Γράφει ο Ευάγγελος Μπαλντούνης (Καθηγητής φιλόλογος)
Ο έφηβος των Αντικυθήρων είναι από τα ωραιότερα μεγάλα χυτά χάλκινα αγάλματα της ελληνιστικής εποχής.
Εξήγηση της ονομασίας του: Ανελκύθηκε σε θραύσματα από ένα ναυάγιο του 1ου αι. π.Χ., το ναυάγιο των Αντικυθήρων μαζί με άλλα πολυάριθμα σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα και έχει αποκατασταθεί σχεδόν ολόκληρο. Έχει ύψος 1,94 μέτρα και θεωρείται ότι κατασκευάστηκε την περίοδο 340 π.Χ. με 330 π.Χ. Οφείλει την ονομασία του στον τυχαίο εντοπισμό του, που σημειώθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, στον υποθαλάσσιο χώρο κοντά στο νησί των Αντικυθήρων.
Τι αναπαριστάνει το γλυπτό : Ο νεαρός άνδρας αποδίδεται όρθιος και γυμνός. Πατά σταθερά στο αριστερό σκέλος, ενώ το άνετο δεξί κινείται πίσω και πλάγια δημιουργώντας έντονη αντιθετική κίνηση στο σώμα. Ανασηκώνει και προβάλλει διαγώνια το δεξί χέρι, δημιουργώντας την αίσθηση της κίνησης. Το αριστερό χέρι είναι στο πλάι χαμηλωμένο, χαλαρό και αρκετά κοντά στο σώμα. Στρέφει έντονα την κεφαλή προς την πλευρά του άνετου σκέλους, χωρίς να επικεντρώνει το βλέμμα προς το αντικείμενο που έφερε κάποτε στο δεξί χέρι. Στο υπερυψωμένο αυτό χέρι θα κρατούσε αντικείμενο, που δεν σώζεται σήμερα, κατά την πιθανότερη εκδοχή το μήλο της Έριδος, οπότε παριστάνεται ο Πάρις. Σύμφωνα με άλλες απόψεις, μπορεί να απεικονίζεται ο Περσέας, που θα κρατούσε το κεφάλι της Μέδουσας ή κάποιος αθλητής που θα κρατούσε κάτι ως έπαθλο. Η αρχική επιγραφή που τοποθετήθηκε στον έφηβο έγραφε τα εξής «Ο Πάρις προσφέρων το μήλον εις την Αφροδίτην». Αργότερα, κατά τη δεκαετία του ’30, με την επέκταση του Μουσείου, μετακόμισαν τον έφηβο στην αίθουσα του Ποσειδώνος με νέα επιγραφή «Άγαλμα χαλκούν, ανελκυσθέν εν έτει 1901 εκ του βυθού της θαλάσσης παρά τα Αντικύθηρα (εξ αρχαίου ναυαγίου) και παριστών πιθανώς τον Περσέα κρατούντα διά της προτεταμένης δεξιάς χειρός την κεφαλήν της Μεδούσης. Είναι έργον αρίστης τέχνης του Δ’ αι. π.Χ».

Διαφωνίες για τον δημιουργό του : Αποδίδεται σε πελοποννησιακό εργαστήριο και ίσως είναι έργο του γλύπτη Ευφράνορα, από τη Σικυώνα της Κορινθίας. Άλλο σενάριο θέλει το γλυπτό να ανήκει σε κάποιον καλλιτέχνη του κύκλου του διάσημου Σκόπα, γλύπτη από την Πάρο. Η πλειοψηφία των ερευνητών τον αποδίδει στον Κλέωνα από τη Σικυώνα. Η δομή της μορφής, η αρμονία της κίνησης και η απόδοση των μυών, γιατί είναι έντονη η μυϊκή διάπλαση, δείχνουν επιρροές από τον «κανόνα» του Πολύκλειτου, αν και εδώ το σώμα του νέου είναι πιο σφριγηλό και αθλητικό.
Οι λανθασμένες επεμβάσεις : Οι φθορές που προκλήθηκαν λόγω της διάβρωσης του μετάλλου από την μακρόχρονη παραμονή μέσα στη θάλασσα, έκαναν το έργο των συντηρητών πολύ δύσκολο. Έγιναν συμπληρώσεις στη βάση του λαιμού, στον αριστερό ώμο, στον θώρακα, στο υπογάστριο και στο άνω μέρος των γλουτών. Το καλλιτέχνημα συγκολλήθηκε για πρώτη φορά το 1901 από τον γλύπτη Π. Καλούδη. Μία δεύτερη μη επιτυχημένη προσπάθεια έγινε το 1902 από Γάλλο τεχνίτη. Μερικά λάθη του οδήγησαν σε λανθασμένη στάση της σύνθεσης. Προσπάθησε επίσης να απομακρύνει τους επικαθίσεις θαλάσσιων μικροοργανισμών με οξύ!. Έτσι αλλοίωσε και το χρώμα του μπρούτζινου αγάλματος. Ομάδα ειδικών εκλήθη να το αποκαταστήσει. Οι εργασίες διήρκεσαν από το 1947 έως το 1953 και το αποτέλεσμα ήταν: «απολύτως ικανοποιητικόν και άξιον επαίνου». Αφού λοιπόν συντηρήθηκε και επανορθώθηκε, τοποθετήθηκε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Από τότε ο έφηβος θεωρείται εύθραυστος και χαρακτηρίζεται αμετακίνητος, καθώς τα αποτελέσματα ειδικών αναλύσεων που πραγματοποιήθηκαν στο γλυπτό, δεν εγγυώνται την ασφάλειά του σε περίπτωση μεταφοράς του. Ο Έφηβος των Αντικυθήρων έπειτα από όλα αυτά ήταν και παραμένει «μη μου άπτου» και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να μετακινηθεί.
Η συναρπαστική ιστορία της ανεύρεσής του : Σαρακοστή, 4η Μαρτίου 1900 . Στα Αντικύθηρα ανακαλύφθηκε το σημαντικότερο παγκόσμιο ναυάγιο από ιστορική, ναυτική, εμπορική, πολιτιστική και τεχνολογική άποψη. Στην ανεύρεση του ναυαγίου, κομβικό ρόλο αποτέλεσαν, δύο ιστιοφόρα από την Σύμη, το «Ευτέρπη» και το «Καλλιόπη», με οκτώ βουτηχτάδες και έντεκα ναύτες, που κατευθύνονταν στις ακτές της Βορείου Αφρικής (Αλγερία – Λιβύη,) για αλίευση σφουγγαριών. Τα αναφερόμενα ιστιοφόρα συνάντησαν καιρό ανοικτά των Αντικυθήρων και αναγκάστηκαν να αγκυροβολήσουν περίπου είκοσι μέτρα μακριά από την απότομη βραχώδη ακτή του νησιού. Ο βουτηχτής Ηλίας Σταδιάτης φόρεσε το σκάφανδρο και καταδύθηκε, με σκοπό να πιάσει ψάρια για το σαρακοστιανό τραπέζι τους. Παρ’ ότι η απόσταση από την ακτή ήταν μικρή, το βάθος ήταν σαράντα με εβδομήντα μέτρα. Κάποια στιγμή ο Ηλίας έκανε σήμα να τον ανεβάσουν. Φοβήθηκε από αυτά που αντίκρισε στο βυθό. Είχαν ρίξει άγκυρα ακριβώς πάνω από το διασημότερο ναυάγιο του κόσμου!

Τι είδε ο καπετάνιος : Αμέσως καταδύθηκε ο ίδιος ο καπετάνιος Δημήτρης Κοντός. Το θέαμα που αντίκρισε από το θολό γυαλί του σκάφανδρου και στο μισοσκόταδο των περίπου πενήντα μέτρων βάθους, ήταν φανταστικό! Σε αρκετή ακτίνα ήταν διασκορπισμένα αγάλματα και αμφορείς. Τελικά, εμφανίστηκε στην επιφάνεια της θάλασσας με ένα μπρούτζινο χέρι. Περιμένοντας ο καιρός να κοπάσει, οι δύτες περισυνέλεξαν όσα περισσότερα τέχνεργα μπόρεσαν από το ναυάγιο. Γαληνεύοντας ο καιρός συνέχισαν το ταξίδι τους για τις ακτές της βορείου Αφρικής (Αλγερία – Λιβύη), αφού πριν κατέγραψαν το στίγμα του ναυαγίου.
Αναφορά στο αρχαίο πλοίο που ναυάγησε : Περί το δεύτερο τέταρτο του 1ου αι. π.Χ., ένα σαράντα μέτρων μήκους και δεκαπέντε μέτρων πλάτους, ένα τεράστιο ελληνικό εμπορικό πλοίο είχε ρότα προς την ιταλική χερσόνησο. Το μεγάλο αμπάρι του σκάφους ήταν γεμάτο με αντίκες της εποχής, πολλά ελληνικά αγάλματα και αμφορείς. Είχε ακόμη και αντλία νερού με μολύβδινους σωλήνες. Μετέφερε δε και επιβάτες σε ειδικά κατασκευασμένες καμπίνες. Είχε φορτώσει το εμπόρευμα σε κάποια νησιά του Αιγαίου και θα τα μετέφερε στην Ιταλία, όπου οι Ρωμαίοι Πατρίκιοι θα διακοσμούσαν τις πολυτελείς βίλες τους. Τα πολύτιμα γυάλινα αντικείμενα προέρχονταν από Παλαιστίνη – Συρία – Αίγυπτο. Τα νομίσματα που βρέθηκαν είχαν κοπεί στην Πέργαμο, Έφεσο, Κνίδο και Κατάνια. Βρέθηκαν νομίσματα του 76 π.Χ. και του 67 π.Χ. Γεγονός που σημαίνει ότι το ναυάγιο έγινε μετά τα ανωτέρω έτη. Είναι άγνωστες οι συνθήκες του ναυαγίου. Ναυάγησε έξω από τα Αντικύθηρα, λίγο πριν το φυσικό λιμάνι του νησιού, τον Ποταμό. Παρασύρθηκε από τον άνεμο και τα κύματα το έριξαν στα βράχια; Γέμισε νερά το πλοίο σε φουρτούνα, παρά τις προσπάθειες των ναυτών με την αντλία; Μετατοπίστηκε το φορτίο και άνοιξαν οι αρμοί; Το βέβαιο είναι ότι βυθίστηκε αμέσως, γιατί βρέθηκαν σκελετοί ανθρώπων, που σημαίνει ότι κάποιοι εγκλωβίστηκαν και μεταξύ αυτών και μία γυναίκα.
Η οργανωμένη κινητοποίηση της πολιτείας : Οι Συμιακοί σφουγγαράδες ήταν οι μόνοι που είχαν τον εξοπλισμό και την τεχνογνωσία για κατάδυση στο βάθος του ναυαγίου. Τα αντικείμενα του ναυαγίου ήταν πολλά και ορισμένα από αυτά βαριά και απαιτείτο η συνδρομή μεγάλου πλοίου στην επιχείρηση ανέλκυσης. Η ενεργοποίηση για την ανέλκυση του ναυαγίου ήταν συγκλονιστική για την εποχή και τα διαθέσιμα μέσα της ελληνικής πολιτείας. Ο Υπουργός πρόσφερε στους σφουγγαράδες αξιοπρεπή αμοιβή και το μεταγωγικό «Μυκάλη» του Πολεμικού Ναυτικού για να ανασυρθούν και να μεταφερθούν στην Αθήνα τα αγάλματα. Στις 22 Νοεμβρίου 1900 ξεκίνησε η επιχείρηση ανέλκυσης των αντικειμένων του ναυαγίου. Οι συνθήκες ήταν δύσκολες. Ο καιρός και η ταραγμένη θάλασσα παρεμπόδιζαν τις καταδύσεις. Η τεχνολογία τότε δεν επέτρεπε στους σφουγγαράδες να μένουν στο βάθος του ναυαγίου πάνω από πέντε λεπτά. Η επιχείρηση συνεχίστηκε έως τον Σεπτέμβριο 1901. Το ατμόπλοιο «Σύρος» και το τορπιλικό «Αιγιαλεία» συνέδραμαν στην ανάσυρση των αρχαιοτήτων.
Η αυταπάρνηση και η αυτοθυσία των σφουγγαράδων : Οι σφουγγαράδες είχαν ανασύρει περίπου σαράντα αγάλματα και τμήματα αγαλμάτων, αμφορείς, πολύχρωμα γυάλινα σκεύη, πολλά μικροαντικείμενα και μέρη του σκάφους. Είχαν ανασκάψει και ερευνήσει τον βυθό σε βάθος περίπου ένα μέτρο. Οι δυσκολίες των καταδύσεων ήταν αμέτρητες. Το σημείο δεν είναι προφυλαγμένο από τους ανέμους. Η δύναμη των κυμάτων τον χειμώνα είναι τεράστια. Το ναυάγιο βρίσκεται σε βάθος 40 με 60 μέτρα και ο βυθός είναι πολύ απότομος, κλίσης 45 μοιρών. Το βάθος αυτό ήταν το όριο κατάδυσης εκείνη την εποχή. Μέσα στο σκοτάδι του βυθού και φορώντας βαριά δυσκίνητη στολή, οι δύτες δυσκολεύονταν στις έρευνές τους. Τις κινήσεις τους παρεμπόδιζε το άβολο σκάφανδρο και ο σωλήνας που τους συνέδεε με την επιφάνεια. Οι σφουγγαράδες έπρεπε να μείνουν μόνο πέντε λεπτά για να αποφύγουν την τρομερή νόσο των δυτών, που σήμαινε παράλυση ή θάνατο. Μάλιστα, δύο δύτες ασθένησαν βαριά και ένας, ο Γεώργιος Κρητικός, πέθανε από τη νόσο. Ο περίφημος θησαυρός των Αντικυθήρων ανασύρθηκε με θυσίες των θρυλικών σφουγγαράδων. Μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου 1901, τα μεγαλύτερα αγάλματα μεταξύ των οποίων και ο «Έφηβος των Αντικυθήρων», είχαν ανασυρθεί.
~ Η ζωντάνια και η διαχρονικότητα της ελληνικής τέχνης συμπυκνώνεται ολάκερη σ’ αυτό το βλέμμα του τεχνουργήματος…. 2500 χιλιάδες χρόνια κι ακόμα Έφηβος …. για πάντα Έφηβος! Ο έφηβος των Αντικυθήρων….
Βιβλιογραφία:
α) «Το Ναυάγιο των Αντικυθήρων». Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (ΕΑΜ)
β) Κλασική περίοδος – Χάλκινο άγαλμα νέου. ΕΑΜ.
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.























