Ο Δημοτικός Κήπος των Ανακτόρων και το εκκλησάκι του Αγίου Βησσαρίωνος. Επιστολικό δελτάριο του Αντ. Παναγιωτακόπουλου. Αρχές δεκαετίας του 1930.
Κατά την πρώτη δημαρχιακή θητεία του Μιχαήλ Σάπκα (1914-1917), το κονάκι του Χουσνή μπέη που αγόρασε ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ το 1881 και το μετέτρεψε σε βασιλικό ανάκτορο, μαζί με την Πλατεία των Ανακτόρων, την σημερινή πλατεία δημάρχου Μπλάνα, αγοράσθηκαν από τον Δήμο. Ιδιοκτήτης αυτής της έκτασης εκ κληρονομίας ήταν ο πρίγκιπας Νικόλαος, γιος του βασιλιά Γεωργίου, ο οποίος το 1913 είχε δολοφονηθεί στη Θεσσαλονίκη. Μετά την αγορά, ο Σάπκας πρότεινε στο Δημοτικό Συμβούλιο το κτίριο των Ανακτόρων να στεγάσει το Δημαρχείο της πόλεως[1]. Η πρόταση αυτή δεν εγκρίθηκε από τους μηχανικούς λόγω παλαιότητας του κτιρίου και η δημαρχία προχώρησε σε κατεδάφισή του. Στη συνέχεια ο χώρος αυτός παραχωρήθηκε στον επιχειρηματία Πέτρο Χαλήμαγα ο οποίος τον διαμόρφωσε σε κέντρο ψυχαγωγίας. Το 1930, με την αναγνώριση του Ωδείου ως Δημοτικού ιδρύματος, στα κτίρια του κήπου των Ανακτόρων στεγάσθηκε το Δημοτικό Ωδείο και ο χώρος μπροστά από το εκκλησάκι του Αγ. Βησσαρίωνος μεταμορφώθηκε σε όμορφο πάρκο.
Η εικόνα που δημοσιεύεται αποτυπώνει την περιοχή του κήπου των Ανακτόρων όπως ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Είναι έκδοση ενός δικού μας βιβλιοχαρτοπώλη, του Αντωνίου Παναγιωτακόπουλου, ο οποίος μεταξύ των άλλων ήταν και εκδότης επιστολικών δελταρίων (καρτ ποστάλ). Η συγκεκριμένη κάρτα έχει τον αριθμό 1076-1. Στο κέντρο διακρίνεται ένα μικρών διαστάσεων εκκλησάκι με τρούλο. Πρόκειται για το γνωστό παρεκκλήσι των βασιλικών ανακτόρων. Ήταν αφιερωμένο στον άγιο Βησσαρίωνα, μητροπολίτη Λαρίσσης. Σύμφωνα με ωραία προφορική παράδοση, την οποία καταγράφει ο δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας «Μικρά» Θρασύβουλος Μακρής[2], στο χώρο αυτό υπήρχε πολύ πριν από την απελευθέρωση της πόλεως από τους Τούρκους το 1881 μεγάλη οικία, αληθινό ανάκτορο, του οποίου οικοδέσποινα ήταν η Νουριέ χανούμ, στενή συγγενής του Αλή πασά και κρυπτοχριστιανή. Επέτρεπε σιωπηρά στο υπηρετικό προσωπικό του αρχοντικού, το οποίο προερχόταν από τη χριστιανική κοινότητα της Λάρισας, να χρησιμοποιήσουν ένα από τα δωμάτια όπου στεγάζονταν τα «οτζάκια», δηλαδή οι βοηθητικοί χώροι του σπιτιού (μαγειρεία, πλυσταριά, καταλύματα του προσωπικού, κλπ.) και να το μετατρέψουν σε χώρο λατρείας. Ήταν η περίοδος κατά την οποία είχε επικρατήσει κάποια σχετική θρησκευτική ελευθερία εκ μέρους των Οθωμανών. Στο μέσον του δωματίου είχαν τοποθετήσει μια παλιά εικόνα του αγίου Βησσαρίωνος, μπροστά από την οποία έκαιγε μέρα-νύχτα κανδήλα. Οι χριστιανοί του αρχοντικού και αρκετοί γείτονες, προσέρχονταν τις Κυριακές και τις εορτές για να ανάψουν λαμπάδα και να προσκυνήσουν την εικόνα του αγίου. Κάποια νύχτα όμως του Νοεμβρίου του 1872 μια πυρκαγιά αποτέφρωσε όλους τους βοηθητικούς χώρους του αρχοντικού. Η οικοδέσποινα απέδωσε το καταστρεπτικό γεγονός σε ολιγωρία του προσωπικού. Εκείνο το βράδυ είχαν ξεχάσει να ανάψουν την κανδήλα του αγίου, ο οποίος θέλησε να τους το υπενθυμίσει μ’ αυτόν τον τραγικό τρόπο. Όμως οι ζημιές αποκαταστάθηκαν γρήγορα και η λειτουργία του παρεκκλησίου συνεχίσθηκε.
Μετά τον θάνατο της Νουριέ χανούμ το μεγάλο αυτό αρχοντικό περιήλθε στην κατοχή του ανεψιού της Χουσνή μπέη, ο οποίος αρχές Οκτωβρίου του 1881, ένα μήνα περίπου μετά την απελευθέρωση της Λάρισας, πρόσφερε το αρχοντικό του για να καταλύσει ο βασιλέας Γεώργιος ο Α΄ όταν επισκέφθηκε επίσημα τη Λάρισα. Ικανοποιημένος από την ευρυχωρία του κτιρίου και την απέραντη αυλή, ο Γεώργιος το αγόρασε στις 11 Οκτωβρίου 1881. Η βασίλισσα Όλγα, προσωπικότητα έντονα θρησκευόμενη, όπως όλοι οι ρώσοι εστεμμένοι της περιόδου αυτής, γοητευμένη από την παράδοση του υποτυπώδους ναϊσκου του αγίου Βησσαρίωνος, ο οποίος βρισκόταν σε ένα απόμερο μέρος του αύλειου χώρου του παλατιού, αποφάσισε το 1898 να ανεγείρει νέο ναό προς τιμήν του αγίου. Γράφει σχετικά η εφημερίδα των Αθηνών «Ελλάς» σε ανταπόκρισή της από τη Λάρισα : «Από πολλών ημερών ήρχισεν η ανέγερσις του μικρού ναϊσκου εις τον περίβολον των ενταύθα ανακτόρων. Εις τον ναόν τούτον θα εκκλησιάζονται τα μέλη της βασιλικής οικογενείας, οσάκις μας επισκέπτονται[3]». Ο ναός διακοσμήθηκε με αγιογραφίες ρώσων ζωγράφων, εμπλουτίσθηκε με αφιερώματα φιλόθρησκων Λαρισαίων και φιλοξένησε τις εικόνες και τα ιερά σκεύη του κατεδαφισθέντος το 1898 παρεκκλησίου του αγίου Βησσαρίωνος το οποίο βρισκόταν στην αυλή της βασιλικής του αγίου Αχιλλίου στο Λόφο. Αρχιτεκτονικά ήταν μονόχωρη σταυροειδής κατασκευή, αρκετά ψηλή για τις διαστάσεις της, με τρούλο ο οποίος ήταν μολυβδοσκέπαστος, δηλ. καλύπτονταν με παχιά φύλλα μολύβδου. Η τοιχοποιία ήταν από πελεκημένη πέτρα, με κεραμοπλαστικές διακοσμήσεις στα ανοίγματα. Όταν το 1918 κατεδαφίσθηκε το ανάκτορο, ο ναός του αγίου Βησσαρίωνος διατηρήθηκε. Την ίδια χρονιά μάλιστα ο εστιάτορας της Λάρισας Κωνσταντίνος Γεωργ. Νατάκιας, με δαπάνες του ανακαίνισε το εκκλησάκι. Κάλυψε με επίχρισμα τους εξωτερικούς τοίχους, όπως διακρίνεται καθαρά και στην δημοσιευόμενη φωτογραφία, ολοκλήρωσε την αγιογράφησή του και έτσι ο ναός του αγίου αποδόθηκε στη χρήση των πιστών της περιοχής.
Όμως ο καταστρεπτικός σεισμός της 1ης Μαρτίου του 1941 ισοπέδωσε μεταξύ άλλων και το εκκλησάκι. Αναγκαστικά κατεδαφίσθηκε και στη θέση του στήθηκε προσωρινά ξύλινο παράπηγμα, για να εξυπηρετήσει τις θρησκευτικές ανάγκες των περιοίκων. Το 1955, χάρη στην οικονομική υποστήριξη του ΟΥΗΛ, προδρόμου της σημερινής ΔΕΥΑΛ, άρχισε η ανέγερση του σημερινού ναού, τα εγκαίνια του οποίου έγιναν στις 13 Οκτωβρίου 1957. Το 1961 αγιογραφήθηκε, πάλι με δαπάνη του ΟΥΗΛ, από τον Λαρισαίο ζωγράφο-αγιογράφο Αγήνορα Αστεριάδη και τους μαθητές του με θαυμάσιες τοιχογραφίες. Μερικά χρόνια πριν ο ίδιος ζωγράφος είχε αγιογραφήσει και τον στρατιωτικό ναό της Μεταμορφώσεως. Σήμερα ο ναός αυτός στολίζει την πλατεία του Δημοτικού Ωδείου, ανήκει στη δικαιοδοσία του μητροπολιτικού ναού του Αγ. Αχιλλίου και είναι σημείο αναφοράς για πολλούς συμπολίτες μας.
—————————————-
[1]. Βλέπε: Μιχαήλ Σάπκα. Αναμνήσεις. Από ανέκδοτο χειρόγραφο κείμενο του ιδίου.
[2]. Μακρής Θρασύβουλος. Ο Άγιος Βησσαρίων, εφ. Λαρισαϊκός Τύπος, Λάρισα, φύλλο της 15ης Σεπτεμβρίου 1943. Η εφημερίδα αυτή ήταν κοινή έκδοση της «Ελευθερίας» και του «Ημερήσιου Κήρυκα» της Λάρισας κατά τη διάρκεια της κατοχικής περιόδου.
[3]. εφ. Ελλάς, φύλλο της 29ης Ιουνίου 1898.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmail.com
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.