Προτομή του μητροπολίτου Λαρίσης Πολύκαρπου Δαρδαίου. Στήθηκε με δαπάνες του επιχειρηματία Ηλία Κολέσκα και βρίσκεται Βόρεια του σημερινού ναού του Αγ. Αχιλλίου.
Τον Σεπτέμβριο του 1810 ο μητροπολίτης Λαρίσης Γαβριήλ Γκάγκας μετατέθηκε στην μητρόπολη Ιωαννίνων και τα μέλη της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, τα οποία συγκεντρώθηκαν στον πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου, επέλεξαν ως διάδοχό του τον επίσκοπο Τρωάδος Πολύκαρπο. Ο Πολύκαρπος, κατά κόσμον Πέτρος Βέσσης[1], γεννήθηκε το 1778 στη Δάρδα της Βορείου Ηπείρου και μορφώθηκε σε διάφορες Σχολές της περιοχής (Μοσχόπολη, Καστοριά, Ιωάννινα, Βεράτι). Το 1806 χειροτονήθηκε διάκος και το 1808 επίσκοπος Τρωάδος.
Ο άγγλος περιηγητής Henry Holland που επισκέφθηκε το 1812 τη Λάρισα και φιλοξενήθηκε στο Επισκοπείο, τον περιγράφει ότι δεν είχε φθάσει ακόμα τα σαράντα του χρόνια, ήταν ψηλός, αρκετά μορφωμένος και με μακριά μαύρη γενειάδα.
Όταν τον Φεβρουάριο του 1811 έφθασε στη Λάρισα, πρώτη του δουλειά ήταν να προσπαθήσει να συγκεντρώσει άμεσα τα χρήματα από τις οικονομικές υποχρεώσεις των χριστιανών της μητροπόλεώς του και μάλιστα στο διπλάσιο των προκατόχων του. Αλλά η ενέργειά του αυτή προκάλεσε στην πόλη έντονες αντιδράσεις. Αρχικά διαμαρτυρήθηκαν συλλογικά οι συντεχνίες, με επικεφαλής τον παπα-Δημήτριο Οικονόμου, ο οποίος ήταν θείος του Ιωάννου Οικονόμου του Λογιωτάτου, ενώ επί μητροπολίτου Γαβριήλ υπήρξε Οικονόμος και Αρχιερατικός Επίτροπος της Μητροπόλεως Λαρίσης. Ακολούθησαν και άλλες αναφορές, μεταξύ των οποίων και του Βελή πασά, διοικητή της Θεσσαλίας, ο οποίος είχε έδρα τη Λάρισα και τον Τύρναβο. Όμως το Οικουμενικό Πατριαρχείο κάλυψε τον μητροπολίτη. Τελικά το 1818 αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το ποίμνιό του και να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη. Επέστρεψε στη Λάρισα τον Ιούνιο του 1820, εκμεταλλευόμενος την παραίτηση του μητροπολίτη Κυρίλλου Βογασάρη. Όμως με την έναρξη της ελληνικής επαναστάσεως περιέπεσε στη δυσμένεια του Μαχμούτ πασά Δράμαλη, καθαιρέθηκε, συνελήφθηκε, φυλακίσθηκε και στις 19 Σεπτεμβρίου 1821 αποκεφαλίσθηκε κοντά στην εκκλησία του Αγ. Αχιλλίου.
Για την παρουσία στη Λάρισα του ιατρού και λόγιου Ιωάννη Βηλαρά έχουμε γράψει επανειλημμένως[2]. Μετά τις σπουδές του είχε προσληφθεί ως προσωπικός ιατρός του Βελή πασά, γιου του Αλή πασά, κοντά στον οποίον έμεινε μέχρι το 1817. Έτσι όταν το 1812 ο Βελή πασάς τοποθετήθηκε από τον σουλτάνο στο πασαλίκι της Λάρισας, ήλθε μαζί του και παρέμεινε μέχρι το 1817, οπότε επέστρεψε στα Ιωάννινα. Κατά την παραμονή του στη Λάρισα συναναστρεφόταν πολύ τακτικά και με τον βορειοηπειρώτη πατριώτη του μητροπολίτη Πολύκαρπο Δαρδαίο. Σε κάποια εορτή του μητροπολίτη (ο άγιος Πολύκαρπος εορτάζεται στις 23 Ιανουαρίου) ο λόγιος Ιωάννης Βηλαράς συνέθεσε ένα ποιητικό εγκώμιο, το οποίο απήγγειλε κατά την διάρκεια μιας συνεστιάσεως. Το έμμετρο αυτό έργο του είναι σήμερα σχεδόν άγνωστο και η σύνθεσή του προκαλεί εντύπωση σε όσους γνωρίζουν ότι ο Βηλαράς διέπονταν από ισχυρό αντικληρικό πνεύμα[3]. Η εορταστική συνεστίαση στην οποία απήγγειλε τους στίχους του πρέπει να τοποθετηθεί μεταξύ των ετών 1813 και 1817, δηλαδή όσο διάστημα βρισκόταν στη Λάρισα. Οι στίχοι του, τόσο στο πρώτο μέρος που απευθύνονται στον εορτάζοντα, όσο και στο δεύτερο που απευθύνονται στους συνδαιτυμόνες του, δείχνουν ξεχωριστή εκτίμηση και ευλάβεια του ποιητή προς τον ιεράρχη. Τον παραβάλλει με τον άγιο Πολύκαρπο επίσκοπο Σμύρνης, μεταλλάζοντας έτσι το ευλαβικό εγκώμιο σε ομολογία πίστεως.
Στη συνέχεια παραθέτουμε, για ιστορικούς και τοπικούς λόγους, τους στίχους όπως ακριβώς τους κατέγραψε ο ποιητής, με την ιδιόμορφη συντακτική ιδιομορφία που παρατηρείται στο έργο του. Τιτλοφορείται: Στον Λαρίσης Πολύκαρπο και έχει ως εξής:
Δύο υποκείμενα στολίζουν ένα όνομα, μια αξία,
και διπλής χαράς αιτία είναι αυτή η αφορμή.
Δύο Πολύκαρπους τιμάμε: [ο] ένας χαίρεται από χρόνια
την ζωή την αναιώνια, κι [ο] άλλος ζη με μας μαζί.
Ω! εσύ που ζης ακόμα και πασκάς για την Αλήθεια
Με του Άγιου τη βοήθεια έχε κάθε παντοχή.
Κι’ ο ουρανός σ’ εισακούει, τι σε βλέπει με χαρά του
άξιον να’ χης τ’ όνομά του εις της Λάρσας το θρονί.
Στην πανήγυριν ετούτη το γιομάτο πιέτε φίλοι
και μ’ ευλάβειας αχείλι τον εδώ και τον εκεί,
συνονόματους ποιμένας ας φημίσωμε τιμώντας
και όχ τους δυο θερμά ζητώντας ευλογία και ευκή!
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς με την ανάγνωση, στο εορταστικό αυτό εγκώμιο ο Ιωάννης Βηλαράς δεν εφαρμόζει στη γραφή του την αυστηρή γραμματική της «ρομεηκης γλοσας», ενώ οι στίχοι του φαίνονται να είναι πρόχειροι, θα έλεγα μέτριοι. Το κείμενο αυτό όμως μας αποτυπώνει και την πνευματική ευωχία που είχαν οι εορταστικές συνεστιάσεις την περίοδο εκείνη στον κύκλο των μορφωμένων χριστιανών, παρά τις καταπιέσεις που δέχονταν από τους Οθωμανούς κατακτητές.
————————————————
[1]. Βλέπε: π. Νεκτάριος Δρόσος, Έξη υπομνήματα εκλογής μητροπολιτών της Λάρισας (1803-1821), περ. Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τόμ. 44 (2006) σελ. 145-160. Από άλλους ερευνητές αναφέρεται και ως Πολύκαρπος Μπιθικούκης.
[2]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος Ο ιατροφιλόσοφος Ιωάννης Βηλαράς στη Λάρισα. Οι συναντήσεις με τον άγγλο ιατρό και περιηγητή Henry Holland, εφ. «Ελευθερία», ένθετο «Πολιτισμός», Λάρισα, φύλλο της 17ης Ιουλίου 2005. Επίσης, του ιδίου: Ο Holland περιγράφει τη Λάρισα του 1812, σε τρεις συνέχειες, εφ. Larissanet, φύλλα της 10ης, 17ης και 24ης Οκτωβρίου 2014.
[3]. Ήταν περισσότερο γνωστός στην εποχή του, αρνητικά ή θετικά άσχετα, από τις γλωσσικές και ορθογραφικές ιδέες του. Το 1814 και ενώ βρισκόταν στη Λάρισα, τύπωσε στην Κέρκυρα το μοναδικό, όσο ζούσε, βιβλίο του με τίτλο « Η ρομεηκη γλοσα». Σ‘ αυτό ανέλυε τις τολμηρές και πρωτοποριακές ιδέες του για τη δημοτική, τη γλώσσα του λαού, αυτή που μιλούσε στις καθημερινές συναναστροφές ο απλός και αγράμματος ραγιάς. Στη Γραμματική λ.χ. εισήγαγε τη φωνητική ορθογραφία, κατάργησε τα διπλά γράμματα, τους τόνους, τα πνεύματα, τους διφθόγγους και άλλα. Η αλλαγή που συνιστούσε στο βιβλίο του ήταν τόσο ισοπεδωτική, ώστε και σήμερα διαβάζοντάς το να ενοχλεί και να ξενίζει ακόμα και τον πλέον εξοικειωμένο στην ανάγνωση της δημοτικής γλώσσας.
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.