Γράφει ο Δρ Χαράλαμπος Β. Στεργιούλης
Λίγο πριν ξεσπάσει η Επανάσταση στη ΝΑ Θεσσαλία, τα χωριά του Πηλίου γνώριζαν οικονομική και πνευματική ανάπτυξη. Στην ανάπτυξή τους συνετέλεσαν η πλήρης σχεδόν αυτοδιοίκησή τους, η ευφορία του εδάφους, η ανεπτυγμένη βιομηχανία υφασμάτων και η εξαγωγή προϊόντων σε πολλά μέρη της οθωμανικής αυτοκρατορίας ή και έξω από αυτή, μέχρι και την Αίγυπτο. Αυτή η οικονομική ανάπτυξη και ευημερία ταυτιζόταν και με ένα αίσθημα ασφάλειας που αναπτυσσόταν μεταξύ των κατοίκων, οι οποίοι αντιμετώπιζαν με επιφύλαξη τα επαναστατικά μηνύματα που έφθαναν από άλλες υπόδουλες περιοχές.
Το επαναστατικό πνεύμα του Ρήγα Βελεστινλή και η δράση της Φιλικής Εταιρείας γρήγορα κινητοποίησαν τους Θεσσαλούς προς την κατεύθυνση συμμετοχής στην προετοιμαζόμενη Επανάσταση και αναίρεσαν εύκολα την οποιαδήποτε επιφυλακτικότητα απέναντι σε αυτήν. Καταλυτικό ρόλο σε όλα αυτά διαδραμάτισε η παρουσία του λόγιου δασκάλου του Γένους Άνθιμου Γαζή, ο οποίος μετά από πολύχρονη απουσία στην Κωνσταντινούπολη και τη Βιέννη είχε επιστρέψει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τις Μηλιές. Ο Γαζής ήταν από τους πιο δραστήριους φιλικούς και είχε ήδη μυήσει στη Φιλική Εταιρεία τον πιο γνωστό αρματωλό της περιοχής Κυριάκο Μπασδέκη.
Ο Γαζής για να εμψυχώσει τους επαναστατημένους ραγιάδες και να τους παρακινήσει να πάρουν τα όπλα εναντίον των Τούρκων κατακτητών μοίραζε τον Θούριο του Ρήγα για να τραγουδηθεί και να αντιλαλήσει σε κάθε σημείο της Μαγνησίας. Ταυτόχρονα συνέτασσε τη διακήρυξη «Προς τους λαούς της Ζαγοράς, των Φερών και της Αγυιάς», τονίζοντας τη σημασία της θυσίας του Ρήγα για την απόκτηση της πολυπόθητης ελευθερίας. Έγραφε μεταξύ άλλων ο Γαζής: «Ο μέγας Θεσσαλός Ρήγας ζητεί από τους λαούς της Θεσσαλομαγνησίας εκδίκησιν. Ας ακούσωμεν την προσταγήν του ενθυμούμενοι και τους χρυσούς λόγους του: ‘‘Καλλιότερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά όλους τους χρόνους σκλαβιά και φυλακή’’». Παράλληλα συνιστούσε να συγκληθεί Συνέλευση με αντιπροσώπους από τις τοπικές κοινότητες με σκοπό τη σύνταξη Συντάγματος στα πρότυπα του Συντάγματος του Ρήγα.
Η δράση του Γαζή, με την αμέριστη συμπαράσταση του Μπασδέκη, έφερε αποτελέσματα, παρά τις δυσκολίες που συνάντησε, μιας και έπρεπε να ξεπεράσουν τις αντιδράσεις και επιφυλάξεις των προκρίτων που θεωρούσαν το κίνημα από την αρχή καταδικασμένο σε αποτυχία. Οι πρόκριτοι φοβούνταν ότι θα μπορούσαν να σταλούν από τη Λάρισα-έδρα της τουρκικής στρατιάς- ικανές στρατιωτικές δυνάμεις για να το καταστείλουν.
Η προσόρμιση όμως επτά καραβιών (κατ’ άλλους δύο ή τριών) του επαναστατικού ελληνικού στόλου στα Λεχώνια (5 Μαΐου 1821) προκάλεσε αναστάτωση στους Τούρκους-πολλοί κατέφυγαν τρομοκρατημένοι στο κάστρο του Βόλου-και αποτέλεσε την αφορμή εκδήλωσης της Επανάστασης στη ΝΑ Θεσσαλία. Κέντρο της Επανάστασης αναδείχθηκαν οι Μηλιές. Εκεί δυο μέρες μετά την άφιξη του ελληνικού στόλου (ή την επόμενη) υψώθηκε η σημαία της Επανάστασης. Ήταν η 7η/8η Μαΐου και ένοπλοι άρχισαν να συρρέουν στις Μηλιές και από τα γύρω χωριά, τη Βυζίτσα, τους Πινακάτες και αλλού.
Από τις Μηλιές οι επαναστάτες, γεμάτοι ενθουσιασμό, κινήθηκαν για να κατάλαβουν το φρούριο του Βόλου. Το σχέδιο τους προέβλεπε να κατευθυνθούν με τρία σώματα, το ένα προς το Βελεστίνο, το άλλο προς τον Κίσσαβο και το τρίτο προς τον Αλμυρό. Κινούμενοι από τις Μηλιές προς το κάστρο του Βόλου οι επαναστάτες πέρασαν από τα Λεχώνια που τουρκοκρατούνταν και τα λεηλάτησαν παίρνοντας μαζί τους τα αναγκαία. Στα Επτά Πλατάνια ενώθηκαν με άλλους Επαναστάτες και όλοι μαζί ξεκίνησαν να πολιορκούν το Κάστρο. Οι Τούρκοι καλά οχυρωμένοι και με αρκετά πολεμοφόδια απέκρουσαν με επιτυχία την επίθεση των άπειρων σε πολεμικές αναμετρήσεις επαναστατών. Οι επιθέσεις από πλευράς Ελλήνων δεν σταμάτησαν και σε μια από αυτές τραυματίστηκε ο Κυριάκος Μπασδέκης, μπροστά στην πύλη του Κάστρου. Αμέσως ο γενναίος καπετάνιος μεταφέρεται στο Τρίκερι και την αρχηγία αναλαμβάνει ο υπασπιστής του Κοντονίκος.
Παρά τις επίμονες και γενναίες προσπάθειες τους οι επαναστάτες δεν καταφέρνουν να αλώσουν το Κάστρο του Βόλου. Αποφασίζουν τότε να λύσουν την πολιορκία και να κινηθούν προς το Βελεστίνο. Ο Κοντονίκος επικεφαλής 1000 ανδρών στρατοπέδευσε στον Άγιο Γεώργιο, που απέχει ελάχιστα από την κωμόπολη. Σκοπός τους να ανακόψουν την επικοινωνία Βόλου-Βελεστίνου και Αλμυρού. Από εκείνο το σημείο ο Κοντονίκος διέταξε έφοδο, αλλά οι Τούρκοι είχαν στο μεταξύ προλάβει να κλεισθούν στους τέσσερις πύργους του Βελεστίνου. Διαπιστώνοντας οι επαναστάτες πως δεν υπήρχαν Τούρκοι στο Βελεστίνο, εισήλθαν και το απελευθέρωσαν στις 11 Μαΐου 1821. Καθώς όμως ήταν άπειροι, δεν φρόντισαν να εκδιώξουν τους Τούρκους που εξακολουθούσαν να είναι κλεισμένοι στους τέσσερις πύργους, αλλά επιδόθηκαν σε λεηλασίες και πυρπολήσεις των εγκατελελειμμένων τουρκικών οικιών. Μάταια ο Κοντονίκος προσπαθούσε να επιβάλλει την τάξη. Οι εκκλήσεις τους δεν εισακούονταν. Κι όταν ο ίδιος με λίγους άνδρες αποφάσισε να επιτεθεί εναντίον των Τούρκων που ήταν κλεισμένοι στους πύργους, τραυματίστηκε σοβαρά, με αποτέλεσμα να αποσυρθεί και να αφήσει την αρχηγία στον αδερφό του Κυριάκου Μπασδέκη, Παναγή.
Ενώ ο νέος αρχηγός προσπαθούσε με τη σειρά του να επιβάλλει την τάξη στους επαναστάτες, στο Βελεστίνο συνέρχεται η πρώτη συνέλευση των αντιπροσώπων από τα 24 χωριά του Πηλίου και από τον κάμπο. Η επιλογή του Βελεστίνου ως τόπου της πρώτης συνεδριάσεως δεν έγινε τυχαία· οι επαναστάτες ήθελαν να τιμήσουν τον Ρήγα Βελεστινλή. Η Συνέλευση ονομάστηκε «Βουλή Θετταλομαγνησίας» και πρόεδρος της εκλέχτηκε ο Άνθιμος Γαζής με γραμματέα τον Ζαγοριανό Φίλιππο Ιωάννου. Σκοπός σύγκλησης ήταν να βάλουν τις βάσεις του Συντάγματός τους, της «Νομικής Διατάξεως» όπως το ονόμασαν, για να μπορέσουν να κυβερνηθούν με δημοκρατικό τρόπο. Και όπως όλες οι τοπικές αρχές που συστάθηκαν από τους επαναστατημένους Έλληνες εκείνη την περίοδο (Μεσσηνιακή Γερουσία, Τοπική Διοίκηση της Ύδρας και των Σπετσών, Βουλή των Ψαρών, Πολιτικό Σύστημα Σάμου κ.ά), είχε ως κύριο μέλημά της τη συγκρότηση τοπικού στρατού, τον εφοδιασμό με τρόφιμα και πυρομαχικά της δημιουργηθείσης στρατιωτικής δυνάμεως, τον σύνδεσμο με τις άλλες στρατιωτικές δυνάμεις των γειτονικών επαρχιών και την αντικατάσταση της τουρκικής διοίκησης με ελληνική. Η Βουλή εξέδωσε επαναστατική προκήρυξη με την οποία καλούσε τους υπόδουλους πληθυσμούς της Θεσσαλίας να ξεσηκωθούν και να αναλάβουν αγώνα εναντίον των Τούρκων. Στο κείμενο της Προκήρυξης χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά η σφραγίδα-έμβλημα του Αγώνα της Μαγνησίας, που είχε δημιουργήσει ο Άνθιμος Γαζής. Σε μαύρο κύκλο ένας Σταυρός και από κάτω η επιγραφή «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ 1821». Η προκήρυξη στάλθηκε παντού στη Θεσσαλία, αλλά η ανταπόκριση που βρήκε ήταν μικρή. Τέλος με απόφαση της Βουλής στάλθηκε στα Ψαρά ο λόγιος Γρηγόριος Κωνσταντάς, φίλος του Γαζή, για να ζητήσει πολεμοφόδια για τους επαναστάτες. Χωρίς ενισχύσεις η επανάσταση στη Θεσσαλία κινδύνευε, γεγονός που οι επαναστάτες άρχισαν να αντιλαμβάνονται.
(συνεχίζεται)
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.