»Τι κάνεις με το παρόν που ήταν το μέλλον μας, ρωτάν οι πεθαμένοι…»*
Αυτή η φράση, όταν την διάβασα, ομολογώ ότι κοκάλωσα. Η σκέψη μου πήγε σε κοντινά μου πρόσωπα,-έτσι είναι ο άνθρωπος, κοιτάει πρώτα τα δικά του…- ύστερα πήγε μακρύτερα…
Αυτό το ερώτημα πηγαινοέρχεται στο μυαλό μου έντονο τις τελευταίες ημέρες αρχής γενομένης από την ημέρα που όλη η χώρα ανταμώθηκε ζητώντας δικαίωση και δικαιοσύνη για τις πενήντα επτά ψυχές, τα πενήντα επτά επί δύο τρία τέσσερα πέντε και πλέον σπίτια που κλείσανε, που δυο χρόνια τώρα ψάχνουν απαντήσεις για το πώς και γιατί χάθηκαν, για το πώς και γιατί το μέλλον τους κάψανε κάποιοι που συνεχίζουν νάχουν παρόν ζηλευτό και προβεβλημένο…, για το πώς και γιατί πηγαίνοντας σε μια χαρά ή γυρνώντας, βρέθηκαν χωρίς αντίο στις αγάπες τους στο επέκεινα, στο άγνωστο, -με όλο μου το σεβασμό σε όλους-, στο άγνωστο με »άγνωστη» επιστροφή…
Αυτοί που διαχειρίζονται το παρόν που ήταν το »μέλλον» τους, και δίνουν πορίσματα έμπλεα κενών και αποριών, φαντάζουν μέρα τη μέρα, ώρα την ώρα, αστεία ανθρωπάκια, ανύπαρκτα ανθρωπάκια, γελωτοποιοί και δημαγωγοί, που δεν σεβάστηκαν τίποτα, που δεν σέβονται τίποτα, που τράμπα τραμπαλίζονται, πέφτουν αλλά δεν τσακίζονται…και μπορούν, έλεος…! να υπαγορεύουν κι όπου τους παίρνει να απαγορεύουν, ή να το πω ευγενικά, να μην καλείται τελικά μια μάνα να μιλήσει σε ομοεθνείς της Αμερικής σήμερα, του Καναδά αύριο, της Αυστραλίας… για τον πόνο της και την απαίτηση της να μάθει γιατί δε ζει το παιδί της.
Όσοι έσφαλαν, στο βαθμό που έσφαλαν, όσο ο κλοιός των αποκαλύψεων σφίγγει, μιλούν για πιθανά λάθη, πιθανές αβλεψίες, μιλάνε για πρωτοβουλίες, για μομφές, προανακριτικές, ανακριτικές, μεταανακριτικές επιτροπές …δικονομία, σύνταγμα, πορίσματα, εκθέσεις όλα τα του Νόμου(;) έγιναν πιά τσελεμεντές στα χέρια του καθενός μας και βέβαια μεγαλόσταυρος στα χέρια των πολιτικών όλων των κομμάτων…
Έλεος παιδιά της Βουλής, σε όποια έδρανα κι αν κάθεστε, έλεος…
Ο κόσμος βγήκε και θα ξαναβγεί στους δρόμους, όχι μόνο για να σπάσει τα πόδια από τις καρέκλες σας, ούτε για να βιδώσει καινούργια πόδια σε κάποιους…
Βγήκε γιατί »ένοιωσε», βγήκε να φωνάξει, »μέχρι εδώ».
Για ό,τι γίνεται πρέπει να ακούσετε τη βοή, τη βοή που έρχεται καταπάνω σας…Όλοι σας να τη νοιώσετε.
Αυτή τη φορά η βοή δεν έρχεται από κύμβαλα αλαλάζοντα…έρχεται από την αγάπη και την ενσυναίσθηση.
Αυτή η βοή έχει τον ψίθυρο και τη φωνούλα του μικρού Άγγελου, που κανείς σας και κανείς μας δεν μπόρεσε να την ακούσει, όπως δεν ακούμε και τις »φωνές» δίπλα μας, παραδίπλα μας, παραπάνω, παρακάτω…
Ο μικρός Άγγελος και οι άλλοι πενήντα επτά άγγελοι, που οι καρδιές τους τούτη την στιγμή θα πετάριζαν περιμένοντας την άνοιξη, τούτη την ώρα, την αυριανή, σε δέκα χρόνια, σε είκοσι, στη ζωή μας μια φορά έστω αν μας ρωτήσουν, που ήμασταν, τί θα απαντήσουμε;
Εγώ δεν ξέρω.
*Τζέννυ Έρπενμπεκ. Καιρός
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.























