Γράφει ο Δρ Χαράλαμπος Β. Στεργιούλης
Με αφορμή την εορτή της μνήμης (6 Απριλίου) του αγίου Ευτυχίου αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως (512-582), ας θυμηθούμε τη σοφή στάση του ορθοτομούντος τον λόγο της αληθείας Πατριάρχη απέναντι στον επαμφοτερίζοντα σε θέματα πίστης πάπα Ρώμης Βιγίλιο.
Ο Βιγίλιος, πάπας Ρώμης (29 Μαρτίου 537-555), κρατούσε μια επαμφοτερίζουσα στάση στο θέμα της καταδίκης των Τριών Κεφαλαίων, των νεστοριανής δηλαδή, απόχρωσης διδασκαλιών του Θεοδώρου Μοψουεστίας, του Θεοδώρητου Κύρου και Ίβα Εδέσσης. Όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός διαπίστωσε πως ο πάπας δεν είχε καμία διάθεση να υπογράψει την καταδίκη των Τριών Κεφαλαίων έστειλε απόσπασμα της αυτοκρατορικής φρουράς στη Ρώμη για να συλλάβει τον Βιγίλιο και να τον μεταφέρει στην Κωνσταντινούπολη Έτσι, ο Πάπας από το Νοέμβριο του 545 βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί αναγκάστηκε αρχικά να υπογράψει το διάταγμα καταδίκης των Τριών Κεφαλαίων (548), αργότερα όμως ανακάλεσε την υπογραφή του (συγκαλώντας στην Κωνσταντινούπολη σύνοδο των επισκόπων της Ανατολής και της Δύσης και εναντιωνόμενος στο αυτοκρατορικό διάταγμα καταδίκης των Τριών Κεφαλαίων). Η κίνηση αυτή κατάφερε να εξαγριώσει τον Ιουστινιανό και για να γλιτώσει από τα χειρότερα ο Βιγίλιος κατέφυγε ‒μαζί με τη συνοδεία του‒ στο ναό των αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Ο Ιουστινιανός όμως έστειλε αμέσως στρατιωτικό απόσπασμα με την εντολή να προσαγάγουν ‒ακόμη και διά της βίας‒ τον Πάπα στη Σύνοδο. Στη θέα του στρατιωτικού αποσπάσματος ο Βιγίλιος γραπώθηκε από την αγία Τράπεζα και δεν έλεγε να ξεκολήσσει. Οι στρατιώτες χρησιμοποίησαν βία, προκειμένου να τον αποσπάσουν από την αγία Τράπεζα, αλλά ο Βιγίλιος δεν την εγκατέλειπε κρατώντας την γερά με όλη του τη δύναμη. Όσο πιο πολύ τον τραβούσαν, τόσο πιο δυνατά την έσφιγγε, ώσπου στο τέλος η Αγία Τράπεζα ανατράπηκε και παρά λίγο να τον χτυπήσει στο κεφάλι.
Τελικά οι στρατιώτες υποχώρησαν κι έφυγαν, όταν το πλήθος που ήδη είχε συγκεντρωθεί στο ναό, άρχισε να διαμαρτύρεται για τον τρόπο με τον οποίο φέρονταν σε έναν επίσκοπο. Την επόμενη μέρα αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον στρατηγό Βελισσάριο επισκέφθηκε τον Πάπα στο ναό εκφράζοντας τη λύπη του για τη βίαιη εις βάρος του μεταχείριση, και τον διαβεβαίωσε πως πλέον μπορεί να γυρίσει στην κατοικία του. Ο Βιγίλιος, πράγματι, έφυγε από το ναό, αλλά γρήγορα διαπίστωσε πως είχε τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό. Όταν άρχισαν οι εργασίες της Ε΄ Οικουμενικής Συνόδου (5 Μαΐου 553) ο Βιγίλιος αρνήθηκε να λάβει μέρος. Η στάση του ήταν ιδιαίτερα προκλητική, όταν στις 14 Μαΐου του 553, δηλαδή μόλις λίγες μέρες μετά την έναρξη των εργασιών της Συνόδου, εξέδωσε ένα Constitutum (=Διάταγμα), δηλώνοντας πως η εξεταζόμενη υπόθεση ήταν αστήριχτη και απαγορεύοντας σε όλους τους κληρικούς του να διατυπώνουν την άποψή τους σχετικά με το θέμα των Τριών Κεφαλαιών.

Η αντίδραση του αυτοκράτορα ήταν άμεση. Πρότεινε στη Σύνοδο τη διαγραφή του ονόματος του Πάπα από τα δίπτυχα της Εκκλησίας. Η Σύνοδος υιοθέτησε το διάταγμα του Αυτοκράτορα και τον καταδίκασε «μέχρι να μετανοήσει για τα λάθη του». Ο Βιγίλιος αναγκάστηκε μετά από οκτώ μήνες να παραδεχθεί το λάθος του και καταδίκασε εκ νέου τα Τρία Κεφάλαια (βλ. J. J. Norwich, Σύντομη Ιστορία του Βυζαντίου, Αθήνα 1999, σσ. 152-157).
Στη διένεξη με τον πάπα Βιγίλιο παρενέβη με επιστολή του ο τότε αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, άγιος Ευτύχιος (512-582). Η επιστολή επιγράφεται «Τῷ τὰ πάντα ἁγιωτάτῳ καὶ μακαριωτάτῳ κυρίῳ ἀδελφῷ καὶ συλλειτουργῷ Βιγιλίῳ. Εὐτύχιος» (P.G. 86b, 2401-2405) και στάλθηκε κατά την πρώτη περίοδο πατριαρχίας του Ευτυχίου, λίγο πριν την έναρξη των εργασιών της Ε΄ Οικουμενικής Συνόδου. Στην επιστολή του ο Ευτύχιος ζητά από τον πάπα Ρώμης να καταδικάσει τις αιρετικές διδασκαλίες. Του γράφει ο Ευτύχιος με λόγο μεστό και σαφή: «η ειρήνη του Θεού είναι πρόξενος μεγάλων αγαθών στο χώρο της Εκκλησίας· περιφρουρεί την καρδιά και το νου των πιστών, τους ενώνει στο να σκέφτονται και να αποδέχονται «τὸ ἕν καὶ τὸ αὐτὸ» (P.G. 86b, 2401, 3), τους ενώνει, επίσης, γύρω από την ομολογία της ορθής πίστεως, γύρω από την πραγμάτωση των θείων εντολών, ενώ ταυτόχρονα καθιστά ευμενή τον Θεό σε όσους ομονοούν «εἰς τὰ ὀρθὰ» (P.G. 86b, 2404, 2). Γι’ αυτό το λόγο λοιπόν προσέχουμε την ένωση και καθιστούμε φανερό στην Υμετέρα Μακαριότητα ότι εμείς διατηρήσαμε την ορθή πίστη και πάντοτε θα τη διατηρούμε, πίστη που παραδόθηκε από τον μεγάλο Θεό και Σωτήρα ημών Ιησού Χριστό στους αγίους του Αποστόλους. Κι εκείνοι την διακήρυξαν σ’ όλη την οικουμένη. Και οι άγιοι Πατέρες, στη συνέχεια, τη διασαφήνισαν, κυρίως όσοι συμμετείχαν στις τέσσερις οικουμενικές συνόδους, τις αποφάσεις των οποίων ακολουθούμε και αποδεχόμαστε. Αποδεχόμαστε τη διδασκαλία των 318 Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου που συνεκλήθη στη Νίκαια, και μας παρέδωσε το σύμβολο της Πίστεως, αφού πρώτα αναθεμάτισε τις διδασκαλίες του Αρείου και όσους τις ασπάστηκαν. Αποδεχόμαστε τη διδασκαλία των 100 Πατέρων της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου που συνεκλήθη στην Κωνσταντινούπολη, και αποσαφήνισε τα «περὶ θεότητος τοῦ ἁγίου Πνεύματος» (P.G. 86b, 2404, 20-21) και καταδίκασε τις αιρετικές διδασκαλίες του πνευματομάχου Μακεδονίου και του ασεβούς Απολιναρίου. Αποδεχόμαστε τις αποφάσεις της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου που συνεκλήθη στην Έφεσο, και καταδίκασε «Νεστόριον, τὸν ἀσεβῆ, καὶ τὰ μυσαρὰ αὐτοῦ δόγματα» (P.G. 86b, 2404, 29-30), όπως και όσους ασπάστηκαν τις διδασκαλίες τους. Αποδεχόμαστε, τέλος, τις διδασκαλίες της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου που συνεκλήθη στην Χαλκηδόνα, για να επικυρώσει τις αποφάσεις των τριών προηγουμένων Οικουμενικών Συνόδων και να αναθεματίσει οποιονδήποτε θα τολμήσει στο εξής να διδάξει ενάντια στο ήδη διαμορφωμένο Σύμβολο της Πίστεως. Καταδίκασε δε η Σύνοδος τις αιρετικές διδασκαλίες του Ευτυχούς και του Νεστορίου, όπως και όσους ασπάστηκαν τις ασεβείς αυτές διδασκαλίες». Και καταλήγει η σύντομη αυτή ιστορική αναδρομή του αγίου Ευτυχίου στις προηγούμενες Οικουμενικές Συνόδους ως εξής: «αν και οι τέσσερις Αγίες Σύνοδοι πραγματοποιήθηκαν σε διαφορετική χρονικά περίοδο, εντούτοις διεφύλαξαν και διεκύρηξαν τη μία και αυτή ομολογία της πίστης» (P.G. 86b, 2404, 36-37).
Για να φέρει σε ακόμη πιο δεινή θέση τον Βιγίλιο, ο Άγιος του υπενθυμίζει πως τις προρρηθείσες αποφάσεις τις αποδέχθηκαν οι προκάτοχοί του στον αποστολικό θρόνο της Ρώμης, και ειδικότερα ο πάπας Λέων ο Α΄ (400-461). Ζητά λοιπόν, στον επίλογο της Επιστολής του από τον Πάπα να εξετάσουν και να συζητήσουν από κοινού την υπόθεση των Τριών Κεφαλαίων, έχοντας ως βάση τις αποφάσεις των προηγουμένων τεσσάρων Οικουμενικών Συνόδων. Κάτι τέτοιο, υποστηρίζει ο Ευτύχιος στις καταληκτήριες γραμμές της Επιστολής του, θα στερεώσει την ειρήνη και θα συντείνει στην ομόνοια των Εκκλησιών, αφού θα ξεριζώσει κάθε είδους διχόνοια. Και ακολουθεί η υπογραφή του: «Ἐγὼ Εὐτύχιος ἐλέει Θεοῦ ἐπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως νέας Ρώμης πᾶσι τοῖς προγεγραμμένοις ὑπέγραψα» (P.G. 86b, 2404, 15-17).
Η σύντομη και λιτή αυτή επιστολή του Ευτυχίου προς τον πάπα Βιγίλιο αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ορθοτόμησης της αληθείας. Χωρίς πολύπλοκα ρητορικά σχήματα και με ιδιαίτερα απλό, καθαρό και ακριβή λόγο ο Ευτύχιος ξεκαθαρίζει τη θέση του και υπερασπίζεται με αποφασιστικότητα το ορθόδοξο δόγμα, όπως αυτό διαμορφώθηκε από τον ίδιο τον Χριστό, τους Αποστόλους και τις τέσσερις Οικουμενικές Συνόδους. Δρα ως ποιμένας που προστατεύει το ποίμνίο του από τους επιτιθέμενους λύκους των αιρέσεων και ανυψώνει τον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως σε φάρο της ορθοδοξίας και προμαχώνα της ζώσας Εκκλησίας.
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.