Του π. Δημητρίου Τσιγάρα
Ο οικουμενικός πατριάρχης Διονύσιος ο Γ΄ υπήρξε γόνος της οικογένειας των Βαρδαλαίων, της νήσου Άνδρου, οι οποίοι διακρίθηκαν οικογενειακώς κατά τον ΙΖ΄ αιώνα. Δεν γνωρίζουμε τον ακριβή χρόνο της γεννήσεώς του. Ο πατέρας του και ο αδερφός του μετέβησαν στην Κωνσταντινούπολη και κατόρθωσαν να αναρριχηθούν σε σημαντικές θέσεις της κοινωνίας της πόλεως.
Ο πατέρας του Διονυσίου ήταν έμπιστος τραπεζίτης στο παλάτι του σουλτάνου, όπως και ο αδερφός του τραπεζίτης των υπουργών και άλλων μεγιστάνων στην τότε οθωμανική επικράτεια.
Ο Διονύσιος παρέμεινε στην Άνδρο, έγινε μοναχός στην περίφημη Μονή της Παναχράντου του νησιού και γι’ αυτό αναφέρεται ως Ανδριώτης και Παναχραντιώτης. Μετά τον θάνατο του πατέρα και του αδερφού του, όλη η περιουσία πέρασε στον έλεγχό του. Διακόνησε ως μέγας πρωτοσύγκελος του Οικ. Πατριαρχείου έως το 1652, οπότε εκλέχθηκε μητροπολίτης της Λάρισας.
Ο Διονύσιος ήταν καλλιεργημένος πνευματικά, αυστηρός με τον εαυτό του, αγαθός με τους άλλους και ασκητικός στη ζωή του. Καλός τηρητής της εκκλησιαστικής τάξης και της παράδοσης. Το παρωνύμιο Βαρδαλής, κατά τον Αθηνών Μελέτιο οφείλεται στην εμπάθεια κάποιων προς το πρόσωπο του Διονυσίου. Η μετατροπή του Βαρδαλής σε Παρδαλής οφείλεται σε παραφθορά του αρχικού γράμματος.
Το επώνυμο Βαρδαλής αναφέρεται ήδη από τον 13ο αιώνα. Ο βυζαντινός ποιητής Μανουήλ Φιλής, σε ένα επίγραμμά του προς την Παναγία, μνημονεύει τον Μανουήλ Βαρδαλή. Επίσης, ο βυζαντινός λόγιος Λέων ο Βαρδαλής ήταν ανιψιός του μεγάλου λογοθέτη (πρωθυπουργού) του Βυζαντίου Θεόδωρου Μετοχίτη, του οποίου σώζονται επιστολές του. Το 1296 διορίστηκε από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β΄ πρεσβευτής στη Βενετία, έγραψε ιαμβικούς στίχους, γνωμικά και ενδιαφέρουσες επιστολές, καθώς και λόγους προς τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Γ΄ Παλαιολόγο.
Στην Άνδρο, το επώνυμο Βαρδαλής απαντά στην περιοχή του Κορθίου και στην πρωτεύουσα του νησιού. Αναφέρονται ονόματα όπως χατζή-Νικόλαος Βαρδαλής 1785, Δημήτριος Νικολού Βαρδαλής 1787, Γιαννάκης Νικολού Βαρδαλής 1789, παπα-χατζής Βαρδαλής 1826, Μιχάλης Βαρδαλής 1865, Νικολός Βαρδαλής 1870 κ.ά. Το έτος 1912 και 1913 έπεσαν στο πεδίο της μάχης οι εκ Κορθίου οπλίτες, αδελφοί Ιωάννης Α. Βαρδαλής και Μιχαήλ Α. Βαρδαλής.
Ο Νικόλαος Βαρδαλής, γεννήθηκε το 1752. Ως γεγονός θα αναφέρουμε μία συνάντηση στην οικεία του Νικολάου με τον κατόπιν επίσκοπο της Θήρας Ζαχαρία Μαθά, όπου είδε ένα πολύτιμο χρυσό εγκόλπιο με χρυσή αλυσίδα, το οποίο έφερε εν μέσω χρυσής πλάκας τον Ιησού Χριστό, και περιμετρικά διπλή σειρά με διαμάντια και της εξής εγχάρακτη επιγραφή «Ό Λαρίσης Διονύσιος Βαρδαλής 1659». Αυτό το εξαιρετικής τέχνης εγκόλπιο, το διατηρoύσε στην κατοχή του ο Νικόλαος Βαρδαλής με πολλή προσοχή και ευλάβεια, σεμνυνόμενος ότι είχε συγγενέψει με τον Διονύσιο Γ΄, αρχικώς ως μητροπολίτης της Λάρισας και έπειτα ως πατριάρχης. Ο Ζαχαρίας Μαθάς ρώτησε τον Νικόλαο πόσο ετών είναι τώρα και εκείνος απάντησε 60, και ποια συγγένεια είχε με τον πατριάρχη Διονύσιο Γ΄, και του απάντησε ότι ήταν αδελφός του παππού του Νικολάου Βαρδαλή.
Ο Διονύσιος Βαρδαλής εκλέχθηκε μητροπολίτης της Λάρισας, διαδεχόμενος τον Παΐσιο, τον Ιούλιο του 1652. Το 1659 ανέλαβε προεδρικώς, μετά τον απαγχονισμό του πρώην πατριάρχη Γαβριήλ Β´ (στις 30 Απριλίου 1657), την Μητρόπολη της Προύσας. Ως μητροπολίτης της Λάρισας αναφέρεται και σε επιγραφή του δεσποτικού θρόνου, στον ναό του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου του Τυρνάβου, τον οποίο και δώρισε. Αναφέρεται, επίσης, και στα δίπτυχα της Μονής του Προφήτη Ηλιού του Τυρνάβου, τα έτη 1654-1659. Δυστυχώς στον Άγιο Ιωάννη Πρόδρομο του Τυρνάβου, κάηκε μεγάλο μέρος των κειμηλίων του, στην πυρκαγιά του 2010.
Το όνομα του Διονυσίου αναφέρεται, επίσης, στον κοιμητηριακό ναό του Αγίου Αθανασίου, άλλοτε ομώνυμη μονή, γνωστή σύμφωνα με τις πηγές από το 1615. Στο σκευοφυλάκιο της μονής αυτής φυλασσόταν ένα πολύτιμο αρχιερατικό επιτραχήλιο, από μετάξι και βελούδο της Φλάνδρας, χρώματος βυσσινί, κεντημένο με χρυσοκλωστή, το οποίο έφερε παραστάσεις αγίων, θαυμάσιας τέχνης, διαιρημένο σε 17 τετράγωνα, με παραστάσεις και διάφορα χρώματα. Στην άνω πλευρά του επιτραχηλίου εικονίζεται ο Χριστός εν προτομή, ευλογών με τα δύο χέρια, κάτω από τον Χριστό ένθεν και ένθεν η Παναγία και ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος με τα χέρια σε στάση δέησης.
Κάτω από αυτούς, εκατέρωθεν, είναι οι άγιοι Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Βασίλειος ο Μέγας, Αθανάσιος ο Μέγας, Γρηγόριος ο Θεολόγος, Σπυρίδων Τρυμηθούντος, Κύριλλος Αλεξανδρείας, Μόδεστος Ιεροσολύμων, Νικόλαος ο Μύρων, Ιωάννης Ελεήμων και ο άγιος Αχίλλιος πολιούχος της Λάρισας. Όλοι είναι όρθιοι κρατώντας στο αριστερό χέρι Ευαγγέλιο και με την δεξιά ευλογούν. Τα ονόματα των αγίων βρίσκονται εκατέρωθεν της κεντητής εικόνας, με μεγαλογράμματη και περίτεχνη γραφή. Πριν από το τελείωμα του επιτραχηλίου, με χρυσή χωριζόμενη γραμμή, από την μία άκρη στην άλλη, υπάρχουν χρυσά κρόσσια. Στο τέλος υπάρχει μεγαλογράμματη γραφή, περίτεχνη και συμπεπλεγμένη κατά το βυζαντινό ιδιότυπο.
«ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΛΑΡΙΣΣΗΣ Κ(υρίο)Υ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ. 1654».
Όπως βλέπουμε και στο παραπάνω έγγραφο, χειροτονίες επισκόπων τελούνταν στον καθεδρικό ναό των Τρικάλων, που είναι αφιερωμένος στον πρωτομάρτυρα και αρχιδιάκονο Στέφανο, και στον Άγιο Ιωάννη Πρόδρομο του Τυρνάβου, ο οποίος ήταν ὁ μεγαλύτερος από όλους τούς ναούς και υπήρξε ο καθεδρικός ναός σε όλη την οθωμανική κατοχή μέχρι το 1871. Σε πολλά εκκλησιαστικά έγγραφα αναφέρεται ως τόπος σύναξης Θεσσαλών επισκόπων, προκειμένου να εκλέξουν νέο επίσκοπο σε μία χηρεύουσα θέση επισκοπής της Μητρόπολης της Λάρισας. Μεταξύ των χειροτονιών στον ναό του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου του Τυρνάβου, συμπεριλαμβάνονται των θεοφιλεστάτων επισκόπων, Θαυμακού Αθανασίου, Ζητουνίου Νικηφόρου, Γαρδικίου Ανθίμου κ.ά.
Σύμφωνα με τον Κύριλλο Λαυριώτη, η εκλογή του Διονυσίου, στις 15.6.1662, δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, την εποχή του Μεχμέτ Α΄ (1643-1687). Ο Κομνηνός Υψηλάντης ορίζει, λανθασμένα, ως έτος εκλογής του το 1659, ο Μελέτιος Αθηνών και ο Ζαχαρίας Μαθάς το 1660 και ο Καισάριος Δαπόντε δεν καθορίζει ημερομηνία αλλά αναφέρει ότι πατριάρχευσε μόνο 3 έτη.
Έξι μήνες μετά την αποχώρησή του, αφού διακόνησε την Εκκλησία του Χριστού, κατά τον Απρίλιο του 1666, του δόθηκε η Μητρόπολη των Θεσσαλονικέων, από τον οικουμενικό πατριάρχη Διονύσιο Δ΄, κατά την δεύτερη πατριαρχία του. Εκεί προσπάθησε να βάλει σε τάξη διάφορα εκκλησιαστικά θέματα, διοικητικά και κτηματικά. Φαίνεται, όμως, ότι ο Διονύσιος μετέβη για λίγο στην παλιά του Μητρόπολη, στη Λάρισα, όπου ήταν λίαν αγαπητός. Αυτό αναφέρει ο Λε-κιέν στο έργο του, ότι συναντήθηκε ο πρώην Λαρίσης Διονύσιος με τον Άγγλο περιηγητή Edward Brown περί το 1670.

Το ίδιο έτος, 1670. ο Διονύσιος μετέβη στα Ιεροσόλυμα όπου συνάντησε τον πρώην Ιεροσολύμων Νεκτάριο και παρευρέθηκε στην προπαρασκευή του Αγίου Μύρου, την Μ. Πέμπτη. Αφιέρωσε στον Πανάγιο Τάφο, εις αιώνιο μνημόσυνό του, 10.000 γρόσια, για να δαπανηθούν στην κατασκευή άρτων λευκών και καθαρών (πρόσφορα) και να διανέμονται κάθε Σάββατο όλο το έτος σε όλους τους Αγιοταφίτες πατέρες, σε όλες τις ιερές μονές και τους ιερούς ναούς της Αγίας γης των Ιεροσολύμων.
«τοις μεν προς μικράν γούν παραμυθία, τοις δ’ αύθις προς ολοκάρπωσιν τω Κυρίω».
Οι βιογράφοι του Διονυσίου έγραψαν γι’ αυτόν τα εξής: « εισήλθες γαρ διά της θύρας εις την αξίαν της πατριαρχικής περιωπής (…), ου βία, ου δυναστεία, ου πονηρία και τέχνη τινί». Υπήρξε «συνετός και ενάρετος, είχεν ήθος και λόγον και φρόνημα σταθερόν (…), μαρτυρικόν βίον ζήσας, ειπέρ τις άλλος νηστεύων, αγρυπνών, ελεών, ανεχόμενος, προσευχόμενος και πάσαις ως ειπείν ταις αρεταίς κατακοσμούμενος».
Ο Διονύσιος διετέλεσε:
α) Μητροπολίτης της Λάρισας (1652-1662), 10 10 έτη.
β) Οικουμενικός Πατριάρχης (1662-1665), 3 έτη και 4 μήνες.
γ) Μητροπολίτης της Θεσσαλονίκης (1666-1669), 3 έτη και 5 μήνες.
δ) Μοναχός στην Μεγίστη Λαύρα (1670-1696), 26 έτη.
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.