Γράφει ο Δημήτριος Π. Μπόγδανος*
Πρόσφατα ανακοινώθηκε η περίφημη λίστα του Στάνφορντ με το 2% των καλύτερων επιστημόνων του κόσμου και πολλοί από εμάς, άλλοι για πρώτη φορά και άλλοι για πολλά συναπτά έτη, συμπεριληφθήκαμε σε αυτήν. Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας όπως και άλλα πανεπιστήμια της ημεδαπής ανακοίνωσαν περίχαρα τις δεκάδες των επιτυχόντων. Τι σημαίνει όμως αυτό για εμάς τους επιστήμονες και ερευνητές σε προσωπικό επίπεδο, για τα πανεπιστημιακά μας ιδρύματα, για την πολιτεία και εν γένει για την χώρα;
Οι λίστες αξιολόγησης επιστημόνων ανανεώνονται κάθε χρόνο λαμβάνοντας υπόψιν την παραγωγικότητα, επιστημονικότητα και καριέρα του καθενός ανακηρύσσουν (δημοσιοποιούν καλύτερα) εκείνες και εκείνους που ανήκουν στο 2 ή στο 3% των ¨καλύτερων» ανάμεσα στα εκατομμύρια των επιστημόνων.
Εκατοντάδες επιστήμονες στην Ελλάδα από την Ιατρική, τις βιοεπιστήμες και φυσικά όλες τις άλλες επιστήμες βρέθηκαν στις λίστες αυτές για πρώτη φορά φέτος.
- Για αυτούς αποτελεί μια μικρή (η μεγάλη) αναγνώριση για την προσπάθεια που κάνουν να εξελίξουν την επιστήμη και την καριέρα τους. Για εμάς τους άλλους που μας βλέπουμε συχνα πυκνά στις λίστες, υποδηλώνει ότι μάλλον κάτι κάνουμε πολύ καλά αλλά. Mας γεμίζει με άγχος και ευθύνη για τη συνέχεια αλλά δεν παύει να αποτελεί μια σοβαρή ένδειξη επιβράβευσης των ερευνητικών μας προσπαθειών κάτω από αντίξοες συνθήκες σε ένα περιβάλλον μη φιλικό στην έρευνα και στην καινοτομία.
- Για τα πανεπιστήμια μας αποτελεί μια ένδειξη ότι έχουν ανθρώπους που πρέπει να επιδοκιμάσουν και να επιβραβεύσουν για την προσπάθειά τους για την αριστεία,προσφέροντάς τους περισσότερες ευκαιρίες ανέλιξης. Συνήθως τους αφήνουν να κολυμπήσουν στα βαθιά χωρίς πρόγραμμα, στρατηγική και σχεδιασμό, αγνοώντας πολλάκις το έργο τους και τη συνεισφορά τους. Δεν σας κρύβω ότι για πολλούς από εμάς το έργο μας και η συνεισφορά μας στην έρευνα στα αντικείμενά μας είναι πιο γνωστά στο εξωτερικό από ότι στο εσωτερικό της χώρας. Η εξωστρέφεια που ευαγγελίζονται πολύ επιτυγχάνεται από τη διάχυση στο εξωτερικό και δεν είναι λίγοι οι Έλληνες επιστήμονες που γίνονται γνωστοί στην χώρα μας όταν τα «χαρμόσυνα» νέα για ανακαλύψεις και επιτεύγματά τους ανακοινώνονται από φορείς και μέσα του εξωτερικού.
- Για τη χώρα είναι μια ακόμη ένδειξη ότι γεννάμε Έλληνες άξιους να σκαρφαλώσουν σε κάθε κορυφη της επιστήμης όσο φηλές και αν είναι αυτές. Αν και θα ήταν τρομερή παράλειψή να μην αναγνωρίσουμε την προσφορά στην επιστήμη των συναδέλφων μας στα πανεπιστήμια του εξωτερικού, θα ήταν κρίμα να μην υπερτονίσουμε το συνεχές, ανιδιοτελές και πολλές φορές ακατανόητο έργο των συναδέλφων στην Ελλάδα. Πόσες φορές δεν ακούστηκε η περίφημη φράση ¨Μα καλά, τι κάθεται και κάνει ακόμη αυτός στην Ελλάδα, γιατί δεν πάει στο εξωτερικό, πως και δεν τον πήρανε στην Αμερική». Η περίφημη αποψίλωση των μυαλών της χώρας λαμβάνει σάρκα και οστά σε ένα περιβάλλον που συνεχίζει με την υποχρηματοδότηση να απαξιώνει τις προσπάθειες για συμβολή στην πρωτογενή έρευνα και παραγωγικότητα και έμμεσα να υποθάλπει τις
- Για την πολιτεία είναι άλλη μια απόδειξη ότι παρά την απαξίωση της έρευνας και καινοτομίας και την υποχρηματοδότηση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, υπάρχουν ακόμη επιστήμονες που μπορούν να στοχεύουν ψηλά αποδεικνύοντας στα πέρατα της γης την επιστημοσύνη του ελληνικού μυαλού (σκεφτείται τι θα καταφέρναμε κάτω από τις ευνοικές συνθήκες ευνομούμενων κράτων για να καταλάβετε γιατί τα μυαλά μας μεταναστεύουν στο εξωτερικό). Πόσα από αυτά τα Ελληνικά μυαλά θα κατάφερναν αν τύγχαναν του ευνοϊκού περιβάλλοντος του Στάνφορντ, του ΜΙΤ, του Χάρβαρντ, της Οξφόρδης, του Καρολίνσκα και του Καίμπριτζ; Αντ’αυτού, παλεύουν με νύχια και με δόντια να καταφέρουμε κάτι, τις περισσότερες φορές με προσωπικές προσπάθειες χωρίς δομές, συντονισμό και διεπιστημονικότητα, στη Λάρισα, τα Γιάννενα, την Καρδίτσα και την Πάτρα.
Ο εγγενής κίνδυνος κάθε λίστας αριστείας (πέρα από αυτόν της αδικίας των ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών που περιλαμβάνει) είναι και αυτός: αφού τα πηγαίνουμε (τόσο) καλά με τόσα λίγα από τους θεσμούς και την πολιτεία γιατί να επενδύσουμε περισσότερο και να ξοδευτούμε; Γιατί η εκάστωτε κυβέρνηση να επενδύσει στην παιδεία και στην αριστεία, στην έρευνα και στην καινοτομία των επιστημόνων της. Όταν μπορούμε να βουλώσουμε τις τρύπες γιατί να φτιάξουμε την στέγη. Όταν με λίγα κάνουμε πολλά, γιατί να δίνουμε ακόμη περισσότερα σε μια χώρα βαρέλι χωρίς πάτο; Την ίδια ώρα χώρες πολύ μικρότερες από εμάς, με χαμηλότερο ποιοτικά ανθρώπινο δυναμικό σε άριστους επιστήμονες αλλά με όραμα, στρατηγική και σχέδιο καταφέρνουν να διακριθούν.
Εννοείτε ότι αυτές οι λίστες είναι ενδεικτικές και όχι αποδεικτικές των καλύτερων. Ξέρω δεκάδες συναδέλφους που ανήκουν στην αφρόκρεμα του κόσμου αλλά «κόπηκαν» από τα σκληρά φίλτρα της λίστας του Στάνφορντ.
Το μυστικό στην επιτυχία πέρα από την προσωπική προσπάθεια, τις θυσίες, την επιμονή και την υπομονή είναι οι συνεργασίες και οι συνεργάτες εντός και εκτός των τειχών (πίσω από κάθε άριστο επιστήμονα -τουλάχιστον στην βιοιατρική- βρίσκεται μια ομάδα σιωπηλών και εργατικών συνεργατών που σε σπρώχνουν στην κορυφή πολλοί από τους οποίους μένουν στην αφάνεια). Να τους ευχαριστήσουμε για αυτό και να τους μνημονεύουμε γιατί ανήκουν στον κύριο ιστό της έρευνας της χώρας βάζοντας «πλάτη».
*Ο κ. Δημήτριος Π. Μπόγδανος είναι Καθηγητής Παθολογίας και Αυτοάνοσων Νοσημάτων, του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και Διευθυντής της Κλινικής Ρευματολογίας και κλινικής Ανοσολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας. Είναι επίσης Διευθυντής του Αγγλόγλωσσου Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στη Λάρισα. Έχει εκπαιδευτεί, μετεκπαιδευτεί και εργαστεί για πολλά έτη σε φημισμένα πανεπιστήμια και νοσοκομεία της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ πριν επιστρέψει στην Ελλάδα.
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.