Μια ομάδα καρναβαλιστών κατά την διάρκεια των Απόκρεω του 1890 αναπαριστά εν μέσω πλήθους κόσμου την «Εορτή της Τράτας», μπροστά από την εξέδρα που υπήρχε στην Κεντρική Πλατεία της Λάρισας. Στο βάθος διακρίνονται τα κτίρια της ανατολικής πλευράς της πλατείας. Φωτογραφικό αρχείο Λαογραφικού Ιστορικού Μουσείου.
Συνεχίζουμε τις αναμνήσεις του στρατηγού Ιωάννη Άρτη, όπως τις έχει καταγράψει σε χειρόγραφο κείμενό του με τίτλο «Τι προσέφερα στη Λάρισα». Στο κείμενο της παρελθούσης Τετάρτης παρακολουθήσαμε να εξιστορεί τις προσπάθειές του για την άρτια διοργάνωση των εκδηλώσεων του Καρνάβαλου του 1902 και συνεχίζει:
«Ούτω δε ενώ η Επιτροπή δεν εσκέπτετο να συνεχίση την εορτήν κατά την επομένην Κυριακήν της Τυροφάγου, ως μη διαθέτουσα απολύτως ουδ’ οβολόν, ευρεθείσα με κεφάλαιον εκ 1.000 δρ., επανέλαβε την εξακολούθησιν αυτής μετά μεγαλειτέρου ζήλου, καθορίσασα μεγαλείτερον αριθμόν βραβείων, επισφραγίσασα την εορτήν με την έξοδον του Καρναβάλου. Και τότε κατεννοήθη στη Λάρισα τι χρήμα εν γένει αφήνουν εις τον τόπον αι επισκέψεις των ξένων, κατά την δευτέραν Κυριακήν οπότε πολλοί Βολιώτες προσήλθον εις την Λάρισαν χάριν της εορτής. Και δια τον λόγον αυτόν το επόμενον έτος, ήτοι το 1903, το Δημοτικόν Συμβούλιον συνελθόν προ της περιόδου των Αποκρέω, εψήφισεν υπέρ οργανώσεως εορτής Καρναβάλου 9.000 δρ. και ενετάλη ο τότε πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου αείμνηστος Γεώργιος Σακελλαρίδης[1] όπως μου γνωρίση την άνω απόφασιν, με την παράκλησιν όπως αναλάβω την οργάνωσιν. Αλλά δεν εδέχθην να αναλάβω. Και τούτο αφ’ ενός μεν με σκοπόν όπως το έργον αυτό το αναλάβη η πόλις, ώστε να μην θεωρείται ότι εγώ είμην απαραίτητος και υπέδειξα εις τον κ. Σακελλαρίδην ότι έπρεπεν ο Δήμος να ορίση τρία πρόσωπα εκ των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου, ως καί τινα εκ του εμπορικού και επαγγελματικού, ίνα αναλάβουν την οργάνωσιν, εγώ δε πολύ προθύμως να βοηθήσω την Επιτροπήν εις ότι ήθελε ζητηθώ, αφ’ ετέρου δε υπέμνησα ότι η ενέργεια αυτή θα με απεμάκρυνε της υπηρεσίας μου και η ανάμιξίς μου κατά το παρελθόν έτος επροκάλεσε δυσαρέστους συνεπείας δι’ εμέ.
Μετά το πέρας του Καρναβάλου είχα οργανώσει την ιδίαν εσπέραν χορόν μετεμφιεσμένων υπέρ του Νοσοκομείου, όστις επέφερε ικανόν χρηματικόν ποσόν, στεφθείς υπό μεγάλης επιτυχίας, εξακολουθήσας με άπτωτον κέφι μέχρι της πρωίας της επομένης.
Δυστυχώς ο Δήμος δεν συνεμμερίσθη τας οδηγίας μου και η εορτή δεν εγένετο εν Λαρίση, αλλά κατ’ απομίμησιν εξετελέσθη εις Βόλον, αλλ’ όχι μετά της αυτής επιτυχίας.
Δημοτικό Νοσοκομείο
Μετά τούτο επισκεφθείς το Δημοτικόν Νοσοκομείον, αντελήφθην ότι τούτο ήτο άριστον ίδρυμα υπό έποψιν εμφανίσεως, με άμεμπτον καθαριότητα, επίπλωσιν, προσωπικόν, κλ., αλλά με μόνον ένα ασθενή, την υπηρέτριαν του δικηγόρου Κωνστ. Σαπουντζάκη. Τούτο δε δι’ έλλειψιν χρηματικών πόρων. Και ο διευθύνων τούτο ιατρός Κωνστ. Ιερομνήμων με παρεκάλεσε να προσπαθήσω ό,τι δύναμαι να ενισχυθεί το ταμείον του και προς τούτο συνεννοηθείς μετά των Κών της αειμνήστου Αμαλίας Παπασταύρου, Σοφίας Ιατροπούλου και [Ελένης] Τέτση[2], ανελάβαμε την προστασίαν του Νοσοκομείου δια της οργανώσεως εορτών, λαχειοφόρων αγορών κλ. προς ενίσχυσιν του ταμείου του και ούτως κατορθόσαμεν να νοσηλεύονται ολίγοι ασθενείς.
Πρόεδρος Ε. Ε. Σταυρού Λαρίσης
Παραλλήλως προς την μέριμνάν μου αυτήν, έστρεψα την προσοχήν μου προς προστασίαν του πτωχόκοσμου και των παιδιών των Δημοτικών Σχολείων, επισκεπτόμενος τα σχολεία και λαμβάνων μέρος εις κάθε ευεργετικήν ενέργειαν υπέρ των μικρών μαθητών, εκτελών τρόπον τινα καθήκοντα επισκεπτρίας αδελφής, προσλαβών ως βοηθόν μου τον πολύ προθύμως δεχθέντα όπως αναλάβη δωρεάν την περίθαλψιν των πασχόντων μαθητών από δερματικά νοσήματα ιατρόν Ιωάννην Χρίστου. Διό και πολλάκις εδέχθην τας ευαρεσκείας των επιθεωρητών Δημ. Εκπαιδεύσεως, ως και των υπουργείων Παιδείας και Υγιεινής.
Από δε το 1923, αναλαβών τα καθήκοντα του προέδρου του Ε. Ε. Σταυρού, εγενικεύθη πλέον η υπέρ των πτωχών δράσις μου. Συνεργαζόμενος πάντοτε και μετά του Νομιάτρου και του κ. Λαμπαδαρίου, τμηματάρχου του Υπουργείου Παιδείας, ίδρυσα αντιτραχωματικόν ιατρείον δια του οποίου εξηκριβώσαμεν δια του αειμνήστου οφθαλμιάτρου Κωνστ. Ισμυρίδου ότι εν Λαρίση το τράχωμα ήτο διαδεδομένον εις μεν τα Δημοτικά Σχολεία κατά 33%, εις τα βιομηχανικά καταστήματα, υφαντουργεία, κλ. 38%, εις την επαγγελματικήν τάξιν, αχθοφόροι, καραγωγείς, παντοπωλεία, ζαχαροπλαστεία, κλ. 40% και εις το Ορφανοτροφείον Θηλέων 93%. Και εκ τούτων τα εις τα σχολεία και το Ορφανοτροφείον κατά το πλείστον εθεραπεύθησαν. Αλλ’ εις τα λοιπά η θεραπεία ετελείτο ελλιπέστατα, ως μη προσερχομένων των ασθενών ή μη όταν ημπορούσαν. Μετ’ ου πολύ δε το αντιτραχωματικόν χάρις εις την φιλάνθρωπον ανοχήν του αειμνήστου Ισμυρίδου, μετεβλήθη γενικώς εις Γενικόν Οφθαλμιατρείον των πασχόντων απόρων.
Παραλλήλως προς τα ανωτέρω, ένα θέμα το οποίον ιδιαιτέρως απησχόλει την προσοχήν μου ήτο η ελονοσία, ήτις και επεσκέπτετο την Λάρισαν υπό τύπον επιδημίας (ποιος δεν θυμάται τα κιτρινισμένα πρόσωπα ιδίως της φτωχολογιάς;). Η επιδημία δε αυτή κυρίως μας επεσκέπτετο ανά πενταετίαν. Κατά τον χρόνον τούτον προσελάμβανον ελονοσίατρον, του οποίου η αμοιβή κατεβάλετο εκ των ολίγων χρημάτων των εισπραττομένων δια του ετησίου εράνου, 6-7 χιλιάδες κατ’ έτος, και τα οποία χαριστικώς με αγώνα επετύγχανα να τα κρατήσω. Διότι κατά τον νόμον ανήκον δικαιωματικώς εις το Κέντρον. Και οσάκις (μάλλον πολλάκις) δεν υπήρχον, κατεβάλοντο εξ ιδίων μου. Διότι είχομεν και τας υποχρεώσεις των φαρμάκων των σχολείων, τα οποία κατέβαλον εις το Στρατιωτικόν Φαρμακείον εξ ιδίων μου και πολλάκις ευρέθημεν μετά του τόσον αλτρουιστικώς εργαζομένου ιατρού Χρίστου, να καταβάλωμεν τα έξοδα της θεραπείας συφιλίδος εις μαθητάς μικρούς και εν τέλει την θεραπείαν και των γονέων. Και μαζί μ’ αυτά μας επεβάρυνον τα έξοδα του Οφθαλμιατρείου.
(Συνεχίζεται)
———————————————————
[1]. Ο Γεώργιος Σακελλαρίδης γεννήθηκε στη Λάρισα το 1860, σπούδασε αρχικά φιλολογία, συνέχισε όμως με ιατρικές σπουδές στο πανεπιστήμιο Αθηνών και εξάσκησε με επιτυχία το επάγγελμά του στη Λάρισα. Διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος επί δημαρχίας Ζαρμάνη (1899-1903) και Αχιλλέα Αστεριάδη (1903-1913) και κατά περιόδους υπήρξε πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου. Ο εγγονός του Γεώργιος Σακελλαρίδης είναι σήμερα επίτιμος δικηγόρος.
[2]. Η Αμαλία Παπασταύρου ήταν η δευτέρα σύζυγος τού γνωστού για την εποχή του φαρμακοποιού Κωνσταντίνου Παπασταύρου, με καταγωγή και των δύο από την Ζίτσα της Ηπείρου. Προσωπικότητα ισχυρή, αρκετά μορφωμένη και δυναμική, ήταν υπέρμαχος του φεμινισμού και με διάφορα δημοσιεύματα σε εφημερίδες, περιοδικά και διαλέξεις πρωτοστατούσε όχι μόνο σε κάθε πνευματική κίνηση της Λάρισας, αλλά και προσπαθούσε με τις ιδέες της, να σταθεί κοντά στη γυναίκα και να προωθήσει την ισότητα των δύο φύλων,.
Η Σοφία Ιατροπούλου ήταν σύζυγος του δικηγόρου Ιατρόπουλου.
Η Τέτση Ελένη ήταν κόρη του δικηγόρου Γεωργίου Τέτση. Την περίοδο εκείνη (1903-1904) ήταν ακόμη άγαμος και δημοσιογραφούσε στην εφημερίδα της Λάρισας «Μικρά» με το ψευδώνυμο «La Rebelle» που σημαίνει επαναστάτρια για τις ριζοσπαστικές της ιδέες. Τα Χριστούγεννα του 1911 παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο Καρακίτη, γόνο πλούσιας οικογένειας γαιοκτημόνων της Λάρισας.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmai.com
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.