Συνέντευξη στον Λάμπρο Αναγνωστόπουλο
Ο Βασίλης Παππάς γεννήθηκε στο χώρο της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας της Αλβανίας και κατοικεί και εργάζεται στην Αθήνα. Από την αρχή της δεκαετίας του 1980 και σε πολύ μικρή ηλικία έγινε μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών. Την υποτροφία την κέρδισε σε εθνικό διαγωνισμό σαν νέο ταλέντο στο χώρο των γραμμάτων. Η ΕΛΟΣΥΛ, της οποίας είναι μέλος απηύθυνε αίτημα στο υπουργείο Πολιτισμού ώστε να στηρίξει την υποψηφιότητά του για το Νόμπελ Λογοτεχνίας για το έτος 2021. Για το ποιητικό και όχι μόνο έργο του, έχει βραβευτεί σε πολλούς ελληνικούς αλλά και παγκόσμιους οργανισμούς. Το 2021 το έργο του αξιολογήθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό «Official World Record» ως «Most poetry books published in Greek», δηλαδή είναι ο άνθρωπος με τα περισσότερα βιβλία ποίησης στην Ελλάδα. Για όλα αυτά μίλησε στη larissanet.
Αναλυτικά η συνέντευξη έχει ως εξής:
Κύριε Παππά θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια για την ΕΛΟΣΥΛ; Ποια είναι η σχέση σας με τους ανθρώπους της Λάρισας;
Έγινε αφορμή η «Κόκκινη Μηλιά», μια ποιητική συλλογή που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Λιβάνη το έτος 2018 και η βιβλιοπαρουσίαση της έλαβε χώρα στη Λάρισα. Εκεί γνωρίστηκα με τα μέλη και το ΔΣ της ΕΛΟΣΥΛ. Δεν γνώριζα κανέναν στη Λάρισα και ξαφνικά βρέθηκα μέσα σε τόσους υπέροχους και πνευματικούς ανθρώπους που τους θαυμάζω. Το περιοδικό «Πνευματική Λάρισα» θα το ζήλευαν ακόμα και άλλες Ενώσεις Λογοτεχνών της χώρας. Από τότε ήταν και είναι τιμή για μένα να είμαι μέλος της εν λόγω Ένωσης.
Είστε πολυγραφότατος, τα βιβλία σας είναι αμέτρητα. Περισσότερα από 200 βιβλία, μεταξύ των οποίων βρίσκονται πάνω από 150 ποιητικές συλλογές και 40 τόμοι, ενώ για το έργο σας έχετε βραβευτεί πολλές φορές. Από πού αντλείτε τόση έμπνευση;
Από την ίδια την ζωή, από την καθημερινότητα, από την παρακαταθήκη των προγόνων μας, από τις πανάρχαιες ρίζες μας, από την πατρίδα που μου έλειπε, από την πίστη, από τα ιδανικά, από τα χαμόγελα των ανθρώπων, από τα βλέμματα, από τον ήλιο, από το φως, από το γαλάζιο, από το άσπρο, από την θάλασσα, από τα καράβια, από τις ελιές, από τ’ αμπέλια. Αγάπησα τα γράμματα από νεαρή ηλικία. Στο πατρικό μου σπίτι η μεγαλύτερη αγάπη μου ήταν η βιβλιοθήκη. Είχα φτιάξει μια τεράστια βιβλιοθήκη με λογοτεχνικά βιβλία από την παγκόσμια λογοτεχνία. Η βιβλιοθήκη μου αποτελούνταν από άπειρες ποιητικές συλλογές, διηγήματα, μυθιστορήματα, τραγωδίες, σάτιρα. Μελετούσα με πάθος ότι βιβλίο κατάφερνα ν΄ αγοράσω. Όλα τα χρήματά μου και όλες οι αγάπες μου ήταν τα βιβλία. Μονορούφι διάβαζα ότι βιβλίο κατάφερνα να είχα στα χέρια μου. Κάποια από αυτά ήταν γνωστά έργα τέχνης παγκόσμιας εμβέλειας. Μέσα από τα βιβλία έμαθα να αγαπάω περισσότερο τον κόσμο, να βλέπω πιο μακριά.
Έμαθα να γίνομαι πιο ευαίσθητος, πιο γεμάτος, πιο απλός, πιο συναισθηματικός. Ξεκίνησα να γράφω ασταμάτητα. Έγραφα σκίτσα, ρεπορτάζ, ποιήματα και βοηθούσα τους συμμαθητές μου σε εκθέσεις. Άρθρα και ποιήματα μου δημοσιεύονταν σε γνωστές εφημερίδες και πολλά λογοτεχνικά περιοδικά. Έλαβα διακριτική θέση σε εθνικό διαγωνισμό Ποίησης. Αυτό μου άνοιξε τον δρόμο να εισαχθώ στο Τμήμα της Φιλολογικής Σχολής, όπου φοίτησα ως αριστούχος. Εργάστηκα ως δημοσιογράφος και καθηγητής Λογοτεχνίας σε Λύκεια. Κατά τακτικά χρονικά διαστήματα μου χορηγούνταν άδεια δημιουργίας. Διαμέσου των βιβλίων γνώρισα πολλούς γνωστούς ανθρώπους της Τέχνης και των Γραμμάτων. Ποτέ δεν σκέφτηκα να γράψω κάτι που δε με έκφραζε. Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι το έργο μου θα αξιολογούνταν από τον κορυφαίο Παγκόσμιο Οργανισμό Official World Record ως «Most poetry books published in Greek». Ποτέ δεν φαντάστηκα να είμαι υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Για μένα, είναι η μέγιστη τιμή, που μου έχει γίνει ως σήμερα. Μέσα από τα γραφόμενα μου, μέσα από τόσους άλλους αξιόλογους δημιουργούς και ανθρώπους των γραμμάτων που δίδαξα και διδακτικά, θα ήθελα να έκανα κι άλλη μια φορά υπερήφανη αυτή την φωτισμένη και ευλογημένη χώρα, γιατί το δικαιούται.
Έχετε χαρακτηρίσει το έργο «Οδύσσεια μιας Ελλάδας άλλης» ως το μεγαλύτερο έργο σας. Φαντάζομαι ότι ήταν και το πιο επίπονο για να γραφτεί. Μπορείτε να μας μιλήσετε γι’ αυτό;
Έχω καταρρεύσει αρκετές φορές όταν έγγραφα αυτό το έργο, αλλά δεν άφησα τον εαυτό μου να με πάρει από κάτω. Το έργο «Οδύσσεια μιας Ελλάδας άλλης» ξεκίνησε να γραφτεί εδώ και περίπου τέσσερις δεκαετίες. Μιλούσα με τα φεγγάρια, προσπαθούσα να τα φέρω πιο κοντά στους ανθρώπους, μιλούσα με τους μύθους, περπατούσα τον θάνατο σε άλλα μονοπάτια, μιλούσα με τα μάρμαρα και τις Καρυάτιδες, μιλούσα με τους φιλόσοφους, τους ιστορικούς, τους τραγωδούς, τους κωμωδούς, μιλούσα με τους στρατηγούς, μιλούσα με τους τριακόσιους του Λεωνίδα, με τους μαχητές του Μαραθώνα, των Πλαταιών, της Ναυαρχίας της Σαλαμίνας, μιλούσα με τον μαρμαρωμένο Βασιλιά, με το Βυζάντιο, τον χορό του Ζαλόγγου, μιλούσα με τους ήρωες του 1821 και το ΟΧΙ του 1940. Όλα αυτά μου έδιναν δύναμη να συνεχίσω ως τα δρώμενα του σήμερα, ως όλα τα κατορθώματα των νεοελλήνων.
Πιστεύετε ότι ο ποιητής πρέπει να μελετά συστηματικά και να έχει σαφείς επιρροές; Ρωτώ γιατί γράφεται αρκετή ποίηση από νέους ανθρώπους. Υπάρχει μέλλον στην ποίηση στην εποχή μας;
Μέσα από την ποίηση βγαίνει η ίδια η ψυχή μας. Μέσα από κάθε στίχο βγαίνουν όλα τα συναισθήματά μας. Δέκα φορές διαβάζω και μία γράφω. Θαυμάζω τα πονήματα των νέων ποιητών. Κάνουν τον κόσμο τριγύρω μας πιο όμορφο. Φέρνουν νέα αγγίγματα, μας ορίζουν τον ρόλο του πνευματικού μελλοντικού ανθρώπου. Στην Ελλάδα των μεγάλων πνευμάτων, όσα και να γράψεις θα είναι πάντα λίγα κι εσύ θα είσαι ο μικρός, ο ασήμαντος, ο φτωχός. Η Ελλάδα έχει σταθεί στα πόδια της μέσα από τις μούσες, έχει μεγαλουργήσει μέσα από τους Θεούς της, φωτίζει μέσα από τον ήλιο της.
Αν επιλέγατε κάποιους στίχους άλλων ποιητών που σας εκφράζουν, ποιοι θα ήταν αυτοί;
Οδυσσέας Ελύτης: «ΚΑΤΟΙΚΗΣΑ ΜΙΑ ΧΩΡΑ που ‘βγαινε από την άλλη, την
πραγματική, όπως τ’ όνειρο από τα γεγονότα της ζωής μου.
Την είπα κι αυτήν Ελλάδα και τη χάραξα πάνω στο χαρτί
να την βλέπω. Τόσο λίγη έμοιαζε΄ τόσο άπιαστη».
Γιάννης Ρίτσος:«Ετούτος δω ο λαός δε γονατίζει παρά μονάχα μπροστά στους νεκρούς του». «Και οι λέξεις φλέβες είναι. Μέσα τους αίμα κυλάει».
Τάσος Λειβαδίτης: «Τα σπίτια στην πατρίδα μου είναι χαμηλά/ οι στέγες τους στάζουν.Σ’ ένα τέτοιο σπίτι γεννηθήκαμε./ Σ’ ένα τέτοιο σπίτι μεγαλώσαμε, αγαπήσαμε, ονειρευτήκαμε./ Σ’ ένα τέτοιο σπίτι οχυρωθήκαμε/ και πολεμήσαμε».
Μπέρτολτ Μπρεχτ: «Απ’ όλα/ ξεχωρίζω μονάχα των ψαράδων το σκισμένο δίχτυ./ Γιατί μιλάω μόνο/ για τη σαραντάρα νοικοκυρά που έχει καμπουριάσει;/ Τα στήθια των κοριτσιών/ είναι ζεστά όπως πάντα».
Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα: «Κανείς δε σε γνωρίζει πια. Κανείς. Όμως εγώ σε τραγουδάω».
Ουώλτ Ουίτμαν: «Για σένα τ’ ανθοστόλιστα, τα πλουμιστά στεφάνια».
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.