Του Κώστα Σπανού
Εκδότη του Θεσσαλικού Ημερολογίου
Η σφαγή των θεσσαλών αρματολών έγινε γνωστή χάρη σε τρεις ενθυμήσεις οι οποίες σημειώθηκαν σε εκκλησιαστικά βιβλία των Τρικάλων και στον κώδικα της Παλιοκαρυάς. Από τις εν λόγω ενθυμήσεις δύο αναφέρουν ότι η σφαγή σημειώθηκε στις 11 και μία στις 12 Δεκεμβρίου του 1830. Πρόκειται, μάλλον, για τη νύχτα της 11ης προς τη 12η Δεκεμβρίου. Στις δύο πρώτες, προερχόμενες από τα Τρίκαλα, ο διώκτης των αρματολών είναι ο διοικητής των Τρικάλων Γκέντζαγας, με κεντρικό πρόσωπο τον αρματολό Στέργιο Στουρνάρη,[1] ενώ στην ενθύμηση του κώδικα της Παλιοκαρυάς ο διώκτης είναι ο σατραζάμης,[2] δηλαδή ο Κιουταχής Μεχμέτ Ρεσίτ πασάς. Στη δεύτερη ενθύμηση αναφέρεται ότι σκοτώθηκαν πολλοί αρματολοί στο χωριό Πυργετός, σήμερα συνοικία, των Τρικάλων. Όσοι γλύτωσαν κατέφυγαν στο γειτονικό χωριό Καρυές, συνοικία σήμερα κι αυτό, των Τρικάλων. Εκεί, μετά από κάποια συμπλοκή, οχυρώθηκαν σε ένα σπίτι και πολιορκήθηκαν από τους Οθωμανούς. Τις πρωινές ώρες οι αρματολοί τρύπησαν τον τοίχο του σπιτιού και αφού διέφυγαν κατευθύνθηκαν προς τα βουνά.
Οι τρεις ενθυμήσεις έχουν ως εξής:
1η: «αἴτως 1830: Δἑκἔμβρηωος: 11: ημἔρα ποὔ τη χἄλαση[3] ω Γκἔν:τζαγας των καπήτάν Στωρνάρη με ἄλους εκατων οχτώ: εἱς τα Τρήκαλα τω ὄμηων αἴ ξενη κ(αί) τώ πλέων κἁκὄτηρὡ ης κἄθη μἔρως ὁπου βρἠσκονταν καπητανέη τοῦς εχἀλασαν ης μἤα ἡμἔρα ὅλους ὁσους ἡδηνἤθησαν κ(αί) γρἄφουμη διά ἑνθἤμηση Νηκόλως δἄς<κα>λος».[4]
2η: «Κάνω θήμησι τον κιρόν οπου χαλασαν τον καπητάνο Στέργιο Στορνάρη ης χορηὄν Περγιοτό κ(αί) άλλα πάληκάρηα τα ἐκοψαν[5] ηστα Τρήκαλα κ(αί) ἀλα μέρηκά κράτησαν πόλημον ηστο χορηόν Καρές κ(αί) της δέκα όρης της νηχτός[6] ετρήπησαν το σπίτι και εφηγαν τον κύρόν του Γκέρτζηγα τους 1829[7] [=1830] Δεκεμβρίου 11».[8]
3η: «Ἐν ἔτει 1830 Δ/βρίου 12. Ἀφόντας ἐκυνήγησε ὁ σατραζάμης τους καπεταναίους ὅλους καί δέν ἄφησε οὐδέ ἕναν καί ἔγιναν ραγιάδες. Καί ὅσοι ἐκρύβησαν εἰς τάς τρύπας τούς ἐπίασαν μέ τές φαμελιές των μέ κακόν τρόπο (…)».[9]
Η εξόντωση των θεσσαλών αρματολών σχεδιάσθηκε από την οθωμανική κυβέρνηση, διότι τους θεωρούσε υπαίτιους για τη συντήρηση του επαναστατικού πνεύματος στη Θεσσαλία και αποσκοπούσε στο να μην επιτρέψει στην κυβέρνηση του Καποδίστρια να διεκδικήσει τη χάραξη της μεθορίου στον Όλυμπο. Ο Κιουταχής Μεχμέτ Ρεσίτ ζήτησε να εμφανιστούν οι αρματολοί στα Τρίκαλα για να τον προσκυνήσουν, δηλαδή για να δηλώσουν την υποταγή τους στην εξουσία του, όπως είχε γίνει και τον προηγούμενο χρόνο 1829. Την πληροφορία αυτή αλιεύσαμε σε μία επιστολή[10] την οποία έστειλε, από τον Όλυμπο, ο αγωνιστής του 1821 Διαμαντής Νικολάου Ολύμπιος στον κυβερνήτη Καποδίστρια, στις 15.6.1829. Ο Νικολάου, μεταξύ των άλλων, έγραψε και τα εξής στον κυβερνήτη: «(…) Κατ’ αὐτάς ἦλθεν εἰς Τρίκαλα πληρεξούσιος ὅλων τούτων τῶν μερῶν ὁ σιλικτάρης,[11] ἀνήρ πανοῦργος καί πολυτρόπος. εἰς αὐτόν ἡ πολιτική δέν ἔχει οὐδεμίαν ἰσχύν πρός οἰκονομικόν πολίτευμα, ὅμως ἐπῆγαν εἰς προσκύνησίν του ὅλοι οἱ καπεταναῖοι. εἴθε νά δυνηθῶμεν νά τόν πολιτευθοῦμε διά νά μή (ὅ μή γένοιτο) χάσωμε τούς σκοπούς μας ἀνωφελῶς. Ὅθεν ἡ παροῦσα ὑπογράφεται μόνον ὑπό ἐμέ (…)».[12] Προφανώς ο αναφερόμενος στην επιστολή ως «πληρεξούσιος» είναι ο Γκέντζαγας των ενθυμήσεων.
Όπως αναφέρει ο αρματολός των Αγράφων Σωτήρης Στράτος, σε μία επιστολή του (έγγραφο 4/20.12.1830) προς τον Καποδίστρια, ο Ευρυτάνας Νίκος Θέου[13] μετέφερε τη διαταγή (μπουγιουρδί)[14] του Κιουταχή Μεχμέτ Ρεσίτ πασά στους αρματολούς. Ορισμένοι από αυτούς παραξενεύθηκαν με τη νέα πρόσκλησή του, καθώς είχαν προσκυνήσει ένα έτος νωρίτερα. Υποπτεύθηκαν τα σχέδιά του και δεν πήγαν στα Τρίκαλα. Κρύφτηκαν με τις οικογένειες τους σε σπηλιές των βουνών, αλλά κι εκεί τους βρήκαν «με κακόν τρόπο», κατά τον θυμησογράφο, και τους εξόντωσαν. Όσοι δεν πονηρεύτηκαν τα σχέδια του πασά πήγαν στα Τρίκαλα και βρήκαν τραγικό θάνατο.
Τα ονόματα των αρματολών που δολοφονήθηκαν στα Τρίκαλα δεν είναι γνωστά. Στις ενθυμήσεις αναφέρεται ο αρματολός του Ασπροποτάμου Στέριος Στορνάρης. Ο Κασομούλης, εκτός από τον Στορνάρη, αναφέρει τον Σωτήρη Λιακατά και κάποιον Σάββα από τον Δομοκό, με 100 περίπου αρματολούς, οι οποίοι εκτελέσθηκαν όλοι.[15] Ενώ στις παραπάνω τρεις ενθυμήσεις η εκτέλεση των αρματολών έγινε στα Τρίκαλα, ο Περραιβός αναφέρει ότι έγινε στην Ξυνιάδα του Δομοκού και εκ παραδρομής στις 12.12.1832, αντί του σωστού 12.12.1830. Ιδού τι αναφέρει συγκεκριμένα:[16]
Οι διωγμοί των αρματολών γίνονταν «(…) ἀπό τοῦ 1500 μέχρι τοῦ 1832, ὅτε ὁ σουλτᾶν Μαχμούτ ἀπεφάσισε τήν ριζικήν καταστροφήν ὅλων τῶν εἰς τό κράτος του καπετάνων, διότι δέν ἀμφέβαλεν ὅτι ἡ ἔνοπλος αὐτῶν δύναμις ὑπῆρχεν πάντοτε ἐπικίνδυνος, εὐκολύνουσα τά μέγιστα ἐν δεξιᾷ περιστάσει, τῆς ἐλευθέρας Ἑλλάδος τήν πρόοδον. Διέταξε λοιπόν ἐντόνως τόν Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουτάγια, στρατάρχην ἄριστον κατ’ ἐκείνην τήν ἐποχήν, νά ἐκτελέσῃ ἀνυπερθέτως τήν ἀπόφασίν του. Γινώσκων ὅμως ὁ στρατάρχης ὅτι δυσκόλως ἠδύνατο νά τούς καταβάλῃ ὅλους ὁμοῦ, ἐμεταχειρίσθη τά ἑπόμενα στρατηγήματα: ἠγωνίσθη κατ’ ἀρχάς μέ κολακείαν καί ἀπάτην νά συγκεντρώσῃ ὅλους εἴς τινα θέσιν ἀδύνατον καί πεδινήν, ὅπου ἔμελλε νά τοῖς διακοινώσῃ δῆθεν βασιλικάς διαταγάς ἀφορώσας τά συμφέροντα καί σταθεράν ἐπιστασίαν τῶν ἐπαρχιῶν των. Ὁ δέ κύριος αὐτοῦ σκοπός ἀπέβλεπε ν’ ἀφανίσῃ αὐτούς διά τοῦ ἱππικοῦ καί πεζικοῦ στρατεύματος. Μή πεισθέντες (ἐκτός τριῶν) νά ἐνεργήσωσι προσωπικῶς τήν δόλιον διαταγήν του, ἔπεμψαν ἕκαστος διά τόν τύπον τῆς πειθαρχίας ἀνά ὀκτώ μέχρι δέκα στρατιώτας. Οὗτοι πάντες συναθροισθέντες ὑπέρ τούς τριακοσίους διευθύνθησαν, κατά διαταγήν, εἰς τήν Λάρισαν, ὅπου διετάχθησαν ὑπό τήν διοίκησιν ὑπαρχηγοῦ τινός, οὗτος δέ τούς ὡδήγησε πλησίον τοῦ χωρίου Δαουκλῆ καί τῆς παρακειμένης λίμνης. Τότε δή περικυκλώσας αὐτούς διά τοῦ ἱππικοῦ τούς διέταξε νά πυροβολίσωσι ὅλοι ἐκ συμφώνου εἰς σημεῖον δῆθεν χαρᾶς, διότι ἐγεννήθη βασιλοπαῖς ἐν Κωνσταντινουπόλει. Πεισθέντες, δός εἰπεῖν, ἀπατηθέντες, ἐπραγματοποίησαν ἀμέσως τήν διαταγήν, ἀλλά μόλις ὁ πυροβολισμός ἐτελείωσε καί τό ἱππικόν ὥρμησεν εὐθύς κατ’ αὐτῶν καί ἤρξατο κατακερματίζειν αὐτούς ἀνιλεῶς. Ἡ τραγική αὕτη σκηνή ἐξετελέσθη ἐντός τριῶν ὡρῶν καί μέ ἀπώλειαν ὀκτώ μόνον ἱππέων καί τινων τετραυματισμένων, οἱ δέ Ἕλληνες (ἐκτός δύω) ἐφονεύθησαν ἅπαντες κορέσαντες ἐκ τῶν νεκρῶν αὐτῶν τάς κοιλίας τῶν αἱμοβόρων θηρίων τε καί ὀρνέων.
Τῇ αὐτῇ ἡμερομηνίᾳ, ἥτις ἦν ἡ δωδεκάτη τοῦ μηνός Δεκεμβρίου τοῦ 1832, ὥρμησε (τοιοῦτον γάρ ἦν τό σύνθημα) καί τό πεζικόν στράτευμα κατά τῶν εἰς τάς ἐπαρχίας περιοδευόντων καπετάνω. Μολονότι ἡ τουρκική δύναμις ἦτο τριπλάσιος καί ἡ ἐπίθεσις αὐτῆς ἄγνωστος πρός τούς καπετάνους, δέν ἠδυνήθησαν νά τελειοποιήσωσι τό σχέδιον κατά τήν ἐπιθυμίαν των, διότι δράξαντες ἀμέσως τά ὅπλα οἱ καπετάνοι διά νά σώσωσι ἑαυτούς καί τάς οἰκογενείας των, ἔδειξαν ἀρειμανῆ ἀντίστασιν, ὥστε οἱ Τοῦρκοι δύνανται νά καυχηθῶσι διά τήν προειρημένην μόνον δολοφονίαν καί ἁρπαγήν προσέτι κτηνῶν καί τινων κινητῶν πραγμάτων τῶν καπετάνων, ἀλλά τήν ζωήν αὐτῶν, ὅπερ ἦν ὁ κύριος σκοπός, δέν ἠδυνήθησαν νά βλάψωσι, διότι σωθέντες μετά τῶν οἰκογενειῶν αὐτῶν διά τῶν ὅπλων εἰσῆλθον εἰς τήν ἐλευθέραν Ἑλλάδα, ὅπου διέτριψαν ἔτη τρία. Ἐνῷ δέ ἡ ἀντιβασιλεία διέλευσε τά ἑλληνικά στρατεύματα, τά λείψανα τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνος, διατάξασα ν’ ἀπέλθωσιν ἕκαστος εἰς τάς ἑστίας των, οἱ καπετάνοι λαβόντες πολλούς ἐξ αὐτῶν στρατιώτας ἐπανῆλθον ἐκ νέου ἔνοπλοι εἰς τάς ἐπαρχίας των ἀφήσαντες ἐν τῇ ἐλευθέρᾳ Ἑλλάδι τά γυναικόπαιδα (…)».
Ο Περραιβός φαίνεται ότι θυμόταν καλά την ημερομηνία, όχι όμως και το έτος κατά το οποίο συνέβησαν όσα εξιστορεί. Οι λεπτομέρειες της εξιστόρησής του δείχνουν ότι ο κατατρεγμός των αρματολών σημειώθηκε σε δύο περιοχές: στα Τρίκαλα, όπως αναφέρουν οι τρεις ενθυμήσεις, και στο Νταουκλί (Ξυνιάδα) του Δομοκού, όπως αναφέρει ο Περραιβός και το υπ’ αρ. 5/21.12.1830 έγγραφο του έκτακτου επιτρόπου της Ανατολικής Ελλάδας Κ. Μεταξά. Με βάση τις πληροφορίες της επιστολής (έγγραφο 1/16.12.1830) του γιατρού Μάρκου Κερκυρόπουλου, την οποία έστειλε από τη Λαμία προς τον Κ. Μεταξά, η καταδίωξη των αρματολών υπήρξε μία συντονισμένη ενέργεια των οθωμανικών δυνάμεων, καθώς συνέβησαν γεγονότα σε όλη τη Θεσσαλία και στην επαρχία του Δομοκού: «Εἰς τάς 14 τοῦ ἐνεστῶτος ἡμέρα πέμπτη ὁποῦ ἔκαμε ὁ Μαχμούτ πασσᾶς τήν σφαγήν κατά τοῦ Σάββα καί λοιπῶν τῇ ἰδίᾳ ἡμέρᾳ ἔκαμον τό ἴδιον καί εἰς ὅσα μέρη οἱ κατ’ ἐπαρχίαν τοπάρχοι εἰς τούς λοιπούς καπετανέους καί στρατιώτας των».
Σύμφωνα, λοιπόν, με τις πληροφορίες του Κερκυρόπουλου, ο Μαχμούτ πασάς, με την συναίνεση του Κιουταχή Μεχμέτ Ρεσίτ πασά είχε σχεδιάσει την εξόντωση του καπετάν Σάββα, αρμαρτολού του Δομοκού, και όλων των θεσσαλών αρματολών. Η συγκέντρωση στο Νταουκλί (Ξυνιάδα) έγινε τάχα για να συναντήσουν τον Μπαλατσό[17] και τον Κουτζούμπα[18] και στα Τρίκαλα τον Στέριο Στορνάρη και τον Κουτελίδα,[19] να ενωθούν με τον υποδιοικητή (μουσελίμη)[20] της Θεσσαλίας Γκέντζαγα και να επιτεθούν στην Υπάτη (Πατρατζίκι), σύμφωνα με όσα έγραψε στον Καποδίστρια ο Κ. Μεταξάς (έγγραφο 7/21.12.1830).
Στα Τρίκαλα ο Γέντζαγας σκότωσε γύρω στους 200[21] και ανάμεσά τους τον Στέριο Στορνάρη. Από τους καπεταναίους του Ολύμπου, του Δομενίκου και της Ελασσόνας,[22] άλλους σκότωσε και άλλους συνέλαβε αιχμαλώτους, ανάμεσά τους και τον Πιτσάβα.[23] Ο Σωτήρης Στράτος οχυρώθηκε στη Ρεντίνα,[24] έκαψε ένα μέρος της και πολιόρκησε τους Έλληνες και τους Οθωμανούς. Εναντίον του είχαν κινηθεί ο Γκέντζαγας και ο Νίκος Θέος διορισμένος από τον σατραζάμη (Κιουταχή Μεχμέτ Ρεσίτ πασά), όπως αναφέρει ο Κ. Μεταξάς στον Καποδίστρια (έγγραφο 7/22.12.1830). Ο Στράτος ζήτησε βοήθεια από την κυβέρνηση, αλλά τον πληροφόρησαν ότι δεν μπορούσαν να τον βοηθήσουν διότι θα παρέβαιναν τις εντολές των Μεγ. Δυνάμεων. Ο πασάς, όμως, έστειλε στην περιοχή της Ρεντίνας ως ενίσχυση 5.000 στρατιώτες. Εφτά στρατιώτες του Στράτου και άλλων καπεταναίων πολιορκήθηκαν στη Μονή του Αγίου Γεωργίου, στο Μαυρομάτι της Καρδίτσας. Επειδή οι πολιορκημένοι αντιστέκονταν σθεναρά, ο πασάς έστειλε εκεί δύο κανόνια για να ισοπεδώσουν τη μονή, κάτι όμως που δεν πραγματοποιήθηκε.
Μετά από όλα αυτά, στις 14.12.1830 ο Μαχμούτ πασάς πήγε στις Ράχες της Καρυάς[25] και αφού έδωσε εντολή να κτισθεί ένας πύργος χωρητικότητας 100 ανδρών και 10 αλόγων, κατευθύνθηκε προς το Φανάρι της Καρδίτσας, με 600 ιππείς και 100 πεζούς, με σκοπό να φθάσει στα Άγραφα, για να εξοντώσει και τους υπόλοιπους αρματολούς.
Όλα τα έγγραφα δεν συμφωνούν στον αριθμό των φονευθέντων αρματολών. Ο έκτακτος επίτροπος της Δυτικής Ελλάδας Κων. Ράδος, σε μία επιστολή του (έγγραφο 3/20.12.1830) προς τον Καποδίστρια αναφέρει ότι στα Τρίκαλα με τον Στέριο Στορνάρη φονεύθηκαν 150 αρματολοί και ότι ο αρματολός του Δομοκού και της Γούρας Σάββας Βούλγαρης σκοτώθηκε στα Φάρσαλα με 180 άνδρες του. Τη σφαγή των αρματολών στο Δαουκλί επιβεβαίωσε και ο οθωμανός φρούραρχος της Λαμίας,[26] όπως αναφέρει ο Κ. Μεταξάς σε ένα έγγραφό του (5/21.12.1830) προς τους διοικητές των τμημάτων της περιοχής του.
Η κατάσταση στην περιοχή μεταξύ της Θεσσαλίας και της Φθιώτιδας ήταν έκρυθμη. Ο Μαχμούτ πασάς παρέμενε εκεί με τη δικαιολογία ότι σκόπευε να εξοντώσει τους ληστές, όπως αποκαλούσε τους αρματολούς. Για να αποφευχθεί η επιδείνωση της κατάστασης, ο Κ. Μεταξάς, με ένα έγγραφό του (4/16.12.1830), προς τον αρχηγό του στρατού της Φθιώτιδας διέταξε να μεταβούν στην Υπάτη (Νέες Πάτρες) οι αξιωματικοί Νάκος Πανουργιάς και Ιωάννης του Γκούρα για να παρακολουθούν τις κινήσεις του Μαχμούτ πασά, χωρίς να δώσουν αφορμή για περαιτέρω επέμβασή του. Στο προαναφερόμενο υπ’ αρ. 5/21.12.1830 έγγραφό του, ο Κ. Μεταξάς παράγγειλε στους διοικητές των τμημάτων να ενημερώνουν όσους πηγαίνουν για εμπορικούς λόγους στις τουρκοκρατούμενες περιοχές ότι η κυβέρνηση δεν υπόσχεται καμία υπεράσπισή τους, ότι δηλαδή θα ταξιδεύουν με δική τους ευθύνη, και η Αστυνομία να μη χορηγεί διαβατήρια. Την ίδια μέρα, ο Κ. Μεταξάς έστειλε ένα έγγραφο (6/21.12.1830) στον διοικητή του Λιδωρικίου στον οποίο αναφέρει ότι οι αρχηγοί των στρατιωτικών τμημάτων δεν πρέπει να δίνουν άδειες σε στρατιώτες για να επισκεφτούν τις τουρκοκρατούμενες περιοχές και όταν έρχονται από εκεί καταδιωκόμενοι αρματολοί και στρατιώτες πρέπει να τους αφοπλίζουν και να τους οδηγούν στα Σάλωνα (Άμφισσα), για να μη κατηγορηθεί η ελληνική κυβέρνηση από τους Οθωμανούς ότι παρέχει άσυλο στους «κακούργους».
Η οθωμανική διοίκηση δεν αρκούνταν στην εξόντωση των αρματολών. Όπως αναφέρει ο Κ. Μεταξάς, σε ένα έγγραφό του (7/21.12.1830) προς τον Καποδίστρια, μετά τους αρματολούς είχαν σκοπό να σκοτώσουν τους προεστούς (κοτσαμπασίδες) και κάθε άξιον στα πολεμικά και πολιτικά.
Αμέσως μετά την εξόντωση των αρματολών, ο Κιουταχής έστειλε μία επιστολή στον κυβερνήτη Καποδίστρια προτείνοντάς τον συνεργασία για την επιβολή της τάξης στις γειτονικές περιοχές. Ο Καποδίστριας, όπως αναφέρει ο Εμίν (Ιμίν) πασάς των Ιωαννίνων, γιος του Κιουταχή, σε μία επιστολή του (9/15.4.1831) προς αυτόν, «δικαίωσε» τον Κιουταχή. Φαίνεται, όμως, ότι ο Καποδίστριας δεν συμφώνησε στο να συνεργασθούν και γι’ αυτό ο Κιουταχής προέβη σε δύο διακοινώσεις, στις 5 και 7 Φεβρουαρίου 1831. Απαντώντας στις 28.2.1831, ο Καποδίστριας ανέφερε ότι δεν είχε ακριβείς πληροφορίες για τους «δραπέτες» και δεν γνώριζε πού κρύβονταν.
Ενώ ο Καποδίστριας, για ευνόητους λόγους, δεν γνώριζε πού κατέφυγαν οι αρματολοί, ο Εμίν πασάς είχε ακριβείς πληροφορίες. Ο Θανάσης Μάνταλος,[27] ο Δημήτρης Κατσαρός,[28] ο Κώστας και Μήτρος Κοκώσης,[29] οι λοιποί Στορναραίοι,[30] ο Μπλαχάβας,[31] και ο Κουτελίδας είχαν βρει καταφύγιο στον Καρβασαρά (Αμφιλοχία) της Ακαρνανίας, οι Μετσοβίτες Δεληγιανναίοι στη Βόνιτσα και ο Δούλας Γώγου[32] με τον Καλλίνικο Τσιάρα[33] στο Περδικάκι (Σακαρέτσι) του Βάλτου.
Το κυνηγητό των αρματολών και τη διάλυση των αρματολικίων συνέχισε ο Εμίν πασάς μέχρι το 1836, τουλάχιστο, όπως προκύπτει από μία διαταγή του η οποία βρεθηκε στη Μονή του Προδρόμου, στην Ανατολή της Αγιάς.[34]
www.thessaliko.gr
[1]. Ο Στέριος Στορνάρης είναι αδελφός του Νικολού Στορνάρη, ο οποίος έπεσε ηρωικά στην έξοδο του Μεσολογγίου.
[2]. Σατραζάμης < τ. sadrazam· ο μεγάλος βεζίρης, ο επικεφαλής της Υψηλής Πύλης. Η αναφορά του Κιουταχή Μεχμέτ Ρεσίτ ως σατραζάμη δεν δικαιολογείται, διότι ήταν σερδάρης (αρχιστράτηγος).
[4]. Δημήτριος Γ. Καλούσιος, «Τρικαλινά Σύμμεικτα», Μετέωρα, 44-45 (Τρίκαλα 1990-1991) 185· πρβ. Κώστας Σπανός, Θεσσαλικές Ενθυμήσεις 1404-1881. Τόμος Β΄: 1800-1881, Λάρισα 3014, 160-161.
[6]. Δέκα ώρα της νύχτας είναι η 4η πρωινή.
[7]. Ο θυμησογράφος, εκ παραδρομής έγραψε 1829 ενώ πρόκειται για το έτος 1830.
[8]. Γρηγόρης Ι. Πράππας, «Ενθυμήσεις από τα χωριά των Τρικάλων Αγία Κυριακή, Καρυές και Φλαμούλι (1755-1886)», Θεσσαλικό Ημερολόγιο, 36 (1999) 189· πρβ. Κώστας Σπανός, Θεσσαλικές Ενθυμήσεις…, σ. 161.
[9]. Δημ. Λουκόπουλος, «Από έναν κώδικα διαλυμένου μοναστηριού του Ολύμπου», Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος, Αθήναι 1936, 136· πρβ. Αλέξης Πολίτης, Το δημοτικό τραγούδι. Κλέφτικα, εκδόσεις «Ερμής», Αθήνα 1973, κζ΄· Κώστας Σπανός, Ενθυμήσεις και επιγραφές από την περιοχή της Δεσκάτης, 1585-1914, Λάρισα 1991, 69-70.
[10]. Πολλές ευχαριστίες στον Γιώργο Μπλάντα για την υπόδειξη της επιστολής αυτής.
[11]. Σιλικτάρης < τ. silahdar· σωματοφύλακας, φύλακας των όπλων του σουλτάνου ή του πασά, επικεφαλής ακολούθων υψηλόβαθμου επαρχιακού αξιωματούχου.
[12]. ΓΑΚ, Αρχείο Γεν. Γραμματείας (περιόδου κυβερνήτη Καποδίστρια, 1828-1833), φάκ. 206, αρ. 50.
[13]. Ο Νίκος Θέος καταγόταν από το χωριό Χρύσω της Ευρυτανίας. Το 1812 σκότωσε, στον Φουρνά, τον αρματολό Κώστα Λεπενιώτη, αδελφό του Κατσαντώνη. Την περίοδο 1816-1817 διετέλεσε γραμματικός του Αλή πασά. Βλ. Ανάργυρος – Γιάννης Μαυρομύτης, «Λεπενιώτης και Νίκο-Θέος», Πανευρυτανική Ένωση, Ιστορία και Πολιτισμός Δημοτικής Ενότητας Φουρνά Ευρυτανίας, Πρακτικά Συνεδρίου, Αθήνα 2013, Α, 215, 220. Το 1843 εκλέχθηκε πληρεξούσιος των Αγράφων στην Εθνοσυνέλευση αυτού του έτους. Βλ. Χαράλαμπος Σ. Χατζηθάνος, Ο Φουρνάς των Αγράφων, εν Αθήναις 1967, 61.
[14]. Μπουγιουρδί < τ. buyurdi ή buyuruldi· διαταγή ενός ανώτατου αξιωματούχου, μεγάλου
βεζίρη. Το μπουγιουρδί αυτό εξέδωσε ο Κιουταχής Ρεσίτ πασάς στις 27.11.1830, όπως αναφέρει ο γιος του Μεχμέτ Εμίν πασάς σε μία επιστολή του προς τον Καποδίστρια. Βλ. το υπ’ αρ. 9/15.4.1831 έγγραφο.
[15]. Νικ. Κασομούλης, Ενθυμήματα Στρατιωτικά, εκδόσεις Κοσμαδάκη, τ. Γ, 345.
[16]. Χριστόφορος Περραιβός, Ιστορία του Σουλίου και Πάργας, εν Αθήναις 1857, τ. Α, 24-26.
[17]. Πρόκειται για τον Ευάγγελο Μπαλατσό, ο οποίος συμμετείχε στις εξεγέρσεις της Στερεάς Ελλάδας το 1836, 1847-1848 και στην επανάσταση της Θεσσαλίας το 1854. Βλ. Γιάννης Κολιόπουλος, Ληστές. Η Κεντρική Ελλάδα στα μέσα του 18ου αιώνα, Αθήνα 1979, 21, 45, 47, 54, 79.
[18]. Δεν εντοπίσαμε πληροφορίες για τον αρματολό Κατζούμπα.
[19]. Πρόκειται για τον αρματολό του Ραδοβισδίου Γιαννάκη Κουτελίδα από τη Χώσεψη (Κυψέλη) της Άρτας. Βλ. Κώστας Πετρονικολός, Το Βουλγαρέλι (Δροσοπηγή) Τζουμέρκων, Αθήνα 1977, 74· Χρ. Α. Στασινόποουλος, Λεξικό της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, εκδόσεις Δεδεμάδη, Αθήνα (χ.χ.), Γ, 62.
[20]. Μουσελίμης < τ. müselim· υποδιοικητής του βιλαετίου.
[21]. Ο Κων. Ράδος, στο 2ο έγγραφό μας, παρακάτω, αναφέρει 180 θύματα.
[22]. Πρόκειται για τον καπετάν Πούλιο Ταμπάκη. Βλ. Κώστας Σπανός, «Ο τσαριτσανιώτης αρματολός και αγωνιστής του 1821 Πούλιος Ταμπάκης, Θεσσαλικό Ημερολόγιο, 29 (1996) 3-9.
[23]. Ήταν δύο αδελφοί, ο Μιχάλης και ο Αναγνώστης. Ο Μιχάλης σκοτώθηκε στη μάχη της Άράχοβας το 1828 και ο Αναγνώστης πέθανε μετά το 1872. Βλ. Κώστας Σπανός, «Δέκα έγγραφα των ολύμπιων αγωνιστών Αναγνώστη και Μιχάλη Πιτσάβα», Μακεδονικά, 31 (Θεσσαλονίκη 1998) 171-183.
[24]. Στο υπ’ αρ. 7/22.12.1830 έγγραφο αναφέρεται ότι οχυρώθηκε αρχικά στη Μονή του χωριού Χρύσω και στη συνέχεια στη γέφυρα της Τατάρνας.
[25]. Είναι η σημερινή Μοσχοκαρυά.
[26]. Η πρώτη ελληνοτουρκική μεθοριακή γραμμή δεν είχε οριστεί ακόμα και οι Οθωμανοί παρέμεναν ακόμα στη Λαμία.
[27]. Ο Θανάσης Μάνταλος ήταν αρματολός των Χασίων. Βλ. Κώστας Σπανός, Άγνωστοι θεσσαλοί κλεφταρματολοί, αγωνιστές του 1821, εκδ. οίκος Αντ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2005, 251-275.
[28]. Ο Δημήτρης Κατσαρός ήταν αρματολός του Κλεινοβού (Κλεινού) της Καλαμπάκας την περίοδο 1827-1835. Τον σκότωσαν οι Οθωμανοί το 1836 Βλ. Π. Αραβαντινός, Δημοτικά τραγούδια της Ηπείρου, εν Αθήναις 180, 93-94.
[29]. Για τους αρματολούς αυτούς δεν εντοπίσαμε πληροφορίες.
[30]. Τα αδέλφια του Νικολού Στορνάρη.
[31]. Πρόκειται για τον Νικόλαο Μπλαχάβα, εγγονό του παπα-Θύμιου Μπλαχάβα. Βλ. Κώστας Σπανός, Άγνωστοι θεσσαλοί κλεφταρματολοί…, σ. 210-213.
[32]. Για τον Δούλα < Δούλο (Χριστόδουλο) Γώγου δεν εντοπίσαμε πληροφορίες.
[33]. Ο Καλλίνικος (Κώστας) Τσιάρας είναι αδερφός του Νικοτσάρα. Βλ. Γιώργος Θ. Μπλάντας, «Πληροφορίες για τους Τσαραίους. Ανέκδοτα έγγραφα των ολύμπιων αγωνιστών (1825-1844)», Θεσσαλικό Ημερολόγιο, 67 (2015) 129-135.
[34]. Περ. Δουλμές, «Ένα μπουγιουρντί του 1836 για την δίωξη των θεσσαλών κλεφταρματολών», Θεσσαλικό Ημερολόγιο, 8 (1985) 185-189.
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.