα πιο πρόσφατα παραδείγματα αυτά που είδε περιγράψαμε δηλαδή: την συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου και ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Αυτά που γράφω δεν είναι θεωρητικές αναλύσεις αλλά η κοινή λογική του κάθε πολίτη. Μέχρι σήμερα η ΝΔ επιβάλει την επικοινωνιακή ατζέντα συζήτησης. Η συζήτηση για τις συνεργασίες εντάσσεται σε αυτή την επικοινωνιακή στρατηγική των επικοινωνιολόγων της κυβέρνησης και τα κόμματα της αντιπολίτευσης τσιμπάνε σε όλα αυτά. Αυτό που επείγει για τα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι όχι να αναπτύξουν μια δική τους επικοινωνιακή ατζέντα (μόνο αυτό κάνουν μέχρι σήμερα και μάλιστα ανεπιτυχώς), αλλά να μελετήσουν και να παρουσιάσουν ένα ολοκληρωμένο εναλλακτικό και ρεαλιστικό κυβερνητικό σχέδιο!
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.